Γιατί ο «νόμος» του Carville δεν κρίνει τις εκλογές. Το ελληνικό παράδειγμα στο παρελθόν δείχνει το δρόμο για το παρόν

Συμπληρώθηκαν 30 χρόνια από το μακρινό πια 1992 όταν ο James Carville, επικεφαλής της καμπάνιας του Bill Clinton, είχε γράψει μια φράση 4 λέξεων που έκτοτε έμελλε να χρησιμοποιηθεί άπειρες φορές, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του δυτικού κόσμου.

Πρόκειται ασφαλώς για το περιβόητο «It's economy stupid». «Είναι η οικονομία ηλίθιε» αποφάνθηκε τότε ο political consultant από τη Georgia των Ηνωμένων Πολιτειών και η σκέψη του συναντάται

μέχρι σήμερα σε άπειρες αναλύσεις για τα διακυβεύματα που κρίνουν τις εκλογές ανά τον δυτικό –ως επί το πλείστον- κόσμο.

Η «γενική αλήθεια» των υποστηρικτών της φράσης είναι πως όλα τα τρωτά μιας κυβέρνησης τα σκεπάζει η οικονομία. Αν η οικονομία μιας χώρας είναι «ανθηρή» (έστω και ως επίφαση) ό,τι και αν έχει «διαπράξει» στη θητεία της μια κυβέρνηση δεν αποτυπώνεται στην κάλπη.

Κατά πόσο όμως έχει «εφαρμογή» στην πραγματικότητα το αφήγημα αυτό;

Η ιστορία αναφέρει πως ο Carville γνώρισε, ως επικοινωνιολόγος, την πρώτη του ήττα (και μαζί η θεωρία του) ένα χρόνο μετά. Που έγινε αυτό; Στην Ελλάδα το 1993 όταν είχε αναλάβει κομμάτι της καμπάνιας του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ο οποίος γνώρισε εκλογική συντριβή από τον Ανδρέα Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ.

Στην πορεία του επικεντρώθηκε στην Λατινική Αμερική, όπου κατέγραψε νίκες αλλά και μεγάλες ήττες.

Στο δια ταύτα αποδεικνύεται πως στην πραγματική ζωή οι «θεωρίες» και οι «νόμοι» που χρησιμοποιούνται κατά το δοκούν και κάτω από υποκειμενικά πρίσματα μπορούν μεν να δημιουργήσουν εντυπώσεις, δεν μπορούν όμως να ποδηγετήσουν τη βούληση του εκλογικού σώματος και να καθορίσουν το αποτέλεσμα.

Η οικονομία αναντίρρητα διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην πρόθεση ψήφου, ωστόσο όταν οι δείκτες της δεν βρίσκουν απόκριση στη ζωή και στην καθημερινότητα του μεγαλύτερου μέρους του κοινωνικού συνόλου, τα δεδομένα διαφοροποιούνται.
Και αυτό βρίσκει εφαρμογή στη χώρα μας, όπου η κυβέρνηση της Ν.Δ και του Κυριάκου Μητσοτάκη αυτοδοξάζεται για τις «επιτυχίες» της στην οικονομία. Ωστόσο, οι χαμηλόμισθοι που είδαν, με βάση και την έρευνα του ΙΝΕ της Γ.Σ.Ε.Ε, την αγοραστική τους δύναμη να μειώνεται κατά 40% τους τελευταίους μήνες εξ αιτίας της ακρίβειας και του πληθωρισμού, δεν δείχνουν να έχουν την ίδια άποψη και να στηρίζουν την κυβέρνηση.

Με βάση τα παραπάνω προκύπτει εύλογα το ερώτημα: «Ποιοι τότε στηρίζουν την κυβέρνηση;». Η απάντηση είναι ξεκάθαρη. Την κυβέρνηση Μητσοτάκη και τον ελιτισμό της δεν τη στηρίζουν τα «ψευδεπίγραφα» αφηγήματα της. Δεν την κρατάνε πρώτη ούτε οι επικοινωνιακοί στρατοί της. Τη στηρίζει ο λαϊκισμός του Συριζα και ο φόβος των πολιτών, που δημιουργήθηκε στα χρόνια της «πρώτη φορά Αριστερά με Αλέξη Τσίπρα και Πάνο Καμμένο». Η πλειοψηφία της κοινωνίας έχει αναμνήσεις τρόμου από εκείνη την περίοδο και δεν ξεχνάει.

Η επόμενη εύλογη ερώτηση είναι εάν υπάρχει άλλη απέναντι σε αυτούς τους δύο. Η απάντηση και εδώ ξεκάθαρη: Υπάρχει η πρόταση του ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη, μια πρόταση προοδευτική που ομνύει στην κοινωνική δικαιοσύνη και βάζει τον άνθρωπο και τις ανάγκες του στο επίκεντρο. Χωρίς ελιτισμούς και λαϊκισμούς, αλλά με ισχυρούς θεσμούς που θα αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη της κοινωνίας στο πολιτικό σύστημα και θα θέσουν στο περιθώριο τους διχαστές και τους λαφυραγωγούς του κράτους.

του Τάσου Αδρασκέλα

Δημοσιογράφου, Στελέχους του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής

#ΚΛΙΝΤΟΝ #ΕΛΛΑΔΑ #ΕΚΛΟΓΕΣ
Keywords
Τυχαία Θέματα