Μάρτης 1821: ΟΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΕΣ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΥΨΗΛΑΝΤΗ ΕΙΣΕΡΧΟΝΤ ΑΙ ΣΤΟ ΒΟΥΚΟΥΡΕΣΤΙ

21:42 29/3/2012 - Πηγή: Olympia

(επανάσταση Μολδοβλαχίας, Παραδουνάβιων Ηγεμονιών)

Γράφει η Σοφία Τ.

Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, (1792-1828), ήταν Έλληνας πρίγκιπας, στρατιωτικός, λόγιος και αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1792 και ήταν γιος του Κωνσταντίνου Υψηλάντη, Ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας και γόνου εύπορης και ισχυρής Φαναριώτικης οικογένειας. Το 1810 κατατάχτηκε με το βαθμό του ανθυπίλαρχου (ανθυπολοχαγός του Ιππικού) στο σώμα των εφίππων σωματοφυλάκων του Τσάρου Αλέξανδρου Α΄ της Ρωσίας. Διακρίθηκε στους πολέμους κατά του Ναπολέοντα, όπου στη μάχη της Δρέσδης(27/08/1813), έχασε

το δεξί του χέρι. Το 1814-5 συμμετείχε, ως μέλος της αυτοκρατορικής ακολουθίας, στο Συνέδριο της Βιέννης με το βαθμό του υποστράτηγου. Είχε τον τύπο της ανατολίτικης(Πολίτικης) ανδρικής ομορφιάς με έντονα χαρακτηριστικά μάτια. Ήταν αγαθός και ευγενής, μελαγχολικός και ονειροπόλος, ευκολοσυγκίνητος και ενθουσιώδης. Κληρονόμος των μεγάλων παραδόσεων και προσπαθειών της οικογένειας των Υψηλάντηδων είχε θέσει ως μεγάλο σκοπό και όνειρο της ζωής του την απελευθέρωση του ελληνικού έθνους. Εξ αυτού και ο φλογερός ενθουσιασμός του και η μεγάλη φαντασία του εύκολα μπορούσαν να τον παρασύρουν σε πολύ παράτολμα εγχειρήματα. Στο Συνέδριο της Βιέννης εξέφρασε την άποψη ότι το ζήτημα των Γραικών (Ελλήνων) είναι υπόθεση του χριστιανισμού και του ανθρωπισμού που θα πρέπει να αναχθεί σε υπόθεση όλων των Βασιλικών Αυλών της Ευρώπης. Οι Φιλικοί είχαν σαφείς πληροφορίες για τα πατριωτικά του αισθήματα, τα οποία σε στενούς κύκλους Ελλήνων και Φιλελλήνων φέρεται να είχε δηλώσει πως οι συμπατριώτες του θα έπρεπε να υπολογίζουν στη συνδρομή του, αν παρουσιαζόταν κάποια ευκαιρία μόνο εκ του ονόματός του και της θέσης που κατείχε χωρίς καμία άλλη εγγύηση. Έτσι με τη μεσολάβηση του Φιλικού Κωνσταντίνου Καντιώτη που ήταν υπάλληλος παρά τον Καποδίστρια, μετά την άρνηση του τελευταίου ν’ αναλάβει αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας, προσέτρεξε ο Εμμανουήλ Ξάνθος στον ξάδελφο των Υψηλάντηδων, Ιωάννη Μάνο, προκειμένου να τον φέρει σε επαφή με τον Πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη. Η συνάντηση αυτή φαίνεται να ήταν μια από τις ευτυχέστερες στιγμές της ζωής του Ε. Ξάνθου που έμειναν χαραγμένες στη μνήμη του, σε αντίθεση με την απογοήτευση που του δημιούργησε ο Καποδίστριας, που αποδίδει με κάθε λεπτομέρεια και νοσταλγία στ’ απομνημονεύματά του. Στη συνάντηση εκείνη(Πετρούπολη, 11/04/1820) ο Υψηλάντης τον δέχθηκε με ευγένεια και ύστερα από κάποιες ερωτήσεις για την καταγωγή του και διάφορες άλλες υποθέσεις του ζήτησε να μάθει πώς περνούν οι Έλληνες. Ο Ξάνθος του απήντησε ότι οι Τούρκοι τους τυραννούν και η τυραννία τους έχει γίνει πλέον αφόρητη. Ακολούθησε ο εξής δραματικός διάλογος:
- Υψηλάντης: «Γιατί οι Έλληνες δεν προσπαθούν να ενεργήσουν ώστε, αν δεν δύνανται να ελευθερωθούν από τον ζυγόν, τουλάχιστον να τον ελαφρώσουν;»
- Ξάνθος: «Πρίγκιψ, με ποία μέσα και με ποίους οδηγούς να ενεργήσωσιν οι δυστυχείς Έλληνες την βελτίωσιν της πολιτικής των καταστάσεως; Αυτοί έμειναν εγκαταλελειμμένο
Keywords
Τυχαία Θέματα