Τα φετίχ των τραπεζών

Ο υπουργός οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας ορθά ασκεί πίεση στις τράπεζες να εκσυγχρονίσουν τα κριτήρια και τις διαδικασίες που χρησιμοποιούν για την χορήγηση δανείων – ειδικά προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Κατά πάγια τακτική το τραπεζικό σύστημα απαντά ότι οι βασικοί λόγοι για την απόρριψη ενός αιτήματος για δάνειο είναι ο υπερδανεισμός της εταιρείας και κάτι που το ονομάζουν «η χαμηλή πιστοληπτική ικανότητα».

Δεν υπάρχει αμφιβολία, ακριβώς όπως το είχε προβλέψει κι αυτή η στήλη, ότι στην εποχή όπου

τα μέτρα στήριξης θα αρχίσουν να αποσύρονται, θα αποκαλυφθούν οι εταιρείες – ζόμπι. Αυτές είναι οι υπερδανεισμένες επιχειρήσεις. Στην κατηγορία αυτή θα έχουμε… λουτρό αίματος.

Όσο και να πιέσει ο υπουργός, η εκδήλωση αυτού του φαινομένου δεν θα αποφευχθεί. Η Νέα Δημοκρατία θα υποστεί, έτσι, το όποιο πολιτικό κόστος κι ας μην φέρει καμία ευθύνη για την κατάσταση. Εκτός κι αν γυρίσουμε στο παρελθόν με την διαγραφή δανείων—πράγμα εντελώς ανέφικτο.

Ένα πρώτο θέμα αφορά τις εμπράγματες εγγυήσεις – ένα από τα βασικά φετίχ του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Μπορεί ο κ. Βασίλης Ράπανος να ισχυρίζεται ότι μόνο το 2% των αιτήσεων για δάνειο απορρίπτεται λόγω έλλειψης εγγυήσεων, αλλά αυτό αντανακλά ουσιαστικά το γεγονός ότι όλες οι εταιρείες γνωρίζουν πολύ καλά αυτό το φετίχ των ελληνικών τραπεζών. Οπότε, απλά δεν φτάνουν στο σημείο να υποβάλλουν το αίτημα για δανειοδότηση χωρίς να έχουν εξασφαλίσει τις εγγυήσεις.

Επομένως, αυτή η στατιστική δεν μας λέει πολλά πράγματα.

Η εικόνα δεν είναι τόσο ξεκάθαρη με την κατηγορία της «χαμηλής πιστοληπτικής ικανότητας».

Στο θέμα αυτό φαίνεται ότι εστιάζει την προσοχή του Χρήστος Σταϊκούρας.

Το βασικό σημείο ως προς την πιστοληπτική ικανότητα φαίνεται ότι αφορά την ικανότητα του δανειζόμενου να εξυπηρετεί το δάνειο. Κι εδώ είναι όπου προκύπτει το δεύτερο φετίχ του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

Εκ πρώτης όψεως, η θέση αυτή εμφανίζεται να εδράζεται σε ατράνταχτη λογική: θα σου δανείσω αλλά απόδειξε μου ότι μπορείς να εξυπηρετείς το δάνειο, δηλαδή, τα μηνιαία (ας πούμε) τοκοχρεολύσια.

Κι εδώ είναι το πρόβλημα. Γιατί είναι παλιά και γνωστή ιστορία ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι ανίκανο να χρηματοδοτήσει την επιχειρηματική ιδέα και τον ικανό επιχειρηματία—αν αυτός δεν έχει ήδη γεμάτη την τσέπη.

Για να θέσουμε το θέμα πολύ απλά: αν ένας ικανός επιχειρηματίας πάει στην τράπεζα με ένα πλήρες και ρεαλιστικό business plan η τράπεζα δεν θα τον δανειοδοτήσει αν η εξυπηρέτηση του δανείου εξαρτάται από τις προσδοκώμενες μελλοντικές ροές.

Η απάντηση, βέβαια, είναι ότι αυτή δεν είναι δουλειά του τραπεζικού συστήματος αλλά των incubators και του venture capital.

Είναι απάντηση που… πετά την μπάλα στην εξέδρα.

Ας πάρουμε μία μικρομεσαία που έχει χαμηλά κέρδη, απασχολεί μέχρι 10 άτομα και έχει μία νέα ιδέα. Πάει στην τράπεζα με την οποία συνεργάζεται – μικρά δάνεια κίνησης με έναν αλληλόχρεο λογαριασμό – αναπτύσσει την ιδέα του, ζητά δάνειο και εξηγεί ότι θα το αποπληρώσει από τα μελλοντικά κέρδη του. Κι ας υποθέσουμε ακόμη ότι για τις διευκολύνσεις που του κάνει η τράπεζα έχει ήδη υποχρεωθεί να προσφέρει ως εγγύηση ένα μεγάλο μέρος από τις μικρές πάγιες εγκαταστάσεις του.

Στην περίπτωση αυτή, κατά 99% η τράπεζα δεν θα δώσει το δάνειο.

Κι αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό ο λόγος για τον οποίο ο υπουργός εμμένει στην προτροπή να αναβαθμίσουν οι τράπεζες τα πληροφορικά συστήματά τους, τα δεδομένα τους, τα ποιοτικά και ποσοτικά κριτήρια που χρησιμοποιούν. Διότι, έτσι όπως λειτουργούν σήμερα και έχοντας καεί με τα δάνεια που αφειδώς μοίραζαν για μία δεκαπενταετία, οι τράπεζες τώρα «φυσούν και το γιαούρτι».

Ο συνδυασμός της ξεπερασμένης τραπεζικής αντίληψης με τον φόβο να μην επαναληφθεί το θέμα των κόκκινων δανείων και την σκληρή πλέον εποπτεία της ευρωζώνης, δημιουργούν ένα κοκτέιλ που μπορεί τελικά να αποδειχθεί τροχοπέδη στην ανάπτυξη.

Ας μην υπεραμύνεται η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών τις πρακτικές των μελών της. Ας δούνε λίγο πιο σύγχρονα. Στο κάτω – κάτω η αναβάθμιση και ο εκσυγχρονισμός κριτηρίων και λειτουργιών ώστε να λαμβάνονται υπόψιν τα νέα δεδομένα της οικονομίας, θα αυξήσει τα καλά δάνεια – κι αυτά συμπεριλαμβάνουν δάνεια για καλές ιδέες– οπότε και την κερδοφορία των τραπεζών.

Διαβάστε επίσης:Το επόμενο κρίσιμο δίμηνο για την ΕυρώπηΑναθεώρηση ή ύφεση και κοινωνικοπολιτική σύγκρουση

Keywords
Αναζητήσεις
rss
Τυχαία Θέματα