Ευνοημένες και αδικημένες γενιές

του Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη

Βάρβαρες φυλές με μεγάλα πέλματα
ανάσκαψαν την πατρική γη
και μόνο ένα χάνι ερειπωμένο
έστεκε ακόμα πλάι στο δρόμο,
όπου άφηναν τις ψείρες τους οι περαστικοί
… σαν τον ποιητή στο έλεος όλου του κόσμου.
Τάσος Λειβαδίτης

Υπάρχουν ορισμένες εικόνες που σε πληγώνουν βαθιά. Είναι εικόνες που πληγώνουν βαθιά και το σώμα της ίδιας της κοινωνίας, εικόνες που προκαλούν το βλέμμα και τη ψυχή και θέλουν να την κάνουν να ουρλιάξει.

Από τη μια πλευρά βλέπουμε ότι η ανεργία των νέων αγγίζει πλέον δυσθεώρητα ύψη, καταδικάζοντας

εκατοντάδες χιλιάδες νέους ανθρώπους σε μια ζωή εκτός του συστήματος και της ιστορίας, και, από την άλλη, ωθώντας πολλούς από αυτούς να αναζητήσουν μια καλύτερη τύχη στις προηγμένες δυτικές χώρες της Ευρώπης, της Αμερικής και της Ωκεανίας. Δεν είναι λίγοι και εκείνοι οι εξειδικευμένοι, κυρίως, μηχανικοί, που βρίσκουν δουλειά στις χώρες της Αραβικής Χερσονήσου.

Η πιο βαθιά, άδικη και ανελέητη έκφανση της πολύπλευρης κρίσης του τόπου, δεν είναι άλλη από το διαγενεακό έλλειμμα ή με πιο απλά λόγια: η κρίση ανέδειξε ένα κρυφό φαινόμενο, την ύπαρξη ευνοημένων και αδικημένων γενιών.

Υπάρχουν γενιές, εκείνες του Πολυτεχνείου, της Μεταπολίτευσης και της «Αλλαγής» που έζησαν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους στο καθεστώς της αμεριμνησίας, των παχυλών κοινοτικών επιδοτήσεων και των φτηνών δανεικών. Είναι η γενιά της μεζονέτας, του ακριβού αυτοκινήτου, του σκυλάδικου, του διακοποδάνειου, η γενιά που εξέθρεψε τα τέρατα του life style, τα οποία στη συνέχεια προσκύνησε, η γενιά που ξόδεψε ασύστολα όχι μόνο τους λιγοστούς πόρους αλλά και όλα τα δάνεια, υπονομεύοντας έτσι τη ζωή των επερχόμενων γενεών.

Και υπάρχουν και οι άλλες γενιές, που γεννήθηκαν πολύ αργότερα και σήμερα βρίσκονται στην ηλικιακή κατηγορία 20 – 40 ετών. Δεν μετείχαν στο πάρτι της ασυδοσίας, δεν ευθύνονται για τις αλόγιστες σπατάλες, δεν εισέπραξαν παράνομες επιδοτήσεις και πολλά άλλα. Και όμως είναι οι γενιές που πλήττονται άγρια από την κρίση και, το κυριότερο, είναι οι γενιές που θα κληθούν να πληρώσουν το μάρμαρο, χωρίς την παραμικρή ελπίδα, κάποια στιγμή στο μέλλον, να δουν μια άσπρη μέρα.

Το ιδιότυπο αυτό έλλειμμα, η ιδιόμορφη αυτή αντίθεση μεταξύ των γενεών φανερώνει την μεγαλύτερη ιστορική αδικία που έγινε στη χώρα μας μεταπολεμικά. Μια αδικία, δυστυχώς, η οποία δεν μπορεί να αποκατασταθεί, γιατί απλά δεν υπάρχει χρόνος γι’ αυτό. Οι σημερινές νέες γενιές, θύματα της αμεριμνησίας και της επιπολαιότητας των παλαιοτέρων, καλούνται να θυσιαστούν για να ζήσουν καλύτερα οι επερχόμενες γενεές.

Η κατάσταση αυτή μόνο τυχαία δεν είναι. Η ελληνική κοινωνία καταδυναστεύεται, - είτε εν γνώσει της και απολύτως συνειδητά είτε όχι, - από μια γραμμική αντίληψη του χρόνου (ιουδαϊκής – χριστιανικής προέλευσης) όπου η ευτυχία του ανθρώπου (ως άτομο και ως κοινωνία) επιτυγχάνεται μόνο στο παρελθόν και μόνο στο μέλλον, ενώ το παρόν προσφέρεται μόνο για δεινά, βάσανα και ταλαιπωρίες. Αυτή η αδιόρατη ιδέα – τυραννία, καθορίζει, εν πολλοίς και τις συμπεριφορές της κοινωνίας. Όπως οι μεταπολεμικές γενιές, μέσα από σκληρή προσπάθεια, κατάφεραν να ορθοποδήσουν και με τις αποταμιεύσεις τους να οικοδομήσουν μια καλύτερη ζωή, έτσι και οι σημερινές νέες γενιές καλούνται να πράξουν για το μέλλον των επερχόμενων γενεών.

Το διάλειμμα – τραγωδία της Μεταπολίτευσης ήταν απλά μια παρεκτροπή με ολέθριες συνέπειες. Μια τραγωδία χωρίς Ερινύες και Κάθαρση, αφού οι πρωταγωνιστές της δεν καλούνται να πληρώσουν τα σπασμένα αλλά τα μεταθέτουν στην επόμενη γενιά. Και αυτό είναι κάτι που η ιστορία θα τους το καταλογίσει.

Keywords
Τυχαία Θέματα