Οι απώλειες του Δεκέμβρη

Στέφανος Δάνδολος

Δεν ζουν όλοι στην συχνότητα της τηλεοπτικής λαίλαπας. Κάποιοι παίρνουν τους δρόμους της Αθήνας και περπατούν σιωπηλά σαν φαντάσματα.

Τον Μένη τον έβλεπες να βηματίζει με κείνο το αρχοντικό στητό ύφος στην Κυψέλη ή στα Εξάρχεια, ή να τρώει μόνος σε μια ψαροταβέρνα, στην παραλία του Ξυλοκάστρου. Άλλοι ανοίγουν ένα βιβλίο όταν δύει ο ήλιος και βυθίζονται στις σελίδες του. Μερικοί ακούνε ακόμα βινύλια. Πολλοί παίρνουν ένα ποδήλατο και κάνουν ορθοπεταλιές σε ουράνια τόξα από τσιμέντο. Ή πάνε σε κηδείες ανθρώπων

που δεν γνώρισαν, μόνο και μόνο επειδή με κάποιο τρόπο ο νεκρός τούς σημάδεψε. Η μοναξιά σε κάνει πιο ανθρώπινο, έγραψε κάποτε ο Μαρκές.

Η πιο ενδιαφέρουσα ηρωίδα των τελευταίων μηνών στα μάτια μου είναι η μεσόκοπη γυναίκα που πλησίασε βουβά το φέρετρο του Κουμανταρέα κρατώντας την «Κυρία Κούλα» στα χέρια της. Θα μπορούσες να γράψεις ένα βιβλίο γι’ αυτήν. Να στήσεις ένα μωσαϊκό μοναξιάς και μέσα από αυτό να χτίσεις μια σονάτα τρυφερότητας. Εάν μπορούσε να τη δει ο Μένης θα χαμογελούσε. Θα θεωρούσε την παρουσία της το σπουδαιότερο βραβείο της καριέρας του. Τέτοιοι άνθρωποι μοιάζουν προικισμένοι από μια γαλήνη υπερφυσική που τους καθιστά ανέγγιχτους από οποιαδήποτε φθορά. Θα επιβιώσουν όποιος κι αν εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Θα επιβιώσουν όποιο κόμμα κι αν εκλεγεί στη κυβέρνηση. Θα επιβιώσουν επειδή τον κόσμο τους τον φτιάχνουν οι ίδιοι, και όχι οι άλλοι. Πηγαίνουν στην κηδεία κάποιου που δεν γνώρισαν προσωπικά, επειδή κάποτε άφησαν την ψυχή τους να συνομιλήσει μαζί του και τα χνάρια της συνομιλίας δεν έσβησαν ποτέ.

Προχθές έτυχε να παραστώ σε μια θεατρική πρεμιέρα. Το έργο ήταν φριχτό, δεν καταλάβαινα τίποτα. Κάποια στιγμή, ενώ ο κόσμος προς έκπληξή μου γελούσε, έκλεισα τα μάτια και έφερα στο μυαλό μου την μεσόκοπη γυναίκα που πλησίασε βουβά το φέρετρο του Κουμανταρέα κρατώντας το βιβλίο του στα χέρια της. Αναλογίστηκα πόσο δικοί μας είναι οι άνθρωποι που μας σημαδεύουν, πόσο βαθιά μέσα μας έχουν απλώσει τις ρίζες τους. Αυτή είναι η ουσιαστική ανταμοιβή του καλλιτέχνη. Κάποιος που θα σε πλησιάσει ευγενικά και θα σε ρωτήσει πώς πάει το γράψιμο του καινούργιου σου βιβλίου, όχι τα φλας των φωτογράφων. Κάποιος που θα σου πετάξει μια ατάκα την οποία έγραψες πριν από χρόνια κι ούτε που την θυμάσαι πια. Κάποιος που θα ζυγώσει το φέρετρο σου, όχι με λουλούδια, αλλά με το ντοκουμέντο της συνομιλίας σας.

Κάθε χρόνος που φτάνει στο τέλος του μας βρίσκει και λιγότερους. Φεύγουν δικοί μας άνθρωποι. Δικοί μου άνθρωποι έφυγαν αρκετοί, όχι μόνο ο Μένης. Έφυγε ο Τζακ Μπρους, ο μπασίστας των Κριμ. Πριν από μερικά βράδια, έβαλα να ακούσω ένα από τα άλμπουμ τους, και χαμένος στη μουσική, έγινα κάτι σαν την μεσόκοπη γυναίκα που πλησίασε το φέρετρο του Κουμανταρέα. Φόρος τιμής λέγεται. Αναγνώριση. Ελάχιστοι θα ξέρουν τον Τζακ Μπρους, αλλά και μόνο τα τραγούδια που έγραψε με τον Έρικ Κλάπτον, θα τα κουβαλάς μέσα σου μια ζωή. Μιλούσα κάποτε με τον Αντώνη Τουρκογιώργη των Σόκρατες και μου είχε κάνει ολόκληρη διατριβή για το πώς έπαιζε μπάσσο ο Μπρους, τα δάχτυλα έτσι, ο ρυθμός έτσι, οι μελωδίες έτσι. Δεν το διάβασα σε καμιά ελληνική εφημερίδα. Όπως δεν διάβασα ούτε για τον Μπόμπι Κις, τον σαξοφωνίστα που είχε παίξει σε δίσκους του Λένον, των Στόουνς, του Τζο Κόκερ και τόσων άλλων. Δικός μου κι αυτός, και έφυγε εξίσου πρόσφατα. Για ελάχιστους σαξοφωνίστες θα αφιέρωναν λίγες γραμμές κάποιοι, τώρα που το Χρηματιστήριο δοκιμάζεται και τα εθνικά μας δεκεμβριανά κορυφώνονται στην Βουλή. Τέτοιες απώλειες του Δεκέμβρη δεν συνοδεύονται από τυμπανοκρουσίες. Τις προάλλες έφυγε ακόμη ένας: ο Ίαν Μακ Λάγκαν, ο πιανίστας των Faces. Συγκρότημα από τα λίγα, αλλά στη σκιά των Μπιτλς και των Κινκς και των Χου. Μονόστηλο ακόμα και στις ξένες εφημερίδες.

Όμως δεν έχει σημασία το πώς φεύγεις, αλλά το πώς μένεις όταν φεύγεις. Ακόμη κι έναν άνθρωπο στον κόσμο να σημάδεψες, έχει αξία. Ζεις όσο θα ζει και κείνος. Η Βιρτζίνια Γουλφ ζει ακόμη χάρη στην «Κυρία Ντάλαγουέι». Ο Καζαντζάκης ζει ακόμη χάρη στον «Καπετάν Μιχάλη». Ο Μπράντο ζει ακόμη χάρη στο «Νονό» και το «Λιμάνι της Αγωνίας». Ο Μένης θα ζει για πολλά χρόνια ακόμη χάρη στην «Κυρία Κούλα» και τη «Φανέλα με το εννιά». Ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Μάνος Κατράκης, ο Χορν, η Μελίνα, όλοι ζουν. Σε αντίθεση με τους Προέδρους της Δημοκρατίας και τους Βασιλιάδες και τους εκατομμυριούχους επιχειρηματίες, ο καλλιτέχνης ζει όσο υπάρχει ένας άνθρωπος του οποίου τη ζωή χάραξε βαθιά. Εάν στην Ελλάδα θυμήθηκε κάποιος να ξανακούσει ένα δίσκο των Κριμ που ηχογραφήθηκε το 1967 επειδή πέθανε ο Τζακ Μπρους, τότε ο Τζακ Μπρους πέθανε με όλες τις τιμές του κόσμου. Η μεσόκοπη γυναίκα πλάι στο φέρετρο με την «Κυρία Κούλα» στα χέρια της, δεν είναι η μόνη του είδους. Είμαστε πολλοί.

Κατηγορία: Ελλάδα
Keywords
Τυχαία Θέματα