Βόλφγκανγκ Σόιμπλε: Η απόπειρα δολοφονίας, η πολιτική εκτόξευση, το αμαρτωλό παρελθόν


Τον Οκτώβριο του 1990 η Γερμανία βρισκόταν σε προεκλογικό πυρετό: Στις 2 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους θα διεξάγονταν οι πρώτες εκλογές μετά την ένωση Δυτικής και Ανατολικής Γερμανίας.

Τις εκλογές είχε προκηρύξει ο χριστιανοδημοκράτης καγκελάριος Χέλμουτ Κολ, ο οποίος ήταν ο αρχιτέκτονας της γερμανικής ενοποίησης, ελπίζοντας σε μία θριαμβευτική επικράτηση της κεντροδεξιάς κυβερνητικής συμμαχίας, που την αποτελούσαν οι Χριστιανοδημοκράτες

(CDU), οι Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας (CSU) και οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP).

Υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Κολ, ήταν τότε ο πασίγνωστος και στην Ελλάδα σήμερα, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Στα 48 του, πρώην εφοριακός, ήταν ένας φιλόδοξος πολιτικός, που εκλεγόταν βουλευτής από το 1972, δηλαδή σε ηλικία 30 ετών.

Ο Σόιμπλε περιόδευε εκείνο το διάστημα στην εκλογική του περιφέρεια στο ομοσπονδιακό κρατίδιο της Βάδης-Βυρτεμβέργης, διεκδικώντας την επανεκλογή του στην ομοσπονδιακή Βουλή. Στις 12 Οκτωβρίου του 1990, ο Σόιμπλε πραγματοποίησε ομιλία σε μπιραρία στο χωριό Οπενάου. Στην συγκέντρωση βρέθηκαν περίπου 300 άτομα. Μαζί και ο παρολίγον δολοφόνος του.

Μετά από την ομιλία, γύρω στις 10 το βράδυ, ο Σόιμπλε άνοιξε διάλογο με τους ψηφοφόρους του. Τη στιγμή της αποχώρησης του Γερμανού πολιτικού ο 31χρονος βοηθός τοπογράφου Ντίτερ Κάουφμαν ξεπετάγεται ανάμεσα από το πλήθος, βγάζει μέσα από την μαύρη δερμάτινη καπαρντίνα του ένα μικρό περίστροφο το οποίο είχε κλέψει από το ντουλάπι του κυνηγού πατέρα του. Από απόσταση αναπνοής πυροβολεί τρεις φορές τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.

Η πρώτη σφαίρα βρήκε τον Σόιμπλε στο κεφάλι του, συνθλίβοντας την δεξιά πλευρά του σαγονιού του. Η δεύτερη σφαίρα καρφώθηκε στη σπονδυλική στήλη του. Ενστικτωδώς ο σωματοφύλακας του προσπάθησε να τον προστατέψει με συνέπεια να τραυματιστεί σοβαρά και εκείνος με τη σειρά του. Ο Σόιμπλε φώναξε: «δεν αισθάνομαι το πόδι μου».



Μεταφέρθηκε αμέσως σε νοσοκομείο όπου οι γιατροί έδωσαν αγώνα για να τον κρατήσουν στην ζωή. Τα κατάφεραν όμως η σφαίρα στην σπονδυλική στήλη είχε κάνει ανεπανόρθωτη ζημιά, με αποτέλεσμα ο Σόιμπλε να μείνει παράλυτος για το υπόλοιπο της ζωής του.

Ο 69χρονος πολιτικός πήρε εξιτήριο από την κλινική Λάνγκερσταϊνμπαχ στις 22 Νοεμβρίου αφού χρειάστηκε να δώσει μάχη για να παραμείνει στη ζωή.



Αυτόπτης μάρτυρας του ατυχούς περιστατικού ήταν ο δημοσιογράφος, Χανς-Πέτερ Σουλτς. "Αποτελούσε την μεγάλη ελπίδα του Χέλμουτ Κολ. Προδιαγράφονταν μια σπουδαία καριέρα. Το μοιραίο βράδυ είχε συνεπάρει τα πλήθη με τον λόγο που εκφώνησε αποσπώντας θερμό χειροκρότημα” τόνισε χαρακτηριστικά για να συμπληρώσει:

“Η κόρη του Κριστίν ούρλιαζε βλέποντας τον πατέρα της πεσμένο στο έδαφος”. «Όταν συνήλθα από το τεχνητό κώμα, κατάλαβα πολύ γρήγορα ότι θα έμενα ανάπηρος», θυμάται ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε σε πρόσφατη συνέντευξή του. «Γιατί δεν με αφήσατε να πεθάνω», ρωτά την κόρη του.



Ψυχοπαθής και ναρκομανής ο δράστης

Ο Κάουφμαν δικαιολόγησε την πράξη του ισχυριζόμενος πως ο Σόιμπλε ήταν σύμβολο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και ήθελε να προκαλέσει ψυχολογικό αλλά και σωματικό τρόμο με την αποτρόπαια πράξη του.

Αποδείχθηκε ψυχοπαθής και διατάχθηκε ο εγκλεισμός του σε ψυχιατρική κλινική. Ήταν γιος δημάρχου της περιοχής που παλαιότερα είχε μπλέξει με τα ναρκωτικά. Στα νιάτα του, θέλοντας να αναζητήσει την προσωπική του ελευθερία και την αυτοεπιβεβαίωση, έφυγε από τη Γερμανία και έζησε για πολλά χρόνια στην Ασία.

Την επόμενη χρονιά έγινε η δίκη του, αλλά κρίθηκε ανίκανος για τον καταλογισμό της πράξης του, λόγω της βαριάς μορφής σχιζοφρένειας από την οποία έπασχε. Έμεινε σε ψυχιατρικό ίδρυμα μέχρι το 2004, όταν και αφέθηκε ελεύθερος υπό όρους.



Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μετά την απόπειρα

Αρχικά, υπήρχαν επιφυλάξεις για το εάν ο Σόιμπλε θα μπορούσε να ασκεί τα καθήκοντά του επιτυχώς, όμως έξι μόλις εβδομάδες μετά την απόπειρα δολοφονίας, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε όχι μόνο επέστρεψε στους γνώριμους ρυθμούς της ζωής του, αλλά και στο πολιτικό του γραφείο, αποδεχόμενος το παιχνίδι που του επιφύλαξε η μοίρα.

Η απόπειρα δολοφονίας του εκτόξευσε τη δημοφιλία του. Εξελέγη πανηγυρικά βουλευτής στις εκλογές, που διεξήχθησαν στις 2 Δεκεμβρίου 1990, συνεχίζοντας την πολιτική του καριέρα από το αναπηρικό καροτσάκι. Η δημοφιλία του αυξήθηκε ακόμα περισσότερο στις 12 Οκτωβρίου 1995, όταν συγχώρεσε δημοσίως τον παρ’ ολίγον δολοφόνο του.



Το 1991 ο καγκελάριος της ενοποίησης, Χέλμουτ Κολ, του παρέδωσε τα ηνία του CDU, και ο Σόιμπλε επέστρεψε δριμύτατος στην κεντρική πολιτική σκηνή ως πρόεδρος πλέον της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης. Ο Κολ του αναγνώριζε έτσι τον καθοριστικό ρόλο, που διαδραμάτισε, από τη θέση του υπουργού Εσωτερικών, στην πτώση του Τείχους του Βερολίνου.

Ως εκ τούτου, αναδεικνύεται σε κεντρική φιγούρα της γερμανικής πολιτικής. Στη Γερμανία θεωρήθηκε από τις σημαντικότερες προσωπικότητες, που ανέδειξε το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα τις τελευταίες δεκαετίες, και μπορεί να συγκριθεί μόνο με τον Χέλμουτ Κολ.

Μάλιστα, πολλοί έχουν εκφράσει την άποψη πως ήταν πολύ πιθανόν να είχε περάσει το κατώφλι της καγκελαρίας, αν οι Χριστιανοδημοκράτες δεν έχαναν τις εκλογές του 1998 και δεν βρισκόταν στο δρόμο του η ανατολικογερμανίδα Άνγκελα Μέρκελ.

Όταν ο Σόιμπλε παρομοίασε την απόπειρα δολοφονίας του με την Ελλάδα

Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είναι αντιπαθής στο σύνολο των Ελλήνων. Η κρίση, τα μνημόνια, η "γερμανική οικονομική κατοχή", η στάση του απέναντι στην Ελλάδα, τον έχουν μετατρέψει σε κόκκινο πανί για τους Έλληνες.



Ο ίδιος μιλάει συνεχώς για το πρόβλημα της χώρας μας. Τον Μάιο του 2016 μάλιστα δε δίστασε να παρομοιάσει το ενδεχόμενο ενός Grexit και το γενικότερο πρόβλημα της Ελλάδας με την απόπειρα δολοφονίας του.

«Ένα Grexit θα ήταν ένα τρομερό βήμα και ο πληθυσμός θα υπέφερε. Παρ' όλα αυτά, τα πράγματα θα βελτιώνονταν την αμέσως επόμενη ημέρα. Το βίωσα αυτό στη δική μου περίπτωση. Κάποιος σε πυροβολεί, και βρίσκεσαι πεσμένος στο έδαφος. Αλλά την ίδια ώρα, η κατάστασή σου συνεχίζει να βελτιώνεται, και γίνεται καλύτερη μέρα με τη μέρα».

Το «βρώμικο» παρελθόν του Σόιμπλε και ο μέντοράς του που έγινε ορκισμένος εχθρός του

Στην πολιτική του διαδρομή συναντά τον Χέλμουτ Κολ, αρχικά μέντορά του και στη συνέχεια ορκισμένο εχθρό του.

Ο Σόιμπλε είχε αναγνωριστεί ήδη ως «ο διάδοχος του Κολ» ένας χαρακτηρισμός που τον συνόδευσε και τα επόμενα χρόνια. Εξάλλου ο ίδιος ο Χέλμουτ Κολ τον παρουσίαζε ως διάδοχό του τροφοδοτώντας τα σενάρια. Συχνά ο καγκελάριος της Γερμανίας ανέφερε πως «ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ ηγήθηκε των ΗΠΑ από μια αναπηρική καρέκλα μέσω της Μεγάλης Ύφεσης και του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου» εκφράζοντας την πίστη του στις δυνατότητες του Σόιμπλε.

Το 1997 ο Κολ αποφασίζει πως θα ηγηθεί ο ίδιος των Χριστιανοδημοκρατών στην εκλογική μάχη. Ο Κολ χάνει τις εκλογές το 1998 από τον Γκέρχαρντ Σρέντερ με πολλούς αναλυτές να υποστηρίζουν πως ενδεχομένως αν ο Χολ είχε παραιτηθεί και είχε αναλάβει ο Σόιμπλε η εξέλιξη θα ήταν διαφορετική. Η ήττα του Κολ ωστόσο θα φέρει τον Σόιμπλε στην ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών.
Στο πλευρό του τότε ως αναπληρώτρια ήταν ανερχόμενη Άνγκελα Μέρκελ.



Το Δεκέμβριο του 1999 ο Κολ εμπλέκεται σε ένα σκάνδαλο για τη χρηματοδότηση της προεκλογικής του εκστρατείας. Η Άνγκελα Μέρκελ θα γράψει ένα άρθρο στη Frankfurter Allgemeine Zeitung στο οποίο υποστήριζε πως το κόμμα θα πρέπει συνεχίσει «χωρίς το γέρικο άλογο του πολέμου» Χέλμουτ Κολ.

Ο Κολ κατηγορεί τον Σόιμπλε πως βρίσκεται πίσω από αυτό το άρθρο καθώς εκτιμά πως η νεαρή τότε Μέρκελ δεν θα μπορούσε να το γράψει χωρίς την έγκρισή του.

Μετά τον Κολ όμως και ο Σόιμπλε εμπλέκεται στο σκάνδαλο σχετικά με τη παράνομη χρηματοδότηση των Χριστιανοδημοκρατών.

Αρχικά αρνείται πως έχει λάβει χρήματα από τον έμπορο όπλων Καρλχάιντς Σράιμπερ ωστόσο λίγο καιρό αργότερα παραδέχεται πως έλαβε 100.000 γερμανικά μάρκα για λογαριασμό του CDU. Απολογείται για την αρχική διάψευσή του και παραιτείται από την προεδρία του κόμματος.

Η αυτοκτονία όμως του οικονομικού υπευθύνου του κόμματος και της κοινοβουλευτικής ομάδας, Βόλφγκανγκ Χίλεν, έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία, τη στιγμή που στην Μπούντεσταγκ διεξαγόταν η συζήτηση για τα οικονομικά σκάνδαλα της CDU.



Η είδηση του θανάτου διέκοψε τη συνεδρίαση της γερμανικής Βουλής, προκειμένου η κοινοβουλευτική ομάδα της CDU να πραγματοποιήσει έκτακτη σύσκεψη υπό τον πρόεδρο του κόμματος Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, καθώς ο Χίλεν ήταν επικεφαλής του τμήματος προϋπολογισμού της κοινοβουλευτικής ομάδας, αλλά δεν ήταν βουλευτής.

Λίγο αργότερα και μιλώντας από το βήμα της Μπούντεσταγκ, ο Σόιμπλε ζήτησε συγνώμη επειδή είχε πει ψέματα ότι δε γνώριζε πως το κόμμα του είχε αποδεχτεί δωρεά 100.000 μάρκων από έναν έμπορο όπλων. «Πριν από λίγες εβδομάδες, από το ίδιο βήμα της Βουλής, όταν η ατμόσφαιρα ήταν κάπως πιο ζωηρή απ' ό,τι είναι σήμερα, δεν αντέδρασα όπως έπρεπε. Λυπάμαι γι' αυτό και ζητώ συγνώμη εκ μέρους του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος», τόνισε ο Σόιμπλε μιλώντας στα μέλη της Μπούντεσταγκ.

Ωστόσο, η αξιοπιστία Σόιμπλε έχει τρωθεί... Το παιχνίδι άνοιξε για τη Μέρκελ με την οποία μέχρι σήμερα έχουν απλά τυπικές σχέσεις και δεν είναι φίλοι, όπως έχει γράψει το Spiegel.

Keywords
Τυχαία Θέματα