Επιλογή με «πράσινα» χαρακτηριστικά ο αφυγραντήρας

του Δημήτρη Διαμαντίδη

Μία συσκευή με «πράσινα» πλεονεκτήματα, που άρχισε τελευταία να γίνεται της «μόδας» και στη χώρα μας και να σημειώνει υψηλές πωλήσεις το φθινόπωρο-χειμώνα είναι ο αφυγραντήρας.

Οι υψηλές τιμές του πετρελαίου θέρμανσης, η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος που κατευθύνεται γενικά για θέρμανση, η ανεπάρκεια χρημάτων για παρεμβάσεις ενεργειακής εξοικονόμησης, ακόμη και η τεράστια χρονική καθυστέρηση ενεργοποίησης του προγράμματος

«Εξοικονομώ ΙΙ» (για να επιδοτηθούν δράσεις όπως η αλλαγή κουφωμάτων ή η εγκατάσταση θερμοπρόσοψης), οδηγούν τους καταναλωτές σε λύσεις, όπως είναι η αγορά αφυγραντήρα.

Σε γεωγραφικές περιοχές όπου η υγρασία κυμαίνεται σε υψηλά επίπεδα και οι δομικές κατασκευές (οικοδομές) δεν εξασφαλίζουν επαρκή θερμομόνωση, η αγορά ενός αφυγραντήρα μπορεί να αποδειχθεί σωτήρια όχι μόνο για την τσέπη του καταναλωτή, αλλά και για το περιβάλλον.

Ιδανική λύση είναι και για τα κλειστά επί πολλούς μήνες εξοχικά της Χαλκιδικής, που βρίσκονται κοντά στην θάλασσα και αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα μούχλας (και της σχετικής μυρωδιάς που την συνοδεύει) με αποτέλεσμα κάθε τόσο να απαιτούνται διορθωτικές παρεμβάσεις στις κατασκευές με μεγάλο κόστος.

Ο αφυγραντήρας γενικά είναι μία συσκευή που έχει σχεδιαστεί για να μειώσει την ποσότητα υγρασίας στον αέρα του δωματίου-σπιτιού.

Επί της ουσίας επιτρέπει να διατηρηθούν τα επίπεδα υγρασίας υπό έλεγχο, έτσι ώστε ο αέρας να είναι πιο υγιεινός και τα ορατά σημάδια της υγρασίας, όπως η μούχλα στους τοίχους ή η συμπύκνωση υδρατμών στα παράθυρα, να περιοριστούν ή και να εξαφανιστούν.

Υγρασία παρουσιάζεται και σε δωμάτια ή χώρους των κατοικιών, που είτε δεν είναι μονωμένοι σωστά ή έχουν κατασκευαστικές κακοτεχνίες.

Η χρήση αφυγραντήρα συντηρεί το σπίτι, δημιουργεί τις πρϋποθέσεις για ένα υγιές περιβάλλον διαβίωσης, προλαμβάνει παθήσεις που οφείλονται στην υψηλή υγρασία όπως αλλεργίες, άσθμα κα, ενώ το «πράσινο bonus» της χρήσης του είναι ότι μειώνει την ανάγκη θέρμανσης άρα και το κόστος της τελευταίας τουλάχιστον κατά 20%.

Η συνιστώμενη μέση σχετική υγρασία, που είναι κατάλληλη για τον άνθρωπο, κυμαίνεται μεταξύ 50% και 55%, ενώ ο βασικότερος παράγοντας για την επιλογή του κατάλληλου αφυγραντήρα είναι η θερμοκρασία του χώρου, στον οποίο θα τοποθετηθεί η συσκευή κυρίως τους χειμωνιάτικους μήνες του χρόνου.

Το κόστος ενός αφυγραντήρα ξεκινά κατά μέσο όρο περίπου από τα 150 ευρώ και μπορεί να φτάσει έως και 400-500 ευρώ, καθώς οι πιο εξελιγμένες εκδοχές του ενσωματώνουν ιονιστή, φίλτρα καθαρισμού του αέρα, αυξημένες δυνατότητες χρονικού προγραμματισμού, πρόγραμμα στεγνώματος ρούχων σε εσωτερικό χώρο, ακόμη και σύνδεση σε δίκτυο Wifi για απομακρυσμένο έλεγχο της συσκευής.

Δύο είναι οι μορφές παρόμοιων συσκευών, που πωλούνται στην αγορά:

Αφυγραντήρας με συμπιεστή

Είναι οι πιο διαδεδομένοι στην αγορά και λειτουργούν με βέλτιστο τρόπο σε χώρους που θερμαίνονται ικανοποιητικά με θερμοκρασία από 20 βαθμούς Κελσίου και επάνω.

Αφυγραντήρας desiccant

Λειτουργεί με αποξηραντικό υλικό (ζεόλιθο) που απορροφά την υγρασία από τον αέρα, με παρόμοιο τρόπο όπως ένα σφουγγάρι. Είναι ελαφρύτεροι και πιο αθόρυβοι σε λειτουργία, σε σχέση με τους προηγούμενους, μπορούν να λειτουργήσουν με υψηλή απόδοση και σε πολύ κρύα δωμάτια, ενώ φυσάνε ξηρό και ζεστό αέρα βοηθώντας και στην θέρμανση του χώρου.

Keywords
Τυχαία Θέματα