ΓΓ ΑΚΕΛ: Οι οικονομικές δυσκολίες να μην γίνουν μοχλός πίεσης για κακή λύση στο Κυπριακό

17:10 5/2/2014 - Πηγή: OnlyCY

Το μήνυμα πως η δύσκολη οικονομική κατάσταση της πατρίδας μας δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποτελέσει μοχλό πίεσης για επιβολή διχοτομικής ή κακής λύσης στο Κυπριακό έστειλε ο ΓΓ του ΑΚΕΛ Αντρος Κυπριανού, μιλώντας σήμερα ενώπιον μελών του διπλωματικού σώματος που υπηρετούν στην Κύπρο, σε συνάντηση που είχαν στη Λευκωσία.
Αναφερόμενος στις προσπάθειες για κατάληξη σε κοινό ανακοινωθέν, ο κ. Κυπριανού εξέφρασε την πεποίθηση ότι «είναι

εφικτό να καταλήξουμε, αρκεί να σεβαστούν όλοι τη συμφωνημένη βάση για μία και μόνη διεθνή προσωπικότητα, κυριαρχία και ιθαγένεια. Το πιο βασικό εμπόδιο, που είναι το ζήτημα της κυριαρχίας, μπορεί εύκολα να ξεπεραστεί με την επαναβεβαίωση της πρόνοιας της σύγκλισης της 10ης Ιανουαρίου 2010, για μία, μόνη και αδιαίρετη κυριαρχία που θα εκπηγάζει ισότιμα από τους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους», είπε προσθέτοντας πως το ΑΚΕΛ θεωρεί βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση το γεγονός ότι αυτό ακριβώς εισηγείται ο Πρόεδρος Αναστασιάδης στην τελευταία επιστολή του προς το ΓΓ του ΟΗΕ.

Αναφερόμενος στα θέματα της οικονομίας, ο κ. Κυπριανού δήλωσε πως «για το ΑΚΕΛ η προσήλωση στο μνημόνιο οδηγεί σε εμβάθυνση των προβλημάτων και το κυριότερο, δεν λύνει το πρόβλημα. Δεν δίνει προοπτική στην κοινωνία και την οικονομία. Για αυτό και δεν μπορούμε να αποδεχθούμε την ιδιωτικοποίηση των ημικρατικών οργανισμών, αλλά και τις διαρθρωτικές αλλαγές που καταρρακώνουν ακόμα περισσότερο τον κοινωνικό ιστό».

Ανέφερε περαιτέρω ότι «η ανακάλυψη υδρογονανθράκων στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας συνιστά και για τις δύο κοινότητες σοβαρό κίνητρο για λύση. Οι μεν Τουρκοκύπριοι μόνο με τη λύση θα μπορούν να απολαμβάνουν τα οφέλη που θα προκύψουν. Οι δε Ελληνοκύπριοι έχουν ανάγκη από σταθερό και ασφαλές περιβάλλον που θα επιτρέψει απρόσκοπτη αξιοποίηση του πολύτιμου αυτού αγαθού».

Για το Κυπριακό, αφού σημείωσε προς πρόκειται για ένα πρόβλημα εισβολής και κατοχής, επανέλαβε πως η λύση του πρέπει να βασίζεται στις αρχές του διεθνούς δικαίου και στις αρχές στις οποίες εδράζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, πρέπει να βασίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ και τις Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου, μεταξύ των ηγετών των δύο κοινοτήτων.

Πρόσθεσε πως ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έχει επιτευχθεί λύση όλα αυτά τα χρόνια ήταν η αδιαλλαξία της τουρκικής πλευράς, ενώ αναφέρθηκε στις συγκλίσεις που είχαν επιτευχθεί επί Προεδρίας του Δημήτρη Χριστόφια.

«Ανάμεσα στις σημαντικές συγκλίσεις που είχαν τότε επιτευχθεί συγκαταλέγεται και εκείνη για την κυριαρχία: Στο κοινό ανακοινωθέν της 1ης Ιουλίου συμφωνήθηκε ότι θα υπάρχει μία και μόνη κυριαρχία. Στη συνέχεια, στις 10 Ιανουαρίου 2010, συμφωνήθηκε ότι η κυριαρχία θα είναι αδιαίρετη και θα εκπηγάζει ισότιμα από τους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους», ανάφερε, προσθέτοντας πως αυτό δεν το αναφέρει τυχαία αφού έχει άμεση σχέση με τις δυσκολίες που συναντούνται σήμερα στην έκδοση κοινού ανακοινωθέντος.

«Η θέση του ΑΚΕΛ είναι ξεκάθαρη: Θέλουμε σωστή λύση του Κυπριακού το συντομότερο δυνατό. Έχουμε δηλώσει από την αρχή, και το εννοούμε πλήρως, ότι αν ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ακολουθήσει πολιτική που οδηγεί σε λύση βασισμένη σε αρχές, το περιεχόμενο της οποίας έχω σκιαγραφήσει πιο πάνω, δεν θα διστάσουμε να τον στηρίξουμε. Τονίσαμε ταυτόχρονα ότι, ο Πρόεδρος έπρεπε να συνεχίσει τη διαπραγματευτική διαδικασία από εκεί που είχαμε μείνει, δηλαδή να εμμένει στα κοινά ανακοινωθέντα Χριστόφια – Ταλάτ και στις συγκλίσεις που ακολούθησαν», είπε ο ΓΓ του ΑΚΕΛ.

Σε ό,τι αφορά στην οικονομία, ο ΓΓ του ΑΚΕΛ αφού είπε πως η κυπριακή οικονομία καταγράφει μια από τις χειρότερες επιδόσεις στο τομέα της ανάπτυξης και αναφέρθηκε στις επιπτώσεις του κουρέματος για την οικονομία, εξέφρασε την αντίθεση του κόμματός τους στις ιδιωτικοποιήσεις.

Πρόκειται για μια απόφαση εξόχως πολιτική που βασίστηκε στο δογματισμό που διαπνέει την οικονομική πολιτική που ακολουθεί η Τρόικα , είπε. «Αυτοί οι οργανισμοί όχι μόνο δεν επιβαρύνουν τα δημόσια οικονομικά, αλλά αποτελούν πολύ σημαντική πηγή άντλησης εσόδων ετησίως. Η μεταφορά τους σε ιδιωτικά κεφάλαια θα επιδεινώσει περισσότερο τα έσοδα του κράτους, την ώρα μάλιστα που η Τρόικα απαιτεί περικοπές έτσι ώστε να καλύπτονται οι δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού από τα ετήσια έσοδα του», είπε ο κ. Κυπριανού.

Ανέφερε πως πέραν της καθαρά λογιστικής επίπτωσης, η ιδιωτικοποίηση των ημικρατικών οργανισμών θα επιφέρει και σημαντικές επιπτώσεις στην ίδια την κοινωνία. «Καταρχήν, η δομή της κυπριακής αγοράς είναι τέτοια που σε κάποιες από τις περιπτώσεις των οργανισμών η ιδιωτικοποίηση τους θα σημαίνει απλά την μετατροπή του δημόσιου σε ιδιωτικό μονοπώλιο. Δεν πρόκειται ούτε για άνοιγμα της αγοράς, ούτε για ώθηση στον ανταγωνισμό. Αντίθετα η ενίσχυση της μονοπωλιακής θέσης του ιδιωτικού κεφαλαίου θα επιφέρει επιδείνωση στο εργασιακό περιβάλλον των οργανισμών, με αποτέλεσμα οι πλεονασμοί και οι απολύσεις να επιβαρύνουν επιπρόσθετα τα δημόσια ταμεία», ανέφερε.

Επίδραση, πρόσθεσε, θα υπάρξει και στις τιμές και υπηρεσίες που θα προσφέρονται στον καταναλωτή, μειώνοντας την ευημερία που απολαμβάνουν σήμερα. Λαμβάνοντας υπόψη τον κοινωνικό ρόλο που διαδραμάτιζαν μέχρι σήμερα και οφείλουν να διαδραματίζουν οι οργανισμοί, γίνεται ξεκάθαρο ότι η κοινωνία θα χάσει από τέτοια απόφαση, είπε.

Η απόφαση αυτή, ανέφερε, «εδράζεται στην φιλοσοφία της Τρόικας αλλά και της υφιστάμενης Κυβέρνησης για εκποίηση του δημόσιου πλούτου, ώστε να «μικράνει» το κράτος. Είναι όμως άξιο απορίας που στηρίζεται μια τέτοια λογική, όταν η ίδια η Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιτρέπει τη λειτουργία των οργανισμών κοινής ωφελείας υπό δημόσια διαχείριση αρκεί να μην παρεμβάλλονται εμπόδια στον ανταγωνισμό».

Διερωτήθηκε με ποιο σκεπτικό ζητά η Τρόικα να αλλάξει το ιδιοκτησιακό καθεστώς μιας κερδοφόρας επιχείρησης, η οποία δεν επιβαρύνει τον προϋπολογισμό και η οποία θα αποφέρει σε βάθος πενταετίας μεγαλύτερα έσοδα από αυτά που θα εισπραχτούν από την πώληση των οργανισμών σε αυτές τις συνθήκες.

Είπε επίσης πως η Κύπρος είναι ίσως η μοναδική χώρα στην οποία οι απαιτήσεις της Τρόικα δεν προκαλούν καμία αντίδραση από την Κυβέρνηση. «Η Κυβέρνηση δέχεται συγχαρητήρια για την προθυμία υλοποίησης των περικοπών και των διαρθρωτικών αλλαγών και σχεδόν απευθύνει τις ευχαριστίες της για την επιβολή απαράδεκτων όρων από μέρους της Τρόικα. Μόλις αποχωρήσει το κλιμάκιο της Τρόικα καμώνεται πως προβληματίζεται για την αύξηση της ανεργίας και την ύφεση στην κυπριακή οικονομία», επεσήμανε.

Ανέφερε πως στα πλαίσια του μνημονίου και την άκρατης λιτότητας δεν μπορεί να υπάρξει ούτε ανάπτυξη, ούτε ολοκληρωμένη κοινωνική πολιτική όχι μόνο γιατί δεν υπάρχει η πολιτική βούληση από πλευράς Κυβέρνησης, αλλά διότι η πορεία που χαράσσει το μνημόνιο είναι αδιέξοδη και καταστροφική.

Ο κ. Κυπριανού εξέφρασε την πεποίθηση ότι η Κυβέρνηση πρέπει να στρέψει την προσοχή της προς εναλλακτική στρατηγική που να στοχεύει στη στήριξη της πραγματικής οικονομίας.

«Να στοχεύσει την ανάπτυξη διαφορετικού μοντέλου οικονομικής δραστηριότητας. Μοντέλου που μπορεί να ανταποκριθεί στις νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί», δήλωσε.

Είπε εξάλλου πως η Κυβέρνηση πρέπει να στοχεύσει στη δημιουργία συνολικού σχεδίου κοινωνικής προστασίας των ευάλωτων στρωμάτων του πληθυσμού και τρίτο στη χάραξη πραγματικής στρατηγικής απεμπλοκής από το μνημόνιο. Μια στρατηγική που θα περιλαμβάνει ολοκληρωμένη αξιοποίηση της προοπτικής του Φυσικού Αερίου με ξεκάθαρο ορίζοντα υλοποίησης.

Σε ό,τι αφορά στα ενεργειακά θέματα, ο κ. Κυπριανού δήλωσε πως «ως ΑΚΕΛ είχαμε υποδείξει ότι λανθασμένα η κυβέρνηση αποδέχτηκε την ενσωμάτωση πρόνοιας στο Μνημόνιο που έθετε όλους τους σχεδιασμούς για το φυσικό αέριο υπό την έγκριση της Τρόικα».

«Ειδικότερα με την ενσωμάτωση νέας πρόνοιας ότι οι επενδύσεις για το Τερματικό πρέπει να εντάσσονται στα δημοσιονομικά πλαίσια και τις δεσμεύσεις σε σχέση με τους στόχους για τον προϋπολογισμό του 2016, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για εκχώρηση της ιδιοκτησίας των υποδομών, από το κράτος στους ιδιώτες», ανέφερε.

Πρόσθεσε πως «το 2019 υποτίθεται πως θα ήταν το ορόσημο για τη μεταφορά του κυπριακού φυσικού αερίου στις παγκόσμιες αγορές», ωστόσο αυτός ο στόχος απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο, ενώ φαίνεται πως ήδη η ημερομηνία αξιοποίησης μετακινείται για το 2025.

«Για να γίνει δυνατή η ανάδειξη της Κύπρου ως περιφερειακού διαμετακομιστικού σταθμού πετρελαιοειδών, θα πρέπει το κράτος να αναλάβει πρωτοβουλίες, έτσι ώστε να προχωρήσει άμεσα στην υλοποίηση του σχεδιασμού του ενεργειακού κέντρου στο Βασιλικό», είπε ο κ. Κυπριανού.

Όπως είπε «η συνεχής αναβολή αυτού του σχεδιασμού θα στρέψει τόσο τις γειτονικές χώρες προς εναλλακτικές πηγές διοχέτευσης του φυσικού αερίου όσο και τις Ασιατικές προς άλλες αγορές για κάλυψη των ενεργειακών αναγκών τους».

Keywords
Τυχαία Θέματα