Η κυρά της λίμνης του Άβαλον, η ωραία κοιμωμένη.

Ο μαθητής στάθηκε μπροστά στη βαριά
ξύλινη πόρτα αναποφάσιστος.
«Εμπρός μη φοβάσαι» του είπε ο δάσκαλος δίπλα του.
«Που οδηγεί δάσκαλε;» Ρώτησε ο μαθητής φοβούμενος μήπως βρεθεί αντιμέτωπος ξανά με τον φύλακα του κατωφλιού.
«Θα μάθεις σύντομα αλλά μην ανησυχείς για την δοκιμασία που έχεις στο....
μυαλό σου. Όταν είσαι έτοιμος θα το ξέρεις μόνο σου»
Ο μαθητής γύρισε το παλιό σκουριασμένο μάνταλο κι έσπρωξε την πόρτα που άνοιξε αφήνοντας ένα ανατριχιαστικό τρίξιμο.
«Μοιάζει να μην έχει ανοίξει για χρόνια δάσκαλε»
«Μοιάζει να μην έχεις κατέβει ποτέ ξανά εδώ κάτω»
Πηχτό
σκοτάδι τον τύλιξε στο πρώτο δειλό του βήμα παρά το φως που ακτινοβολούσε ο δάσκαλος. Στάθηκε στο κεφαλόσκαλο και στράφηκε πίσω του.
«Δάσκαλε είναι σκοτεινά φοβάμαι. Το φως σου χρειάζομαι το φως σου για να συνεχίσω. Θέλω να περάσεις μπροστά»
«Όχι παιδί μου αυτό το μέρος είναι δικό σου πρέπει να το φωτίσεις εσύ»
«Γιατί που είμαστε;» Ρώτησε ανήσυχος.
«Μέσα σου στον εαυτό σου»
«Μα δάσκαλε τι κάνουμε εδώ γιατί είναι τόσο σκοτεινά;»
«Μέσα σου βρίσκεται η κυρά της Λίμνης του Άβαλον. Η ωραία κοιμωμένη»
«Μέσα μου;» Ρώτησε ξαφνιασμένος ο μαθητής.
«Ναι μέσα σου αλλά από ότι αντιλαμβάνεσαι δεν έχεις κοιτάξει ποτέ μέσα σου»
«Γιατί το λες αυτό δάσκαλε;»
«Κοίταξε γύρω σου το σκοτάδι, που είναι το φως; Έμαθες να κοιτάς έξω την ύλη αλλά ποτέ μέσα σου, γι αυτό είναι τόσο σκοτεινά. Ας βάλουμε μια τάξη εδώ»
«Πως;»
«Κοίταξε το φως που αναδύω και πάρε μια βαθιά εισπνοή. Οραματίσου αυτό το λευκό φως να λούζει όλο σου τον εσωτερικό κόσμο»
Ο μαθητής ακολούθησε τις οδηγίες του δασκάλου και μερικά δευτερόλεπτα μετά ένα αχνό φως άρχισε να διαλύει σιγά-σιγά το σκοτάδι γύρω του.
«Επανέλαβε» Του είπε ο δάσκαλος κι ο μαθητής υπάκουσε συνεχίζοντας να εισπνέει λευκό φως αναγκάζοντας το σκοτάδι να διαλυθεί τελείως.
Μια σειρά από πέτρινα σκαλιά που κατηφόριζαν αποκαλύφθηκε μπροστά στα έκπληκτα μάτια του.
Δεξιά κι αριστερά κατά μήκος της στενής διαδρομής κρεμόντουσαν πίνακες ζωγραφικής που έμοιαζαν να είναι σκαλισμένοι στον τοίχο.
Ο μαθητής προχώρησε και σταμάτησε μπροστά απ’ τον πρώτο προσπαθώντας να διακρίνει τι απεικόνιζε.
«Δάσκαλε γιατί είναι θολός; Γιατί δεν μπορώ να δω το θέμα;»
«Δεν είσαι έτοιμος γι αυτό ακόμη. Καλύτερα να συνεχίσεις.»
«Τι μπορεί να είναι δάσκαλε;»
«Οι πίνακες απεικονίζουν τις προηγούμενες ζωές σου. Μόνο όταν είσαι έτοιμος και ξανάρθεις εδώ θα σου αποκαλυφθούν. Ως τότε δεν θα μπορείς να δεις. Είναι καλύτερα έτσι;»
«Μα γιατί; Θα ήθελα να δω μια προηγούμενη ζωή»
«Αλήθεια; Ακόμη κι αν έβλεπες ότι σε δολοφονούν;. Ακόμη κι αν έβλεπες ότι ο δολοφόνος σου είναι τώρα μαζί σου σ’ αυτή τη ζωή;»
«Τι;»
«Αυτό ακριβώς. Νομίζεις ότι θα μπορούσες να συγχωρήσεις; Θα μπορούσες να καταλάβεις;»
«Δεν ξέρω δάσκαλε»
«Εγώ όμως ξέρω γι αυτό συνέχισε τον δρόμο σου»
Ο μαθητής προχώρησε ρίχνοντας κάποιες ματιές τριγύρω νιώθοντας μια έντονη ανησυχία. Μέσα του φώλιασε η αμφιβ
Keywords
Τυχαία Θέματα