Η Συνταγματική προστασία του Διοικητή

Το ίδιο το Σύνταγμα ανάθεσε την εξουσία διορισμού Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Δικαίωμα που συνοδεύετο με την αρμοδιότητα τερματισμού της ιδιότητας αυτής (Άρθρο 118 (4) του Συντάγματος).

Όμως στην πορεία της ένταξης μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είχαμε υποχρέωση κατά τη Συνθήκη του Άμστερνταμ να διασφαλίσουμε την ανεξαρτησία του Διοικητή από επηρεασμούς ή επιρροή

από την Κυβέρνηση ή άλλα όργανα. Έτσι το 2002 υπήρξε η 4η τροποποίησης του Συντάγματος που εισήγαγε ο Νόμος (104 (Ι)/2002) που πρόβλεπε ότι η παύσης του Διοικητή δεν ήταν δικαίωμα, του Προέδρου, αλλά ότι μπορούσε να γίνει μόνο κατά το Άρθρο 153 (8) του Συντάγματος, δηλαδή υπό τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που είναι δυνατή η παύση Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Μια διαδικασία που ως ορίζει το Σύνταγμα είναι «δικαστικής φύσης» με δικαίωμα να ακουστεί και να υποστηρίξει την υπόθεση του ο επηρεαζόμενος. Αρμόδιο είναι ένα Συμβούλιο που απαρτίζεται, ως προβλέπει το Σύνταγμα, από τον Πρόεδρο και τα δύο μέλη του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου. Βέβαια η ύπαρξη των δύο Ανωτάτων Δικαστηρίων δεν υπάρχει πλέον αφού δυνάμει του Δικαίου της Ανάγκης μετά την Τουρκανταρσία του 1963-64 ψηφίστηκε ο Ν.33/64 και έκτοτε υπάρχει πλέον το Ανώτατο Δικαστήριο που λειτουργεί μέχρι και σήμερα.Το Άρθρο τούτο του Συντάγματος δεν έχει εξεταστεί μέχρι σήμερα σε Δικαστική υπόθεση. Υπάρχει μόνο η υπόθεση που προσωπικά προώθησε ο κ. Α. Παπασάββας κατά του τότε Γενικού Εισαγγελέα (ανεξάρτητου θεσμού επίσης), κ. Αλ. Μαρκίδη στην οποία όμως, δεν εξετάστηκε η ουσία της γιατί, κρίθηκαν τα ακόλουθα απόλυτα σχετικά που πρέπει να προβληματίσουν και κάθε νέα τώρα σκέψη, αφού αφορούσαν στο Έντυπο που χρησιμοποιήθηκε:«Θέτουμε το ερώτημα:Πριν από τη θέσπιση του Νόμου 33/64 θα μπορούσε ένας ενδιαφερόμενος να ενεργοποιήσει τη δικαιοδοσία του Συμβουλίου που καθιδρύθηκε από το άρθρο 153.8 του Συντάγματος με τη χρησιμοποίηση του Εντύπου αρ. 1; Η απάντηση είναι σαφώς αρνητική.Το Έντυπο αρ. 1 έχει προσδιορισθεί από τον Καν. 4(1) για την έναρξη διαδικασίας ενώπιον του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου η οποία πρόδηλα δεν περιλαμβάνει και τη διαδικασία ενώπιον του Συμβουλίου που καθιδρύθηκε δυνάμει του άρθρου153.8 του Συντάγματος.Όπως έχει ήδη υποδειχθεί ο Διαδικαστικός Κανονισμός του 1962 έχει θεσπισθεί από το άρθρο 135 το οποίο δίδει εξουσία στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο να εκδίδει Κανονισμούς για τη ρύθμιση της ενώπιον αυτού ακολουθητέας διαδικασίας.Ωστόσο η διαδικασία ενώπιον του Συμβουλίου δεν συνιστά διαδικασία ενώπιον του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου. Αυτό γιατί οι αρμοδιότητες που προβλέπονται από το άρθρο 153.8 του Συντάγματος, δεν ασκούνται από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο αλλά από Συμβούλιο. Συνεπώς η αρμοδιότητα του Συμβουλίου δεν ήταν δυνατό να ενεργοποιηθεί με το έντυπο το οποίο χρησιμοποιείται για την έναρξη «πάσης διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου». Τα δύο όργανα - το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο και το Συμβούλιο - είναι διαφορετικά. Τονίζουμε ότι οι αρμοδιότητες και εξουσίες του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ρυθμίζονται από το Μέρος ΙΧ (άρθρα 133-151) του Συντάγματος. Οι αρμοδιότητες του Συμβουλίου προδιαγράφονται από την παραγ. 8(2) (α) και (β) του άρθρου 153. Βρίσκονται δε στο Μέρος Χ (άρθρα 152-164) του Συντάγματος το οποίο ρυθμίζει τις αρμοδιότητες και εξουσίες του «Ανωτάτου Δικαστηρίου και των υπό τούτο Τεταγμένων Δικαστηρίων».Μια απόφαση που πέραν από το ότι χρειάζεται να μελετηθεί σε βάθος για το εάν ήταν ο τυπικός αυτός λόγος, όντως βάση για μη εξέταση του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι ποτέ πριν ή έστω μετά την απόφαση αυτή δεν καθορίστηκε δια Κανονισμών δυνάμει των Άρθρων 135 ή 163, ποίο έντυπο μπορεί να αποτελέσει αφετηρία μιας τέτοιας διαδικασίας και βέβαια δεν υπάρχουν Κανονισμοί για τον τρόπο διεξαγωγής της όλης διαδικασίας.Ο τερματισμός της ιδιότητας του Βοηθού Διοικητή που αποφάσισε με ανάκληση του διορισμού το 2013 ο Πρόεδρος και η επακολουθήσασα δικαστική διαφορά ως διεξήχθη, δεν παρέχει τελεσίδικο δίδαγμα ή κατευθυντήρια γραμμή για μια νέα, ενδεχόμενη, ανάλογη τώρα απόφαση. Η όλη λοιπόν νομική διάσταση θα πρέπει να αποτελέσει σοβαρό νομικό προβληματισμό για τις όσες θα επιφέρει με προφανείς νομικές και πραγματικές προεκτάσεις.

Keywords
Τυχαία Θέματα