Έρως, Θέρος, Πόλεμος

Στέφανος Δάνδολος

Είναι εξαιρετικά γοητευτικό αυτές τις μέρες να παρακολουθείς φίλους που συζητάνε περί πολιτικής. Ειδικά τούτη την εποχή μπορεί να διαφωνείς με τον άλλο στις λεπτομέρειες, αλλά ουδείς νοήμων Έλληνας θα ήθελε να επιβεβαιωθεί με φόντο τα συντρίμμια της χώρας μας. Ακόμη και ο Χ, λόγου χάρη, που διαφωνούσε χθες με την πορεία πλεύσης της κυβέρνησης απεύχεται την αποτυχία της.

Έλεγε ο Χ: «Γιατί να σεβαστούν οι ξένοι την ετυμηγορία του ελληνικού λαού όταν και οι ίδιοι εκπροσωπούν εκλεγμένες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και νομιμοποιημένους θεσμούς με τους οποίους έχουμε στο παρελθόν

συμφωνήσει;» Και του απαντούσε ο Ψ: «Επειδή αυτοί οι θεσμοί έχουν αποτύχει. Και επειδή μπορούμε να πάμε σε ένα πρόγραμμα δικής μας έμπνευσης που ίσως –λέω, ίσως – καλύψει και εσάς και εμάς. Δεν λέμε όχι στην Ευρωζώνη, λέμε όχι στο Μνημόνιο. Θέλουμε ένα νέο πρόγραμμα, γιατί αυτό να είναι κακό;» Και του έλεγε ο Χ, που υποδυόταν τον συνήγορο του διαβόλου, δηλαδή όλα τα πέτρινα πρόσωπα στη σειρά, Μέρκελ, Σόιμπλε, Γιούνκερ και σία: «Μα σου λένε οι ξένοι, δεν μπορεί να υπάρξει νέο πρόγραμμα χωρίς πρώτα να ολοκληρωθεί το συμφωνημένο. Και κάποια πράγματα μπορούν να επιτευχθούν. Ο εξορθολογισμός των απαιτήσεων για πλεονάσματα, ας πούμε. Παραπέρα όμως πού μπορούμε να φτάσουμε;» Απαντούσε ο Ψ: «Όλα έχουν να κάνουν με την αξιοπρέπεια. Το Μνημόνιο το δεχόμαστε στο 70%. Υπάρχουν όμως και κάποιες κόκκινες γραμμές. Πρέπει να υπάρχουν. Ο λαός υπέδειξε έναν άλλο δρόμο». Ο Ψ του είπε ότι υπάρχουν δεκάδες άλλοι λαοί στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή που έχουν αποδεχτεί τον δρόμο που εμείς δεν θέλουμε, «γιατί άραγε οι ξένοι να κάνουν την χάρη σε εμάς, διακυβεύοντας την συνοχή της πολιτικής τους; Πόσο εφικτό, πόσο ρεαλιστικό μοιάζει κάτι τέτοιο;» Και ο Χ –που τα μάτια του πάλλονταν από μιαν αίσθηση εξεγερμένης ελπίδας– αντέτεινε πως κάθε επανάσταση έμοιαζε εκ των προτέρων ανέφικτη και ουτοπική, «αυτό όμως δεν εμπόδισε τους επαναστάτες να χαράξουν νέους δρόμους. Ίσως ο Ελληνικός λαός –ίσως, λέω– δείχνει έναν άλλο δρόμο σε όλους τους λαούς. Βρισκόμαστε εν καιρώ πολέμου», ναι, το είπε κι αυτό ο Χ, «και αντί για ομοβροντίες βιώνουμε τα χαρακώματα μιας οικονομικής λαίλαπας. Οι Έλληνες ορθώνουν το ανάστημά τους, κοιτάνε πλέον την ζωή με άλλο μάτι. Διεκδικούν, παλεύουν. Το επιχείρημα ότι το λάθος είναι το δικό μας επειδή είμαστε μόνοι μας είναι αστείο. Όλοι όσοι σηκώνουν το κεφάλι είναι μόνοι τους».

Τέτοιου είδους συζητήσεις ξεφεύγουν από την πεπατημένη αυτές τις μέρες και γι’ αυτό δεν μοιάζουν καφενειακές. Επειδή είναι μπολιασμένες από όρους που έχεις συναντήσει στα μυθιστορήματα. Έρως, Θέρος, Πόλεμος. Αξιοπρέπεια. Ελπίδα. Ο Χ –όπως και κάθε Χ– θυμίζει ήρωα του Ντοστογιέφσκι που εξεγείρεται πρώτα από όλα εναντίον του εαυτού του, εναντίον δηλαδή της κατεστημένης λογικής των τελευταίων δεκαετιών, εναντίον των φθαρμένων Ελλήνων της νεοελληνικής αριστοκρατίας, εναντίον του μεσοβέζικου τρόπου σκέψης, του συμβιβασμού, της αποδοχής, της ευπιστίας. Τον καταλαβαίνω απόλυτα. Ωστόσο, καταλαβαίνω και τον Ψ που μπορεί να θέλει κι αυτός την επανάσταση βαθιά μέσα του, αλλά διστάζει να την διεκδικήσει επειδή θεωρεί ότι ο καιρός των επαναστάσεων έχει σκεπαστεί για τα καλά μες στο φέρετρο του πλούτου των ισχυρών. Ο Ψ μου θυμίζει τους ήρωες του Φορντ Μάντοξ και του Ίβλιν Ουώ. Είναι ονειροπόλοι μεν, αλλά μοιάζουν νικημένοι από την ίδια την λογική τους. Τα όνειρα συντρίβονται από την αίσθηση της ανεδαφικότητάς τους, καταπνίγονται προτού καν ανθίσουν.

Στη παρέα υπήρχε και ένας τρίτος, που δεν μιλούσε, αλλά άκουγε με προσοχή. Ήρωας της Κάρσον Μακ Κάλερς αυτός. Ή του Πρίμο Λέβι. Στωικός, ψύχραιμος, με μια αδιόρατη θλίψη στα μάτια του. Ο Χ μου είπε πως με δυσκολία τα βγάζει πέρα αυτή την εποχή. «Αυτός;» έκανα έκπληκτος. Δεν θα μπορούσα να το διανοηθώ. Προσεγμένος στο ντύσιμό του, ήρεμος στις αποκρίσεις του, δεκτικός σε κάθε άποψη. Ουδέποτε θα το φανταζόμουν ότι έχει οικονομικό πρόβλημα. Δεν τον άκουσα ποτέ να κλαίγεται, δεν τον είδα να υιοθετεί ρητορικές αγανάκτησης προς τον τάδε ή τον δείνα. Απλά έρχεται και φεύγει με το ίδιο χαμόγελο, που μόνο αν το παρατηρήσεις πολύ προσεχτικά μπορείς να του αποδώσεις την ανεπαίσθητη μελαγχολία μιας πληγής. Ξάφνου, καθώς τους κοιτούσα και τους τρεις, αναδύθηκε στα μάτια μου μια μικρογραφία ενός σεβαστού μέρους του ελληνικού λαού. Είδα από την μία τον ονειροπόλο επαναστάτη, είδα από την άλλη τον επιφυλακτικό ρεαλιστή και σε μια γωνιά, αθόρυβο και διακριτικό, είδα έναν άνθρωπο που στην πραγματικότητα είναι εκατομμύρια άνθρωποι: όχι τον εκπρόσωπο της συλλογικής αξιοπρέπειας, την οποία δεσμεύτηκε να υπερασπιστεί ο πρωθυπουργός στην προχθεσινή ομιλία, αλλά τον αξιοπρεπή Έλληνα που δίνει τις μάχες μόνος του εδώ και χρόνια, που δεν περιμένει να τον βοηθήσει κανείς, που ζει την κάθε ημέρα με τα στοιχειώδη χωρίς όμως να διαλαλεί την ένδειά του, χωρίς να δίνει σε κανέναν την αφορμή να προσβάλει την ευπρέπειά του και την υπερηφάνειά του. Ναι, μπορεί να ζούμε δύσκολες καταστάσεις ως Έλληνες, αλλά έπειτα από εκατοντάδες χρόνια έχουμε ανακαλύψει και το όνειρο, και την λογική, και την υπερηφάνεια. Εάν μπορούσαν και τα τρία να συνδυαστούν μια μέρα, τότε δεν θα υπήρχε τίποτα να μας κερδίσει. Οι στάχτες του νεοέλληνα θα γεννούσαν πάλι τον Έλληνα.

Κατηγορία: Ελλάδα
Keywords
Τυχαία Θέματα