Ο Ελληνας καλλιτέχνης δεν αποφεύγει τον διάλογο με τον Μύθο

Ο Ελληνας καλλιτέχνης δεν αποφεύγει τον διάλογο με τον Μύθο 19.11.2018Πρόσωπα

Καλλιτεχνικό έργο πέρα από την καινοτομία, δηλαδή τη δημιουργία νέων μορφών, είναι και η διατήρηση της τεχνογνωσίας των εκφραστικών μέσων

Συνέντευξη
με τον εικαστικό - σκηνογράφο Σωτήρη Στέλιο
Από την Χρυσούλα Μπατίνου*

Πολλές είναι οι εικόνες που μπορούν να σε ταξιδέψουν, όταν έχεις τη δυνατότητα να συζητήσεις με έναν σκηνογράφο που έχει «ντύσει» με τα αναρίθμητα σκηνικά του πολλές θεατρικές παραστάσεις και αυτές έχουν την υπογραφή του εικαστικού Σωτήρη Στέλιου.

Με

αρχικές σπουδές στο τμήμα Μαθηματικών του ΕΚΠΑ και κατόπιν στη ζωγραφική, καθώς και στη γραφιστική και στο γραμμικό σχέδιο, έδειξε από νωρίς το ενδιαφέρον του για τα εικαστικά, με το θέατρο όμως να τον κερδίζει ως χώρος δημιουργίας. Μόνο ορισμένες παραστάσεις, για τις οποίες έχει δημιουργήσει τα σκηνικά είναι «Το βαλς» (Θέατρο του Νέου Κόσμου), «Το αθάνατο νερό» (Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος), «Εξι νύχτες στην Ακρόπολη», Φεστιβάλ Δελφών, «Ποια Ελένη;» (Εθνικό Θέατρο), «Αχαρνής» (Φεστιβάλ Επιδαύρου), «Ντον Τζοβάνι» (Οπερα Θεσσαλονίκης), «Ρίτα», «Οι παλιάτσοι» (Εθνική Λυρική Σκηνή).

Παράλληλα, έχει εργαστεί σε σκηνικές κατασκευές και περιβάλλοντα για εκθέσεις που ταξίδεψαν στο εξωτερικό όπως «Μία σκηνή για τον Διόνυσο» για την Εθνική Οπερα στο Πεκίνο.



Τον ενδιαφέρει η παράδοση και έχει συνεργαστεί σε διάφορα εκπαιδευτικά προγράμματα, ενώ έχει κατασκευάσει φιγούρες με ξωτικά όπως «Καλικάντζαροι» και «Λιάστρες», που πρόσφατα διακόσμησαν το πωλητήριο του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης. Αλλωστε, η τέχνη, όπως μου αναφέρει, είναι μια διαδικασία διαρκούς γονιμοποίησης!

Εχετε ασχοληθεί με τη σκηνική ζωγραφική στο θέατρο, συνεργαζόμενος με τα δύο κρατικά θέατρα (Εθνικό Θέατρο και ΚΘΒΕ), καθώς και με πολλά ΔΗΠΕΘΕ. Πώς προέκυψε η σκηνογραφία και πώς βλέπετε αυτόν τον χώρο;

Με το θέατρο ασχολήθηκα περίπου μοιραία, τυχαία, δεν ήταν μέσα στις προθέσεις μου. Η πρόταση να ασχοληθώ έγινε από τον σκηνογράφο Αντώνη Δαγκλίδη, σε μια εποχή που η σκηνογραφία δεν ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής ως επάγγελμα. Ο ίδιος είχε δει τη δουλειά που έκανα, ασχολούμουν πολύ με τον χώρο και τις κατασκευές, και μου πρότεινε να συνεργαστούμε. Το θέατρο με τράβηξε καθώς, αφενός, έχει μια δύναμη να σε κρατάει και, αφετέρου, υπήρχε τότε δουλειά για εμάς. Ηταν λίγοι οι σκηνογράφοι. Ομως, για έναν εικαστικό το θέατρο είναι ένας χώρος με ιδιαίτερες απαιτήσεις. Η ζωγραφική προϋποθέτει την απομόνωση. Το θέατρο, τη συνεργασία. Στο ξεκίνημά μου συνεργάστηκα με ενθουσιασμό με τον πολύπλευρα δημιουργικό Τάσο Ράτζο. Ιδιαίτερα στο ανέβασμα παραμυθιών, τα σκηνικά και τα κοστούμια αποτελούσαν οργανικό μέρος της παράστασης. Αργότερα, με τον αστείρευτης έμπνευσης Αλέξανδρο Ευκλείδη στο λυρικό θέατρο, όπου υπήρξε ένας πολύ γόνιμος συντονισμός μεταξύ μας.

Η απουσία σκηνικών σήμερα σε πολλές θεατρικές παραστάσεις θεωρείται «άποψη». Πώς την κρίνετε εσείς ως σκηνογράφος;

Η γενίκευση αυτής της «άποψης», δηλαδή της αφαιρετικής, γεννάει πολλά ερωτήματα ως προς τις προθέσεις. Η άδεια σκηνή, όταν εντάσσεται σε μια απολύτως προσδιορισμένη οικονομία των εκφραστικών μέσων, είναι αποδεκτή και μπορεί να λειτουργήσει ως επιλογή. Ομως, όταν γίνεται απλώς ως διευκόλυνση, είτε της παραγωγής είτε των συντελεστών, πρέπει να αποδοκιμάζεται από το κοινό. Δηλαδή, δεν μπορεί η «μη άποψη» να είναι άποψη.

Ποια είναι η σχέση σας με την ύλη και τα αντικείμενα; Πιστεύετε ότι έχουν δική τους ενέργεια και πώς «επιστρατεύονται» τελικά μέσα στην τέχνη;

Τα αντικείμενα, ειδικά όσα έχουν χρησιμοποιηθεί, είναι φορείς των αποτυπωμάτων της ζωής. Προκαλούν συνειρμούς και συναισθήματα. Μπορούν να συμπυκνώσουν μια ψυχική κατάσταση ή να γίνουν αφετηρία για δημιουργικές θεατρικές πράξεις. Δηλαδή, ένα αντικείμενο μπορεί να σε οδηγήσει στο στήσιμο μιας ολόκληρης σκηνής. Τα αντικείμενα «μιλάνε» και είναι πολύ ωραίο όταν γίνεσαι αγωγός αυτής της διαδικασίας και μπορείς να το περάσεις αυτό μέσα στην τέχνη.

Εκτός από τις συνεργασίες σας με το θέατρο έχετε δημιουργήσει φιγούρες μέσα σε σκηνικά που διακοσμούν χώρους, όπως το πωλητήριο του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης («Καλικάντζαροι» και «Λιάστρες»). Μιλήστε μας γι' αυτήν την ιδέα. Περί τίνος πρόκειται και πώς λειτουργεί αυτό το σκηνικό σε ένα πωλητήριο λαϊκής τέχνης σε σχέση με την παράδοση;

Είχα ασχοληθεί με τα λαϊκά παραμύθια στο θέατρο, οπότε είχα ήδη, κατά κάποιον τρόπο, προσεγγίσει αυτόν τον χώρο της παράδοσης. Οταν ασχολείσαι με τον λαϊκό πολιτισμό, καταλαβαίνεις ότι έχει μια δριμύτητα, έχει αυτή τη ζωική ενέργεια, η οποία είναι ακατάλυτη, δεν χάνεται. Τα ξωτικά, όπως οι «Καλικάντζαροι» και οι «Λιάστρες», είναι μορφές οι οποίες προσωποποιούν αυτό που προσλαμβάνουμε σαν βίωμα όταν ερχόμαστε σε επαφή με τα φυσικά φαινόμενα. Η διακόσμηση αυτή ήταν μια εικαστική εγκατάσταση μέσα σε έναν χώρο, το πωλητήριο του Μουσείου Λαϊκής Τέχνης, όπου από μόνος του ως χώρος έχει μια «πολυφωνία» από διάφορους σημαντικούς καλλιτέχνες, με πολύ ενδιαφέροντα έργα, και μπορούσε αυτή η σύνθεση να συνυπάρξει.

Είναι ενδιαφέρον ότι για τις φιγούρες που δημιουργήσατε, τις «Αλουστίνες» ή «Λιάστρες», δεν υπάρχει ιδιαίτερη εικονογραφία, οπότε στηρίζεστε στους μύθους και σε περιγραφές. Πόσο δύσκολη ήταν μια τέτοια εικονογράφηση;

Αυτή η παρατήρηση είναι η ουσία του θέματος, αν σκεφτεί κανείς πόσες γενιές καλλιτεχνών υπήρξαν από την ίδρυση της Σχολής Καλών Τεχνών και πόσο φτωχή είναι η σχετική εικονογραφία, και κυρίως αυτή που αφορά τη λαϊκή παράδοση. Για να μπορέσει κανείς να εικονογραφήσει αυτές τις οντότητες, πρέπει να κάνει μια καταβύθιση στον άυλο πολιτισμό της ελληνικής παράδοσης, να φτάσει στις απαρχές της, για να βρει εκεί αυτές τις καθαρές μορφές, τις οποίες να τις προβάλει πάλι στο φως και να τις καθαρίσει από διάφορες επικαθήσεις άλλων παραδόσεων. Οι «Λιάστρες» ή «Αλουστίνες» ήταν αποτέλεσμα μιας έρευνας, ξεκίνησα από τις περιγραφές των λαογράφων και στη συνέχεια αναζήτησα αντίστοιχες εικονογραφίες της αρχαίας τέχνης, που είναι και η αφετηρία αυτών των μορφών. Συνδυάζοντας αυτές τις πηγές δημιούργησα μια καινούργια μορφή, μέσα όμως στο σώμα όλης της ελληνικής τέχνης, από την αρχαιότητα έως σήμερα. Οσον αφορά τις «Αλουστίνες», είναι όντα που προσωποποιούν βιώματα, όπως η αίσθηση του κατακαλόκαιρου! Με βοήθησε πολύ σε αυτό η ποίηση του Ελύτη, καθώς μιλάει πολύ βιωματικά για το ελληνικό καλοκαίρι, για τη νεανικότητα, για μορφές κοριτσιών.

Πιστεύετε ότι στην Ελλάδα η τέχνη έχει έναν συνεχή διάλογο με τον μύθο; Είναι κατά κάποιον τρόπο η αναφορά μας;

Ο Ελληνας καλλιτέχνης δεν μπορεί να αποφύγει τον διάλογο με τον μύθο, είτε με θετικό είτε με αρνητικό τρόπο. Καλείται να πάρει θέση. Ακόμη και καλλιτέχνες που χρησιμοποιούν πολύ σύγχρονα εκφραστικά μέσα συνεχώς επανέρχονται στους μύθους. Είναι, βέβαια, ένας πολύ μεγάλος πλούτος, που νομίζω ότι είναι και λίγο αδικημένος, δηλαδή δεν έχουμε ασχοληθεί όσο σοβαρά θα έπρεπε. Πιστεύω ότι καλλιτεχνικό έργο πέρα από την καινοτομία, δηλαδή τη δημιουργία νέων μορφών, είναι και η διατήρηση της τεχνογνωσίας των εκφραστικών μέσων.

Αυτήν την περίοδο ασχολείστε με κάποια νέα συνεργασία;

Ετοιμάζω μια δουλειά, η οποία είναι τώρα στη φάση της παραγωγής και έχει να κάνει με χώρους, διότι χωρίζεται σε δύο παράλληλα τμήματα. Είναι τα «τοπία της μνήμης» και τα «ομηρικά τοπία», τα οποία μπλέκονται μαζί. Είναι ζωγραφική.

Σας απασχολεί το θέμα της μνήμης;

Ναι, με απασχολεί πάρα πολύ. Θα έλεγα όχι τόσο με την έννοια της μνήμης όσο της «μη λήθης». Η λήθη είναι κάτι πολύ άσχημο και θα πρέπει να αντιστεκόμαστε σε αυτό!

* Δημοσιογράφος, πολιτισμολόγος

Keywords
Τυχαία Θέματα