Ο Γιάννης αποκαλύπτει τον ρατσισμό.

Γράφει ο Θάνος Καμήλαλης στα Μικρόβια

Πριν λίγες μέρες ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, εκκολαπτόμενος σταρ του ΝΒΑ πλέον, οργάνωσε έναν αγώνα μπάσκετ στην περιοχή όπου μεγάλωσε, εν μέσω φοβερών δυσκολιών, στα Σεπόλια. Στην όμορφη αυτή εκδήλωση βρέθηκαν εκατοντάδες κόσμου, που τον αποθέωσαν και θέλησαν να τον γνωρίσουν από κοντά. Θα προχωρήσουμε στην αυθαίρετη υπόθεση ότι προτού μεταμορφωθεί σε έναν παγκοσμίου φήμης καλαθοσφαιριστή, οι αντιδράσεις του κόσμου
απέναντι του δεν ήταν το ίδιο θετικές...
Όσο κι αν φαίνεται παράξενο ή υπεραισιόδοξο, στην Ελλάδα δεν υπάρχει πολύς "καθαρός" ρατσισμός, δηλαδή διάκριση αυστηρά με φυλετικά κριτήρια. To ποσοστό που πιστεύει στην υπεροχή της λευκής φυλής και του "ελληνικού αίματος", παρά τα νοσηρά στερεότυπα που αναπαράγονται μεταξύ σοβαρού και αστείου, έχει παραμείνει στο περιθώριο.

Άλλωστε δεν υπάρχουν και οι ιστορικές συνθήκες ώστε να έχουν ξεμείνει τέτοιες πεποιθήσεις στους ανθρώπους, σε αντίθεση με χώρες που υποφέρουν από βαθιά ριζωμένες ρατσιστικές αντιλήψεις, όπως η απαρτχαϊντική Ν.Αφρική ή οι ΗΠΑ. Αυτό που υπάρχει στη χώρα θα μπορούσε να οριστεί ως "ταξικός" ρατσισμός, με την έννοια ότι στην διάκριση λαμβάνεται υπόψιν και η οικονομική κατάσταση του "ξένου". Στο μυαλό του μέσου συντηρητικού Έλληνα, ο μετανάστης που βρίσκεται απέναντι του είναι "εχθρός" όχι λόγω του δέρματος του, αλλά λόγω του ότι είναι και οι δύο ανταγωνιστές στην ίδια οικονομική αρένα, όπου με τα τωρινά ολοένα και πιο νεοφιλελεύθερα πρότυπα, κάποιοι επιβιώνουν και οι υπόλοιποι αφήνονται στη μοίρα τους, στον οικονομικό θάνατο. Σε αυτές τις συνθήκες ζούγκλας διεξάγεται μια θλιβερή μάχη: φτωχοί εναντίον εξαθλιωμένων, με έπαθλο τα ξεροκόμματα των πρώτων και τιμωρία την ανέχεια των δεύτερων. Είναι ένας πόλεμος μεταξύ απελπισμένων, οπότε ο καθένας αναζητά οποιοδήποτε όπλο και τότε η διαφορετική καταγωγή, το δέρμα, η θρησκεία, βρίσκουν χρησιμότητα για τους "καθαρούς" Έλληνες. Κάπως έτσι γεννιέται το ότι "οι ξένοι μας τρώνε της δουλειές", στην πραγματικότητα απεχθανόμαστε και τον διπλανό μας Έλληνα που "μας τρώει τη δουλειά", μόνο που δεν μπορούμε να το εξωτερικεύσουμε. Φυσικά τέτοιου είδους ρατσισμός είναι ευλογία για τις πολιτικοοικονομικές ελίτ, που εμπνεύστηκαν αυτήν την παράλογη και απάνθρωπη κατάσταση, αλλά παραμένουν στο απυρόβλητο και βλέπουν με ευχαρίστηση σαν αυτοκράτορες σε ρωμαϊκή αρένα τις μάζες να αλληλοσπαράζονται.

Με απλά λόγια: ο πωλητής CD Αντετοκούνμπο πέφτει συχνά θύμα ρατσισμού, ο NBAer Αντετοκούνμπο οχι. Γιατί ο δεύτερος κατάφερε να ξεφύγει από τη "γυάλα" στην οποία διεξάγεται ο ομοταξικός πόλεμος, οπότε δεν αποτελεί "εχθρό" για τον μέσο Έλληνα, μόνο άπιαστο όνειρο.

Είναι επίσης θέμα στερεοτύπων. Το σκούρο χρώμα δηλώνει φτώχεια, ενώ το λευκό ευρωστία. Η Ελλάδα δέχεται κάθε χρόνο εκατομμύρια επιθυμητούς "ξένους", τουρίστες από κάθε γωνιά της γης και κανένας υπάνθρωπος δεν επιθυμεί να τους "πετάξει στη θάλασσα", φανερά τουλάχιστον. Ακόμα και οι Γερμανοί, που θα μπορούσαν μέσω μιας στρεβλής λογικής πορείας να θεωρηθούν υπαίτιοι για μέρος των δεινών της ελληνικής κοινωνίας, δεν πέφτουν θύματα διακρίσεων. Είναι εντυπωσιακό το πώς συγκεκριμένοι ακροδεξιοί πόθοι όπως "να φύγουν οι ξένοι από την Ελλάδα" και η "ανωτερότητα της φυλής" εξαϋλώνονται όταν ...μιλάει το χρήμα. O συνήθης ρατσιστής δεν εχθρεύεται τον Σκανδιναβό, ούτε τον Ασιάτη ούτε το σκουρόχρωμο δέρμα του Σαουδάραβα. Ενοχλείται όμως με τον Ιρακινό, Πακιστανό, Αφρικανό... Ο συνήθης ρατσιστής επιλέγει ποιον θα πολεμήσει και το κριτήριο είναι καθαρά οικονομικό. Μάλλον δεν επιλέγει αυτός, κάποιοι του οπλίζουν το χέρι, του δείχνουν τα εύκολα θύματα, τον καθοδηγούν σαν μια θλιβερή μαριονέτα και μετά τρίβουν τα χέρια τους από ικανοποίηση.

Όλα αυτά δεν προκαλούν καμία έκπληξη. Το "διαίρε και βασίλευε" είναι συνηθισμένη τακτική κάθε εξουσίας, κυρίως όταν προσπαθεί να διασωθεί σε περιόδους κρίσης. Τότε όλοι φταίνε. Ο δημόσιος υπάλληλος είναι "τεμπέλης", ο έμπορος "δεν κόβει απόδειξη", ο γιατρός παίρνει "φακελάκι" και ο μετανάστης είναι "μαύρος". Ακόμα και το ίδιο το κράτος προωθεί την επιλεκτική αντιμετώπιση των "ξένων". Στην περίπτωση του Αντετοκούνμπο, ένας βαθιά συντηρητικός οργανισμός βρήκε τρόπο, εν μία νυκτί ουσιαστικά, να του παρέχει την ελληνική ιθαγένεια, ώστε να μπορέσει να αγωνιστεί με την εθνική Ελλάδος. Τέτοιο προνόμιο ήταν αδύνατο εκείνη τη στιγμή για οποιοδήποτε άλλο παιδί μεταναστών, ακόμα κι αν είχε περάσει όλη του τη ζωή στην Ελλάδα και μάλιστα ήταν οι δυνάμεις της ΝΔ που κατέστρεψαν αυτή τη δυνατότητα, της ίδιας ΝΔ που μέσω του Σαμαρά μετά καλούσε τον Γιάννη στο προεδρικό Μέγαρο. Από το Μαξίμου στην Αμυγδαλέζα, ένα κάρφωμα δρόμος.

Τουλάχιστον όσον αφορά την ιθαγένεια, έναν χρόνιο παραλογισμό του κρατικού μηχανισμού, τα μηνύματα είναι εξόχως θετικά. Με πρωτοβουλία της Τ.Χριστοδουλοπούλου, έχει κατατεθεί στο opengov το νομοσχέδιο για την παροχή ιθαγένειας στα παιδιά των μεταναστών και μέσα σε σύντομο διάστημα αναμένεται να γίνει νόμος του κράτους. Είναι ίσως η πιο θετική κίνηση μέχρι στιγμής της νέας κυβέρνησης.

Έχουμε ανάγκη από νέους Αντετοκούνμπο, ακόμα κι αν δεν βρίκονται στο ΝΒΑ.
Keywords
Τυχαία Θέματα