Αύξηση ρύπων και Κρίση

Το αίτημα για ειδική μεταχείριση των ενεργοβόρων βιομηχανιών της Ελλάδας, ως προς την επιβάρυνση για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, επανέφερε ο υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής Γιάννης Μανιάτης μιλώντας σήμερα σε ημερίδα με θέμα: «Ανταγωνιστικότητα και Πολιτικές για την Κλιματική Αλλαγή», που διοργάνωσε το Συμβούλιο ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη στο Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών.

«Μια

χώρα που βρίσκεται σε βαθιά ύφεση και γειτονεύει με χώρες που δεν υπόκεινται σε περιορισμούς εκπομπών, πρέπει να έχει δίκαιη μεταχείριση, ιδιαίτερα για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες της» τόνισε ο υπουργός.

Ο κ. Μανιάτης επεσήμανε ακόμη ότι η εξοικονόμηση ενέργειας και η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, αποτελούν βασικούς στόχους της κυβερνητικής πολιτικής για τον πρόσθετο λόγο ότι το 70% των υλικών για την ενεργειακή θωράκιση των κτιρίων παράγεται από την εγχώρια βιομηχανία. Σημείωσε, τέλος, ότι πριν 15 ημέρες τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση η στρατηγική για την προστασία της βιοποικιλότητας ενώ αναφερόμενος στις εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο, είπε ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας ως το 2050 θα απαιτηθούν επενδύσεις ύψους 36 τρισ. δολαρίων στον ενεργειακό τομέα παγκοσμίως.

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, Ευθύμιος Βιδάλης, επεσήμανε ότι η Ελλάδα είναι από τις χώρες που κινδυνεύει περισσότερο από το φαινόμενο του carbon leakage (διαρροή άνθρακα), δηλαδή τον κίνδυνο να μετεγκατασταθούν επιχειρήσεις της σε τρίτες χώρες όπου ισχύουν λιγότερο αυστηροί ή καθόλου περιορισμοί ως προς τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου.

Όπως τόνισε ο κ. Βιδάλης, υπάρχει σημαντικός κίνδυνος να υποβαθμιστεί ακόμη περισσότερο η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας και να χαθεί η ελληνική παραγωγή όσο και οι αντίστοιχες θέσεις εργασίας. Ο κ. Βιδάλης χαιρέτησε εξάλλου την πρωτοβουλία του ΥΠΕΚΑ, να προτείνει να υπάρξει σε κοινοτικό επίπεδο ειδική μέριμνα για χώρες που εμφανίζουν παρατεταμένη οικονομική ύφεση, όπως και για χώρες που η γεωγραφική τους θέση τις καθιστά ευάλωτες στον ανταγωνισμό από χώρες που δεν είναι ενταγμένες στο μηχανισμό δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων CO2.

Στην εκδήλωση παρουσιάστηκε έρευνα του ΙΟΒΕ για τις επιπτώσεις της διαρροής άνθρακα στην ελληνική οικονομία, σύμφωνα με την οποία με τις τρέχουσες τιμές των δικαιωμάτων εκπομπής, οι επιπτώσεις στο ΑΕΠ πλησιάζουν τα 380 εκ. ευρώ, ή περίπου 0,2% του ΑΕΠ και σε απώλεια 5.500 θέσεων εργασίας.

Η αύξηση της τιμής των δικαιωμάτων σύμφωνα με την ίδια μελέτη οδηγεί σε σημαντική αύξηση της αρνητικής επίδρασης. Με τιμή στα 15 ευρώ ανά τόνο διοξειδίου του άνθρακα, η αρνητική επίδραση στο ΑΕΠ εκτιμάται ότι υπερβαίνει το 1,1 δισ. ευρώ (0,5% του ΑΕΠ), ενώ οι απώλειες θέσεων εργασίας εκτιμάται ότι υπερβαίνουν τις 16.300. Αν η τιμή των δικαιωμάτων αυξηθεί στα 30 Eυρώ/tCO2 , η επίπτωση στο ΑΕΠ αυξάνεται σε περισσότερο από 2,2 δισ. ευρώ (1,1% του ΑΕΠ), ενώ σε όρους απασχόλησης χάνονται περισσότερες από 32.700 θέσεις εργασίας.

Πηγή: ΑΜΠΕ

Keywords
Τυχαία Θέματα