Η Ελλάδα έχασε μία θέση στον παγκόσμιο «Δείκτη Περιβαλλοντικής Απόδοσης»

Κατά μία θέση, από την 21η το 2016 στην 22η φέτος, υποχώρησε η Ελλάδα στον παγκόσμιο «Δείκτη Περιβαλλοντικής Απόδοσης» (Environmental Performance Index - EPI) για το 2018, που δημοσιεύεται κάθε διετία, από το 2006, και παρουσιάζεται στο Νταβός της Ελβετίας, στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (WEF). Σε ό,τι αφορά την Ευρώπη, η χώρα μας «αναπαύεται» σχετικά ψηλά, ευρισκόμενη στην 15η θέση.

Στην τρίτη, πιλοτική εφαρμογή του Δείκτη το 2006 (η πρώτη ήταν το 2002) η Ελλάδα ήταν στη 19η θέση, ενώ το 2008 στην 44η. Δύο χρόνια μετά, το 2010, η χώρα «κατέρρευσε» στην κατάταξη, ως απόρροια και της οικονομικής κρίσης, στην 71η θέση, κάτω ακόμη και από τη Συρία. Το 2012 επανέκαμψε δυναμικά, φθάνοντας στην 33η, κάτω από την Ισπανία και το Εκουαδόρ, ενώ το 2014 συνέχισε την ανοδική της πορεία, αφού βρέθηκε στην 23η. Το 2016 έφτασε στην ανώτερη θέση, την 21η, πίσω μόνο από χώρες με... παράδοση στον πράσινο τρόπο ζωής.

Την πρώτη πεντάδα στον Δείκτη του 2018 απαρτίζουν κατά σειρά η Ελβετία, η Γαλλία, η Δανία, η Μάλτα και η Σουηδία. Τη χειρότερη περιβαλλοντική βαθμολογία στον κόσμο έχει το Μπουρούντι και τις πέντε τελευταίες θέσεις συμπληρώνουν το Μπαγκλαντές, η Δημοκρατία του Κονγκό, η Ινδία και το Νεπάλ.

Από τις γειτονικές μας χώρες, όλες έχουν χειρότερες επιδόσεις: Η Κύπρος βρίσκεται στην 24η θέση, η Βουλγαρία στην 30ή, η Αλβανία στην 40ή, η ΠΓΔΜ (που αναφέρεται ως «Μακεδονία») στην 68η και η Τουρκία μόλις στην 108η. Οι ΗΠΑ βρίσκονται κάτω από την Ελλάδα, στην 27η θέση, ενώ η Κίνα πολύ χαμηλότερα, στην 120η θέση.

Ο δείκτης ΕΡΙ, που διαδέχθηκε τον Δείκτη Περιβαλλοντικής Βιωσιμότητας (ESI) μετά το 2005, δημοσιεύεται ανά διετία από ερευνητές των αμερικανικών πανεπιστημίων Γιέηλ και Κολούμπια, σε συνεργασία με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, που διοργανώνει τη σύνοδο του Νταβός, αλλά και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Πρόκειται για έναν σύνθετο δείκτη, ο οποίος «βαθμολογεί» πολλές χώρες (φέτος 180) με βάση μία σειρά από επιμέρους παραμέτρους, που αφορούν την περιβαλλοντική και δημόσια υγεία, καθώς και τη βιωσιμότητα των οικοσυστημάτων. Σύμφωνα με την έκθεση που συνοδεύει τον δείκτη, η ποιότητα του αέρα αποτελεί σήμερα την κυριότερη περιβαλλοντική απειλή για τη δημόσια υγεία.

Όσο ψηλότερα στον δείκτη βρίσκεται μία χώρα, τόσο επιβραβεύεται για την προστασία της δημόσιας υγείας από περιβαλλοντικές απειλές (ιδίως για τη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης), τη διατήρηση των φυσικών πόρων, την προστασία των δασών και της βιοποικιλότητας, τη μείωση των «αερίων του θερμοκηπίου» και τη συμβολή της στη μάχη για την προστασία της κλιματικής αλλαγής.

Η έκθεση επισημαίνει ότι καταγράφεται πρόοδος σε αρκετά «μέτωπα» διεθνώς, όπως η διαθεσιμότητα του πόσιμου νερού, οι συνθήκες υγιεινής, η προστασία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και η μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (αν και όχι ακόμη στον αναγκαίο βαθμό).

Σε άλλα, όμως, πεδία η βελτίωση κρίνεται ανεπαρκής. Μεταξύ άλλων, τα αλιευτικά αποθέματα εξαντλούνται με αυξανόμενο ρυθμό λόγω υπεραλίευσης, μεγάλοι πληθυσμοί, ιδίως στην Ασία (Κίνα, Ινδία, Πακιστάν), υποφέρουν ακόμη από την κακή ποιότητα του αέρα, ενώ στη ΝΑ Ασία (Μαλαισία, Καμπότζη, Ινδονησία κ.ά.) η αποψίλωση των δασών έχει επιδεινωθεί σημαντικά κατά την τελευταία πενταετία.

Greenagenda.gr newsroom, ΑΜΠΕ

Keywords