Ο Στράτος Τζώρτζογλου φόρεσε ξανά τη Φανέλα με το 9: "Ενιωσα σαν θεός όταν έβαλα το πέναλτι στη Νέα Φιλαδέλφεια"

Βρισκόμαστε στο 1987. Η ΑΕΚ υποδέχεται στο γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας τον Εθνικό και στόχο έχει μόνο τη νίκη. Το σφυροκόπημα των κιτρινόμαυρων ξεκινά από τα πρώτα λεπτά του αγώνα. Φάσεις, η μία πίσω από την άλλη, σουτ, δοκάρι. Η μπάλα, όμως, δεν λέει να πάει με τίποτα μέσα και το πρώτο ημίχρονο λήγει με 0-0.

Ξαφνικά, οι 35.000 θεατές οι οποίοι βρίσκονται στο γήπεδο για το ματς και έχουν αρχίσει να μανουριάζουν με την αστοχία των ποδοσφαιριστών της ομάδας, βλέπουν ένα ολόκληρο κινηματογραφικό συνεργείο να μπαίνει τρέχοντας στον

αγωνιστικό χώρο και να στήνει τις κάμερες μπροστά στην μία από τις δύο εστίες, για να τραβήξει τη σκηνή ενός πέναλτι.

Πρωταγωνιστής της σκηνής, ο 22χρονος, άγνωστος στο ευρύ κοινό, Στράτος Τζώρτζογλου, ο οποίος υποδύεται τον ρόλο του Μπιλ Σερέτη, ενός ταλαντούχου νέου ποδοσφαιριστή. Η ταινία είναι "Η Φανέλα με το 9", την οποία σκηνοθετεί ο Παντελής Βούλγαρης σε σενάριο βασισμένο στο ομότιτλο βιβλίο του Μένη Κουμανταρέα που είχε κυκλοφορήσει πριν από μερικά χρόνια.

Ο χρόνος πιέζει, καθώς το ματς ξεκινάει και πάλι σε μερικά λεπτά. Ο Στράτος Τζώρτζογλου στήνει τη μπάλα στα 11 μέτρα, εκτελεί, ωστόσο, η μπάλα πηγαίνει για λίγο άουτ. Ο κόσμος αρχίζει να γιουχάρει έντονα.

Ο Τζώρτζογλου εκτελεί ξανά. Γκολ! Ο ηθοποιός αρχίζει να τρέχει στο γήπεδο και οι οπαδοί, από εκεί που τον αποδοκίμαζαν, τώρα πανηγυρίζουν μαζί του λες και πρόκειται για κανονικό γκολ.

Κατευθύνεται προς την κερκίδα, ανεβαίνει στα κάγκελα και αρχίζει να πανηγυρίζει μαζί τους. Οι συμπαίκτες του τον ακολουθούν, τον βάζουν στους ώμους τους και μαζί ξεκινούν ένα γύρο του θριάμβου σ’ όλο το γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας, χορεύοντας σαν παιδιά.

Οι κάμερες του Παντελή Βούλγαρη, ο οποίος έχει μείνει αποσβολωμένος, δεν σταματούν να γράφουν ούτε λεπτό τις αντιδράσεις του κόσμου. Μόλις είχε γυριστεί μία από τις πιο ρεαλιστικές ποδοσφαιρικές σκηνές τόσο του ελληνικού όσο και του παγκοσμίου κινηματογράφου.

Στα 34 χρόνια που πέρασαν από εκείνο το μεσημέρι στη Νέα Φιλαδέλφεια, έχουν αλλάξει πολλά. Το γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας γκρεμίστηκε και ξαναφτιάχνεται από την αρχή, ενώ ο Στράτος Τζώρτζογλου δεν έχει πάψει πια να θυμίζει το αμούστακο παιδί της ταινίας. Ο ίδιος, όμως, θυμάται ακόμη πολύ καθαρά εκείνη τη σκηνή που το σημάδεψε την καριέρα μια και καλή.

Όταν έχασα το πρώτο πέναλτι, ο κόσμος άρχισε να με βρίζει αλύπητα, ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί

"Είχαμε δέκα λεπτά στη διάθεσή μας και ο χρόνος μάς πίεζε. Ο Παντελής Βούλγαρης μου είχε πει να στείλω τη μπάλα στο γάμα της εστίας προκειμένου να βγει η λήψη έτσι ακριβώς όπως ήθελε, στο σημείο που είχε στήσει τις κάμερες. Με τον τερματοφύλακα, μάλιστα, να κάνει προσπάθεια να το πιάσει.

Τότε του είπα 'Παντελή, αν είναι, φέρε καλύτερα τον Σαραβάκο να το εκτελέσει, γιατί εγώ δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω τόσο καλά.'

Όταν έχασα το πρώτο πέναλτι, ο κόσμος άρχισε να με γιουχάρει και να με βρίζει αλύπητα, ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Είδα τον Βούλγαρη απογοητευμένο και στεναχωρημένο. Λέω τώρα πάει, κατέστρεψα το γύρισμα.

Στο δεύτερο συγκεντρώθηκα, έκανα την προσευχή μου και σούταρα. Εκείνη την ώρα δεν ήμουν ο ρόλος. Ήμουν ο Στράτος που προσπαθούσε να βάλει το γκολ. Δεν ήταν μια σκηνή ταινίας, αλλά ένα ριάλιτι με 35.000 κόσμο να με παρακολουθεί.

Δεν είχα καμία οδηγία από ‘κει και πέρα. Όλες οι αντιδράσεις μου ήταν αυτοσχεδιαστικές. Όταν ανέβηκα στα κάγκελα, μάλιστα, χτύπησα το πόδι μου και έπαθα θλάση. Φαίνεται κιόλας στη σκηνή ότι κούτσαινα, κατεβαίνοντας από τα κάγκελα.

Ένιωσα πραγματικά σαν θεός εκείνη τη στιγμή. Ένιωσα τι σημαίνει να είσαι ποδοσφαιριστής και να σώζεις την ομάδα σου στο 90".

Η σκηνή αυτή ήταν από τις πρώτες που γυρίστηκαν στην Αθήνα. Η πλοκή της ταινίας είχε ως εξής: ένας νεαρός ποδοσφαιριστής, εν ονόματι Μπιλ Σερέτης, έχει ένα τρομερό ταλέντο με την μπάλα. Γρήγορα πέφτει στα ραντάρ των μεγάλων ομάδων και από τα χωμάτινα γήπεδα βρίσκεται να παίζει δίπλα στους καλύτερους ποδοσφαιριστές του ελληνικού ποδοσφαίρου.

Ο χαρακτήρας του, όμως, παραμένει ατίθασος. Ο ίδιος δεν ακούει τον πρόεδρο, αρνείται να λάβει μέρος σ’ ένα στημένο παιχνίδι, τραυματίζεται σοβαρά και δεν κάνει ποτέ την καριέρα που όλοι περίμεναν.

Δύο από θύματα της Θύρας 7 πήγαιναν στο σχολείο μας, ήταν τραγικό αυτό που συνέβη, τα κλάψαμε όλοι εκείνα τα αγόρια

Όπως εξηγεί ο Στράτος Τζώρτζογλου, ο Μπιλ Σερέτης είναι ένα κομμάτι δικού του εαυτού. "Στην ταινία δεν υποδυόμουν κάποιον, ήμουν ο 22χρονος Στράτος. Δεν είχα τελειώσει καλά-καλά το πρώτο έτος της υποκριτικής σχολής, πώς θα μπορούσα να κάνω διαφορετικά. Είχα, όμως, αυτή τη σκληράδα των παιδιών του Πειραιά και τη δίψα τους να πετύχουν. Κι αυτό ο Παντελής Βούλγαρης το ήξερε πολύ καλά".

Ο Στράτος γεννήθηκε το 1967 και μεγάλωσε στα προσφυγικά της Νίκαιας σε μια φτωχή οικογένεια κι ένα σπίτι γεμάτο μούχλα στους τοίχους. Ο ίδιος είναι Ολυμπιακός από μικρός, ωστόσο, η σχέση του με το ποδόσφαιρο έμεινε μόνο στα σουτάκια των διαλειμμάτων στο προαύλιο του σχολείου.

Γήπεδο δεν πήγαινε ποτέ κι αυτό εξαιτίας της τραγωδίας της Θύρας 7 που τον στιγμάτισε το 1981. "Δύο από τα παιδιά που σκοτώθηκαν πήγαιναν στο σχολείο μας. Ήταν τραγικό αυτό που συνέβη. Τα κλάψαμε όλοι εκείνα τα αγόρια. Μετά απ’ αυτό πάγωσαν όλες οι σχέσεις μου με το ποδόσφαιρο" παραδέχεται.

Για τις ανάγκες του ρόλου του Μπιλ Σερέτη, έπρεπε, όμως, να αρχίσει να ασχολείται ξανά μ’ αυτό. Όπως εξηγεί ο ίδιος, τα ποδοσφαιρικά γυρίσματα της ταινίας διήρκεσαν τρεις εβδομάδες και πραγματοποιήθηκαν στο γήπεδο της Προοδευτικής, το οποίο ήταν ακόμη χωμάτινο, στη Νέα Φιλαδέλφεια, στον Βόλο και στο γήπεδο του Ευόσμου στη Θεσσαλονίκη.

Η προετοιμασία του κράτησε περίπου έξι μήνες. "Μπορεί να μην έπαιζα μπάλα, αλλά ήμουν πολύ γυμνασμένος. Έκανα bodybuilding εκείνη την εποχή και είχα βγει τρίτος μάλιστα μια χρονιά στο Mr. Αθήνα" θυμάται.

Ο άνθρωπος που τον βοήθησε τα μέγιστα ήταν ο Θωμάς Ματρακούκας, ο οποίος τότε ήταν προπονητής στην ομάδα των Σουρμένων. "Στην αρχή επειδή κάπνιζα δεν είχα αντοχή να τρέξω, ούτε καλή τεχνική με την μπάλα. Έκανα, όμως, κάθε μέρα προπονήσεις.

Όσο περνούσαν οι εβδομάδες άρχιζα να γινόμουν καλύτερος και να μπαίνω στις φάσεις. Έπαιξα μάλιστα σ’ ένα φιλικό της ομάδας της ομάδας και έβαλα ένα γκολ. Είχα αρχίσει να δρω ως ποδοσφαιριστής κι αυτό είχε φανεί στο μάτι μου".

Στις ποδοσφαιρικές σκηνές της ταινίας, όλα τα υπόλοιπα μέλη του καστ ήταν ποδοσφαιριστές, ενώ, όπως αποκαλύπτει, υπήρχαν μερικά στιγμιότυπα στα οποία δεν είχε αυτός τη μπάλα στα πόδια του αλλά ο Αγγελής, ένας ποδοσφαιριστής του Αθηναϊκού, ο οποίος τύχαινε να έχει τον ίδιο σωματότυπο με τον Τζώρτζογλου. Ήταν, κατά κάποιο τρόπο, ο κασκαντέρ του.

Η ταινία κυκλοφόρησε ένα χρόνο μετά και έσπασε τα ταμεία, κόβοντας περισσότερα από 50.000 εισιτήρια και καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση στο πίνακα με τις πιο επιτυχημένες κινηματογραφικές δουλειές του 1988. Δύο χρόνια μετά έπαιξε ως τηλεταινία, σε έξι αυτοτελή επεισόδια, για λογαριασμό της ΕΤ1, ενώ από τότε σχεδόν κάθε καλοκαίρι, η «Φανέλα με το 9» προβάλλεται σε θερινά σινεμά για τους λάτρεις του ποδοσφαίρου.

Η ιστορία του Μπιλ Σερέτη του ήρωα τον οποίο υποδυόταν ο Τζώρτζογλου, όμως, ήταν τραγική, καθώς δεν κατάφερε να γίνει αυτό που ήθελε. Η τελευταία σκηνή της ταινίας κλείνει με τον πρωταγωνιστή εμφανώς πιο παχύ, να στέκεται στις εξέδρες του γηπέδου 10 χρόνια αργότερα και να παρακολουθεί ένα ματς, χωρίς κανείς από τους οπαδούς γύρω του να τον γνωρίζει.

Τον Μπιλ Σερέτη σήμερα τον βλέπω σαν πατέρας του

Ο ρόλος αυτός σημάδεψε τον Στράτο Τζώρτζογλου, ο οποίος είδε τον εαυτό του, από τη μία μέρα στην άλλη να γίνεται διάσημος και να αναγνωρίζεται στον δρόμο. "Ο Μπιλ Σερέτης μπορεί να μην κάνει τα όνειρά του πραγματικά, έγινε ωστόσο ίνδαλμα για πολλά παιδιά που είδαν την ταινία. Ξέρεις πόσα παιδιά έρχονται ακόμη μέχρι σήμερα και μου λένε πως εξαιτίας του Μπιλ αποφάσισαν να κυνηγήσουν μια καριέρα στο ποδόσφαιρο;

Το παιδί αυτό εγώ το βλέπω σήμερα σαν πατέρας του. Νιώθω όμως ακόμη το ίδιο περιέργος μ’ εκείνο το παιδί, που μπόρεσε να βάλει το γκολ της ζωής του στο 90'".

Η φωτογράφιση και η συνέντευξη έγιναν στο Δημοτικό Γήπεδο Καλλιθέας

Keywords
Τυχαία Θέματα