Σχεδόν Ενήλικες: Η «κανονικότητα» της εξυπναδίστικης ασυναρτησίας

13:11 5/1/2021 - Πηγή: Youfly

Τέσσερις πολύ καλούς (και θεατρικούς) ηθοποιούς να πασχίζουν να βγάλουν ουσία από ένα κλισέ, άνευρο και άνυδρο σενάριο είδε ο Παύλος Αγιαννίδης στο πρώτο επεισόδιο της τηλεοπτικής σειράς του Mega «Σχεδόν ενήλικες», σε σενάριο – σκηνοθεσία Μυρτώς Κοντοβά.

Το ομολογώ. Κλονίστηκα. Όταν είδα ακόμη και ορκισμένους κατά της τηλεόρασης φίλους να δηλώνουν, και μάλιστα με αναρτήσεις δημόσιες, ότι για αυτό το σίριαλ θα συνδέσουν ξανά την κεραία που είχαν ξηλώσει από την οθόνη τους.

Με ιντριγκάρησε. Τι περιμένουν να δουν; Είπα μέσα μου. Και

τη σύνδεσα κι εγώ την κεραία (εντάξει, είχε φθαρεί, τόσον καιρό άχρηστο, το φις, αλλά είχα ευτυχώς άλλο και το αντικατέστησα – που να τρέχεις τώρα που μας έκοψαν και το click away και τα κούριερ κάνουν κανένα δίμηνο).

Τολμηρή επιλογή, θα μου πείτε; Ή, γιατί δεν το έβλεπες στο Ίντερνετ; Μα, για τον ίδιο λόγο που δεν βλέπω πια θέατρο στο ίδιο μέσον. Τηλεοπτικό προϊόν, τηλεοπτική… θέαση. Κανονικά. Όπως παλιά.

Ξεκίνησα λοιπόν να βλέπω – κανονικά – την ιστορία, κατά Μυρτώ Κοντοβά, της «κανονικότητας» μετά την πανδημία, που μας σερβίρει από το Mega με τους «Σχεδόν ενήλικες». Και προτίμησα να μην μπω στην εύκολη τριβιαλοσύνη των καιρών και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Είπα, ας το αντιμετωπίσω σοβαρά. Να δω τι, επιτέλους, περιμένουν και τι παίρνουν οι φίλοι που μπήκαν στη διαδικασία να ξανασυνδέσουν την κεραία, ειδικά γι’ αυτό.

Σχεδόν Ενήλικες: Η επιδερμικότητα και η «επαναστατική» κλισαδούρα

Και κάπου έπεσα πάνω στον αμίμητο διάλογο: «Λέγε τι σκέφτεσαι, ρε». «Ψόφα λίγο, να δω κάτι». Εμ, τι το ήθελα αυτό το «απεταξάμην την τριβιαλοσύνη»; Και τη σοβαρή αντιμετώπιση;

Άσε που λίγο πιο κάτω έπεσα στην άλλη ατάκα «δώσε μου λεφτά, θα μου κόψουν το ρεύμα». Έτσι, απλά και καθημερινά. Διότι έτσι μιλάμε στους εργοδότες μας ή στους προϊσταμένους μας, εμείς οι σχεδόν ενήλικες κοινοί θνητοί.

Η Μυρτώ Κοντοβά της επιτυχημένης στήλης «Μίλα μου βρώμικα» είχε και φαντασία και πλάκα. Η Μυρτώ Κοντοβά, που αποφάσισε εδώ όχι μόνον να γράψει ένα «ατμοσφαιρικό, ζουμερό», όπως το είπαν, σενάριο, αλλά και να σκηνοθετήσει, δεν φαίνεται να έχει. Πάντως, πλάκα για το δικό μου γούστο δεν μου βγήκε να έχει. Να σκάσει τ’ αχείλι μου, βρε αδελφέ. Πόσο δήθεν «επαναστατική» κλισαδούρα αντέχεις σε ένα μόνον τηλεοπτικό επεισόδιο; Και πόση επιδερμικότητα;

Η Μυρτώ Κοντοβά της στήλης, ακόμη και των τραγουδιών, είχε κάτι που τραβούσε τα πράγματα πέρα από το προφανές, το αναμενόμενο, το στερεότυπο. Έστω και για μια στιγμή. Σαν μια μικρή λάμψη. Εδώ; Πολύ και ασυνάρτητο, ολούθε, σκοτάδι μόνον κατάφερα να… δω. Ή να μην δω. Ήταν σκοτεινά. Πολύ σκοτεινά.

Οι τέσσερις έμπειροι ηθοποιοί πασχίζουν να δώσουν λάμψη στο σκοτάδι

Ας πάμε, όμως, πρώτα στην ουσία του «Σχεδόν ενήλικες». Σε αυτό που είναι και το μεγάλο ατού της σειράς. Τέσσερις (τουλάχιστον) γεροί, έμπειροι και λαμπεροί θεατρικοί ηθοποιοί να πασχίζουν με τη δική τους εμπειρία να δώσουν έστω και μια μικρή λάμψη στο σκοτάδι. Με τις χαλαρές, ενίοτε αφοπλιστικές και κάποτε καθηλωτικές ερμηνείες τους. Με τα κοντινά πλάνα (αυτό είναι το καλό της σκηνοθεσίας, ενίοτε) στα μάτια τους. Στην έκφραση. Στη χειρονομία.

Ο κωδικός εδώ είναι «πασχίζουν». Αστήρικτοι από σενάριο. Με τετριμμένες, κάποτε αγοραίες ατάκες, που τίποτα δεν προσφέρουν στη σκιαγράφηση των τηλεοπτικών τους χαρακτήρων. Όποια ουσία έχουν, ως θεατρικά «τέρατα της σκηνής», ο Γιάννης Στάνκογλου, ο Μάκης Παπαδημητρίου, η Θεοδώρα Τζήμου και ο Γιώργος Παπαγεωργίου τα καταθέτουν Πασχίζοντας. Να συμπληρώσουν με «τσαγανό» ένα α-τσάγανο σενάριο. Και μια σκηνοθεσία, που δεν θα έπαιρνε και Όσκαρ φαντασίας και ευρηματικότητας.

Χαμένη και στα τεχνικά προβλήματα, εν γένει της ελληνικής τηλεοπτικής – και κάποτε και κινηματογραφικής – εικόνας. Όπως ο μέτριος έως κακός ήχος. Όχι μόνον στα εξωτερικά. Αλλά και στα εσωτερικά γυρίσματα. Τα άχαρα θροΐσματα των σεντονιών, στις διαρκείς και αδιάλειπτες ερωτικές σκηνές. Δίχως στόχο. Δίχως ουσία. Δίχως εμβάθυνση στους σχεδόν ενήλικες χαρακτήρες.

Δυστυχώς σε αυτό το «πασχίζουν» είδα το οδυνηρό μέλλον των καλών – και κατά κύριο λόγο θεατρικών – ηθοποιών μας, που έχοντας χάσει τη μαγεία της σκηνής, θα προσπαθούν, θα πασχίζουν, κάποτε απεγνωσμένα, να δώσουν την ουσία που λείπει από ανέμπνευστα και άχαρα τηλεοπτικά σενάρια. Για να βιοπορίζονται, οι δύσμοιροι καλλιτέχνες. Όχι;

Το κινηματογραφικό, τηλεοπτικό σενάριο και οι αγοραίες ατάκες

Και είναι άλλο να υπηρετείς το όραμα ενός θεατρικού συγγραφέα ολκής, πυκνό, διαπεραστικό, παρηγορητικό ενίοτε. Και άλλο το όραμα ενός κινηματογραφικού σκηνοθέτη. Όπως άλλο είναι να υπηρετείς το όραμα ενός τηλεοπτικού, που είναι με το δάχτυλο στο κλικ για το αποτέλεσμα από τα μηχανάκια μέτρησης της τηλεθέασης. Για τα οποία είναι έτοιμος να κάνει ο,τιδήποτε. Μα ο,τιδήποτε. Κάνε το μηχανάκι να μιλά, πιο χαμηλά, πιο χαμηλά, πιο χαμηλά, που λένε.

Η υπέροχη, ογκώδης, σκυλίτσα Δάφνη και το χαριτωμένο γλείψιμό της στα πόδια γίνεται μέρος του σεναρίου, εδώ, στους «Σχεδόν Ενήλικες». Για να θυμίσει στο ζεύγος, που πληρώνεται για να την κρατάει και έτσι βγάζει τα προς το ζην, ότι αυτό ακριβώς έχει ξεχαστεί στο αναμεταξύ τους. Θέλετε κι άλλο πιο πέρα και πιο κάτω; «Όχι επειδή μας πληρώνουν, να μας γλείφουν όπου να ‘ναι». Η ατάκα. Σκιαγραφεί, αλήθεια, το πρόβλημα της ερωτικής σχέσης στη νέα «κανονικότητα», μετά την πανδημία, που ευαγγελίζεται το σενάριο;

Πανδημία, είπα. Κάτι ξεκούδουνες μάσκες, καμιά αγκωνιά και κάτι ατάκες περί «ανοσίας της αγέλης», είναι τα μόνα που σε αυτή τη νέα «κανονικότητα» του σεναρίου (α, που βάζει και λίγη Θεσσαλονίκη μέσα, για να είναι όλοι ευχαριστημένοι) θυμίζουν την πανδημία που ζούμε οι θεατές. Δίχως το ζόφο της. Δίχως τα προβλήματα, τα τραύματα.

Η οικογένεια στους «Σχεδόν ενήλικες» είναι διαλυμένη, αλλά είναι καρικατούρα οικογένειας. Με αγοραίες ατάκες, δήθεν «όπως μιλάμε αναμεταξύ μας, ρεαλιστικά». Το νυστέρι της κοινωνικής σκιαγράφησης φτάνει τόσο βαθιά όσο η «ανακύκλωση» και η «τρελάρα» του πατέρα Στάνκογλου.

Σχεδόν Ενήλικες: Έχουν νόημα όλα αυτά τα νεύρα;

Και όλοι, μα όλοι, έχουν νεύρα. Θα μου πείτε, δεν έχουν όλοι στην «πραγματική» ζωή; Όμως, τι θέλει να μας πει εδώ ο ποιητής (η ποιήτρια, εν προκειμένω); Που το πάει. Που το φτάνει το φοβερό νυστέρι στην μετά πανδημία «κανονικότητα» της ζωής, που θέλει να περιγράψει; Έχουν νόημα αυτά τα νεύρα; Στόχο; Αιτία; Εδράζονται κάπου; Και αν ναι, που εν τέλει;

Ακόμη και η κατάθλιψη γίνεται κάτι σε επιθεωρησιακό νουμεράκι, δίχως καν τη βαρύτητα εκείνου. Ναι, τη βαρύτητα. Εκείνος επικοινωνεί μέσω λάπτοπ με την «γιατρό» του: «Ζητήσατε την επαγγελματική μου βοήθεια για θέμα κατάθλιψης» του λέει εκείνη, με τη λευκή μπλούζα. «Ωπα, είπα ότι κάνω διάφορες παράξενες σκέψεις». «Όπως;» «Ότι, ας πούμε, όλοι απειλούμαστε από έναν αριθμό τυχαίων γεγονότων». Και παρακάτω: «Ότι ένας αστεροειδής μπορεί να σκάσει πάνω στη γη».

Ώπα, μαέστρο, ρίξε κι ένα καλαματιανό. Η κατάθλιψη είναι παράξενες σκέψεις και… απειλητικοί αστερισμοί; Τόση χαριτωμένη ανεμελιά (άσε, και έχει παρεξηγηθεί πολύ αυτή η λέξη τελευταία); Αυτό είναι η κατατεθειμένη εικόνα σου για την κατάθλιψη; Αυτός είναι ο σαρκασμός, ο αυτοσαρκασμός, το χιούμορ σου; Μωρέ, να κάνεις και χιούμορ κι ότι θέλεις. Δεν υπάρχουν απαγορευτικά. Αλλά πάει κάπου αυτό; Αλήθεια;

Και κάπου εκεί βγαίνει και το άλλο βαρυσήμαντο. Της σχέσης με την εργασία και τον εργοδότη. «Δουλεύω για έναν μαλάκα, έναν γυμνοσάλιαγκα, ένα πατημένο σκατό». Εύγε. Όλοι έχουν βρίσει μέσα μας ή έξω μας, πιθανόν, τον εργοδότη, αλλά πάει κάπου και αυτό; Ή μόνον για να συναρθρώσεις τις λέξεις «πατημένο» και «σκατό» το κάνεις;

Η κατάθλιψη και οι ξερές και άνοστες ατάκες

Εντάξει, και η «Τούρτα της μαμάς» στην ΕΡΤ1 δείχνει έναν μετά πανδημία ή περί την πανδημία κόσμο οικογενειακής «κανονικότητας», αλλά έχει και πλάκα. Έχει και σαρκασμό. Έχει και το κάτι παραπέρα. Πέρα από την επαναλαμβανόμενη ατάκα, από την υπέροχη Λυδία Φωτοπούλου, «ΠΑΣΟΚ, ωραία χρόνια!». Βάζει, έστω και λίγο, πιο βαθιά το νυστέρι. Σε εδραιωμένα στερεότυπα. Για Αλβανούς, για ομοφυλόφιλους, για συγγενείς, για Ελληναράδες. Τα κάνει φύλλο και φτερό. Τα γελάει. Τα σαρκάζει. Κι εκεί ισχύει το ίδιο ελαφρυντικό (αν και δεν θα έπρεπε): Εντάξει, τηλεόραση είναι, τι θέλεις κι εσύ παραπάνω;

Τι θέλεις; Απλά πραγματάκια. Και ελάχιστα. Να μην χαρακτηρίζεται η μετοίκηση στο Βερολίνο μόνον από την ατάκα «Τα γκράφιτι στο Βερολίνο είναι πολύ καλύτερα από την Αθήνα». Όπως στους «Σχεδόν ενήλικες». Να μην είναι η επιστροφή στην ερωτική «κανονικότητα» μόνον το «Ρίξε μια χαστούκα να θυμηθούμε τα παλιά».

Να μην είναι η επωδός της κουβέντας των «σχεδόν ενηλίκων» αραχτών και λάιτ φίλων, κάτι σαν «Σιγά και το φοβερό σεξ που κάναμε ποτέ σ’ αυτή την πόλη». Να μην είναι η κατάθλιψη αποτέλεσμα της φανταστικής απειλής ενός αστεροειδή. Να μην έρχεται ο χωρισμός του ζευγαριού μετά την ανερμάτιστη ατάκα «έχω στείλει μέιλ στον Μπρέγκοβιτς» (ο μουσικός του δρόμου, στην παρέα). Και να γίνεται με αυτοματισμούς του τύπου «Κουράστηκα. Θέλω να χωρίσουμε». Και σε λίγο: «Έχω πάει με άλλον». Δίχως ζουμί. Ξερά και άνοστα.

Σχεδόν Ενήλικες: Μία «σχεδόν ενήλικη» άποψη για το λαϊφστάιλ του χύμα

Την ώρα που ο πάπας του εθνικού μας «ξεβλαχέματος» πιάστηκε «κλέπτων οπώρας» στα πάρτι του Ντουμπάι (όπου κόλλησε και τόσος κόσμος), μην πας άχαρα και άνευρα, δίχως τίποτα… πιο βαθύ, πιο απλό, πιο μεγάλο, να μας πασάρεις ένα άλλο λαϊφσάιλ. Ένα λαϊφστάιλ που δεν έχει κότερα, βίλες, και καγιέν τζιπάρες ή χρυσά πάρτι στη Μύκονο.

Αλλά το αντισταθμίζει με μια «σχεδόν ενήλικη» άποψη για το λαϊφστάιλ του χύμα, του απερίσκεπτου, του από άποψη και από αδυναμία μπαχαλάκια της ζωής. Κι άντε και να έριχνε και καμιά μολότοφ ο μπαχαλάκιας σου, κάτι θα γινόταν. Αλλά τόσο άσφαιρος; Τόσο λαπάς; Όλα τόσο επιδερμικά και τόσο δήθεν πλακατζίδικα; Δίχως ίχνος πραγματικού, καυτού χιούμορ; Ή σαρκασμού; Τόσο ξενέρωτη φαντάζεσαι την μετά την πανδημία «κανονικότητα»;

Μαζί σου. Και μπορεί και να είναι η σκληρή πραγματικότητα αυτό. Όμως, ακόμη και στην τηλεόραση διατείνεσαι ότι κάνεις τέχνη. Που υποτίθεται είναι αιχμηρή. Με κοινωνική (μακεδονική;) σάρισα τη γραφίδα σου.

Γιατί το μόνο που μας μένει να είναι τέσσερις εξαιρετικοί (θεατρικοί) ηθοποιοί; Που πασχίζουν, απεγνωσμένα οι καψεροί, με την τέχνη τους, να βγάλουν δυο δάχτυλα ζουμί από το στεγνό σενάριο που τους δόθηκε; Γιατί να βλέπουμε τον ζόφο του (αναγκαστικού – δει δη χρημάτων) μέλλοντος των καλών Ελλήνων ηθοποιών; Αυτό είναι «σχεδόν ενήλικο» – στην καλύτερη περίπτωση. Ακόμη και για την ελληνική τηλεόραση…

Δείτε επίσης: 

Σχεδόν Ενήλικες – MEGA: Όλα όσα θα δούμε στο πρώτο επεισόδιοΣχεδόν ενήλικες: Η μεγάλη πρεμιέρα στο MEGA & οι χαρακτήρες

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του παρόντος άρθρου, χωρίς αναφορά με ενεργό σύνδεσμο (link) του Youfly.com.

The post Σχεδόν Ενήλικες: Η «κανονικότητα» της εξυπναδίστικης ασυναρτησίας appeared first on Youfly.

Keywords
mega, φις, click, θεατρο, υποψηφιοτητες οσκαρ 2013, ολκής, νέα, θεσσαλονικη, ωπα, ερτ1, ΠΑΣΟΚ, αθηνα, μυκονος, κινηση στους δρομους, λιτσα πατερα, Καλή Χρονιά, η ζωη ειναι ωραια, ξανα, μιλα, βερολινο, δαφνη, εργασια, ηθοποιοι, ηχος, θεμα, ιχνος, καταθλιψη, λυδια, ντουμπαι, τηλεοραση, ωρα, mega, αδυναμια, απλα, βγαινει, βιλες, βοηθεια, γκραφιτι, γινεται, γυρισματα, δαχτυλο, δαχτυλα, δικη, δειχνει, ειπαν, εκφραση, ενιοτε, ερχεται, τεχνη, ζευγος, ζωης, ιδιο, ισχυει, θεοδωρα, εικονα, μειλ, κι αλλο, λαμψη, λαπτοπ, λεφτα, λευκη, λειπει, λογο, μαγεια, μαεστρο, ματια, μηχανακια, μολοτοφ, μονα, νευρα, νοημα, οθονη, οικογενεια, ολκής, οπως παλια, οραμα, ουσια, παμε, πλακα, προβληματα, σεναριο, σιριαλ, σκεφτεσαι, σκεψεις, σκηνες, σκηνοθεσια, φαντασια, φτανει, φυλλο, φις, φοβερο, χυμα, χιουμορ, click, φιλοι, κακος, κωδικος, λεξεις, μυκονο, παυλος, ποιητης, ποδια, θελω να, υπεροχη, γεροι
Τυχαία Θέματα