Διπλωματική κόντρα με το "καλημέρα"

Του Κώστα Ράπτη

“Ορισμένοι εκ των εταίρων μας παραβίασαν τους κανόνες και μας έφεραν προ τετελεσμένων, προτού καν ορκισθεί η νέα κυβέρνηση. Αυτό δεν θα γίνει δεκτό” δήλωσε κατά την τελετή παράδοσης-παραλαβής του υπουργείου Εξωτερικών ο νέος υπουργός Νίκος Κοτζιάς, σχολιάζοντας την κοινή γραπτή δήλωση που εξέδωσαν την Τρίτη οι ηγέτες των 28 κρατών μελών της Ε.Ε. Και με την οποία επιρρίπτουν στη Ρωσία την ευθύνη για την πρόσφατη κλιμάκωσης της ουκρανικής

κρίσης, προαναγγέλλοντας εμμέσως και νέες κυρώσεις.

Υπενθυμίζεται ότι νωρίτερα η γενική γραμματεία της κυβέρνησης με ανακοίνωσή της κατήγγειλε ότι η κοινή δήλωση των 28 κυκλοφόρησε “χωρίς να έχει ακολουθηθεί η προβλεπόμενη διαδικασία για την εξασφάλιση συναίνεσης των κρατών-μελών και ειδικότερα της Ελλάδας” και έκανε γνωστό ότι “δυσαρέσκεια για τη μεθόδευση αυτή εκφράστηκε στο πλαίσιο τηλεφωνικής συνομιλίας του Πρωθυπουργού με την Ύπατη Εκπρόσωπο της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής Federica Mogherini” και υπηρεσιακά δια τους Μονίμου Αντιπροσώπου μας στην Ε.Ε.

Πάντως, ο Preben Aamann, εκπρόσωπος του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ανέφερε προς την Wall Street Journal ότι “όπως πάντοτε, κατά την προετοιμασία του συγκεκριμένου κειμένου, υπήρξε διαβούλευση με όλα τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένου και εκπροσώπου της νέας ελληνικής κυβέρνησης” (προφανώς των “sherpas” των πρωθυπουργικών γραφείων για τις Συνόδους Κορυφής), χωρίς να προκύψει μέχρι το βράδυ της Δευτέρας η εντύπωση ότι η Αθήνα αντιδρά στο σχέδιο δήλωσης.

Κατά τον ίδιο, μάλιστα, το γραφείο του Donald Tusk (ο οποίος συνεχάρη τηλεφωνικά τον Αλέξη Τσίπρα για την εκλογή του το βράδυ της Δευτέρας) προσφέρθηκε να συμπεριλάβει υποσημείωση με την οποία να εξηγείται ότι η κοινή δήλωση δεν καλύπτει την Αθήνα, αλλά αυτό δεν έγινε δεκτό, οπότε θεωρήθηκε ότι το κείμενο μπορούσε να δημοσιοποιηθεί στην συμφωνημένη από την προηγουμένη μορφή του.

Κοινοτικές πηγές, τις οποίες επικαλείται το ΕUobserver.com αναφέρουν ότι η Αθήνα θέλησε να αφαιρεθεί το χωρίο που επέρριπτε στη Ρωσία την αντικειμενική ευθύνη για την αιματοχυσία στη Μαριούπολη – και ότι αντίστοιχες προσπάθειες να “αμβλυνθεί” η δήλωση κατέβαλαν οι κυβερνήσεις της Αυστρίας, Ουγγαρίας και Σλοβακίας.

Παράδοση-παραλαβή με αιχμές

Οι δηλώσεις Κοτζιά προκάλεσαν πάντως την έντονη αντίδραση του απερχόμενου υπουργού Ευάγγελου Βενιζέλου, ο οποίος απάντησε κατά την τελετή παράδοσης-παραλαβής ότι ποτέ την τελευταία πενταετία η Ελλάδα δεν απεδέχθη πίεση στα θέματα εξωτερικής πολιτικής με μοχλό την οικονομική κρίση. Ευχήθηκε δε στον διάδοχό του να μη ζήσει όσα ο ίδιος έζησε, αλλά και στη νέα κυβέρνηση να φέρει κάτι καλύτερο από τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα. Στην παρατήρηση δε του διαδόχου του ότι “αυτό το έκρινε ο λαός” στις εκλογές ανταπάντησε ότι “πάνω και από τη Δημοκρατία βρίσκεται η Ιστορία” - υπονοώντας ότι οι ιστορικοί του μέλλοντος θα τον κρίνουν επιεικέστερα από τους εκλογείς.

Σε αυτό το φόντο, ο νέος υπουργός Εξωτερικών, γνωστός θιασώτης της καλλιέργειας των σχέσεων με τις χώρες BRICS, μεταβαίνει σήμερα στις Βρυξέλλες, ώστε να μετάσχει στην αυριανή έκτακτη συνεδρίαση του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων για την ουκρανική κρίση, όπου και μένει να φανεί το “βάθος” της ελληνικής διαφωνίας, αλλά και της αντίδρασης των λοιπών συμμετεχόντων.

Οι ενδιαφερόμενοι δεν εξεπλάγησαν

Ωστόσο, τα ερωτήματα για την πρώτη αυτή διπλωματική “εμπλοκή” της νέας κυβέρνησης και τους λόγους που την υπαγόρευσαν, παραμένουν.

Ασυνεννοησία, στις ιδιόμορφες συνθήκες του 24ώρου κατά το οποίο πρωθυπουργός ήταν ήδη ο Αλέξης Τσίπρας αλλά κυβέρνηση αυτή που είχε συγκροτήσει ο Αντώνης Σαμαράς; Αυθόρμητη αντίδραση οφειλόμενη σε αριστερά αντανακλαστικά, χωρίς συνυπολογισμό της περιρρέουσας διεθνούς ατμόσφαιρας; Συνειδητή προβολή “αγέρωχου προσώπου”, ώστε να μην θεωρείται δεδομένη η Αθήνα στην διαπραγμάτευση για το χρέος που κατεξοχήν την ενδιαφέρει; “Ανδρεοπαπανδρεϊκός” αντιπερισπασμός έναντι άλλων προδιαγραφόμενων υποχωρήσεων; Παροχή διευκολύνσεων σε άλλους ενδιαφερόμενους (π.χ. κυβέρνηση Ρέντσι στην Ιταλία), που επίσης δυσφορούν για το ότι οι σχέσεις της Ε.Ε. με την Ρωσία έχουν μπει σε έναν “αυτόματο πιλότο” κλιμακούμενης ψυχρότητας;

Και όμως, ο μόνος που αιφνιδιάζεται είναι το εγχώριο ακροατήριο, καθώς η σημασία που έχει για τη χώρα μας το ξέσπασμα του νέου Ψυχρού Πολέμου (περιπλέκοντας ασφαλώς και τα όσα εκτυλίσσονται στην “κυρίως σκηνή” της κρίσης της ευρωζώνης) υποτιμήθηκε ή αποσιωπήθηκε κατά την προεκλογική περίοδο. Αντίθετα, σε ξένα μέσα ενημέρωσης μπορούσε κανείς να εντοπίσει, πριν και από την ορκωμοσία του Αλέξη Τσίπρα, αναλύσεις σαν αυτή των Moscow Times, υπό τον τίτλο “Οι ελληνικές εκλογές εξασφαλίζουν στον Putin έναν φίλο στην Ευρώπη”, ή του Radio Free Europe/Radio Liberty υπό τον τίτλο “Πώς η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να αλλάξει την πολιτική της Ε.Ε. ως προς τη Ρωσία”.

Της προσοχής των ενδιαφερομένων δεν έχει διαφύγει ούτε η επίσκεψη Τσίπρα στη Μόσχα τον περασμένο Μάιο (οπότε τάχθηκε υπέρ της αυτοδιάθεσης της Κριμαίας και υποστήριξε ότι η Ε.Ε. αυτοπυροβολείται με τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας), ούτε οι ενθουσιώδεις παλαιότερες δηλώσεις του Κώστα Ήσυχου για την προέλαση των αυτονομιστών της ανατολικής Ουκρανίας ούτε το γεγονός ότι οι ευρωβουλευτές του κόμματος έχουν καταψηφίσει τη Συμφωνία Σύνδεσης Ε.Ε.-Ουκρανίας και κάθε καταδικαστικό για τη Μόσχα ψήφισμα. Άλλωστε, ο πρώτος ξένος διπλωμάτης που συνάντησε τη Δευτέρα ο νικητής των ελληνικών εκλογών ήταν ο πρεσβευτής της Ρωσίας στη χώρα μας - για να ακολουθήσει την επομένη ο Κινέζος συνάδελφός του.

Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση Τσίπρα βάζει από την πρώτη μέρα της ύπαρξής της δυο βαριά “καρπούζια” στην ίδια μασχάλη: την προεξοφλημένη αντιπαράθεση με το Βερολίνο για τα θέματα της οικονομίας και την απόκλιση από το ευρω-ατλαντικό στρατόπεδο σε ό,τι αφορά την στάση έναντι της Ρωσίας - όπου μάλιστα οι ρόλοι “ιεράκων” και “περιστερών” εν πολλοίς αντιστρέφονται μεταξύ του γερμανικού και του αμερικανικού παράγοντα.

Τα στενά νοούμενα οικονομικά συμφέροντα της Ελλάδας οπωσδήποτε ταυτίζονται με την επιδίωξη αποκατάστασης των σχέσεων Ε.Ε.-Ρωσίας – η δε νέα κυβέρνηση ενδεχομένως αξιολογεί ότι σε περιβάλλον νέου ψυχρού πολέμου οι δυνατότητές της να ελιχθεί και να επιβιώσει πολιτικά περιορίζονται. Όμως, το ρίσκο της περαιτέρω επιβάρυνσης της ατζέντας με τους ισχυρότερους εταίρους είναι μεγάλο – και ελπίζει κανείς να είναι και μελετημένο.

Keywords
Τυχαία Θέματα