Το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού και στο Σκοπιανό

Η επίλυση των διαφορών Ελλάδος-Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας αναμφισβήτητα αποτελεί βασικό στόχο της υψηλής στρατηγικής των Αθηνών. Την παρούσα χρονική περίοδο, η κυβέρνηση των Σκοπίων, διακηρυκτικά και για πληθώρα λόγων, επιδεικνύει μια πιο διαλλακτική στάση από την προκάτοχο της.

Η κοινή λογική, ο ρεαλισμός και η ιστορία, διαχρονικά και σε ανάλογες περιπτώσεις, υποδεικνύουν την αναγκαιότητα αμοιβαίων

υποχωρήσεων, αρκετά επώδυνων για αμφότερες τις πλευρές. Το εύρος των υποχωρήσεων εξαρτάται αφενός από την ισορροπία ισχύος, όπως αυτή αποτυπώνεται στην συγκεκριμένη διεθνή κατάσταση και αφετέρου από την επιτυχή στρατηγική της διαπραγματεύσεως της κάθε πλευράς με τον παράγοντα εθνικής ενότητας να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο.

Ο τελευταίος παράγοντας, λόγω της διμερούς εθνοτικής συγκρότησης της ΠΓΔΜ, αποτελεί και έναν από τους αδύναμους κρίκους του κρατικού οικοδομήματος και ταυτόχρονα βασικό λόγο εμμονής του σλαβομακεδονικού στοιχείου στην εμμονή δημιουργίας μιας ταυτότητας.

Η Ελλάδα, στην άλλη πλευρά, μη έχουσα ανάλογα προβλήματα, προσπαθεί με συνυπευθυνότητα σχεδόν του συνόλου του πολιτικού κόσμου να εξουδετερώσει το βασικό της αυτό διαπραγματευτικό πλεονέκτημα. Δυστυχώς η επίλυση του σκοπιανού δεν αντιμετωπίζεται μέσα από το πρίσμα της αναγκαιότητας θετικής επίλυσης ενός εθνικού προβλήματος αλλά ως ένα μέσο για την εξουδετέρωση του πολιτικού μας αντιπάλου. Πρωταρχική βέβαια η ευθύνη της κυβερνήσεως που με τους χειρισμούς της δημιουργεί εύλογες ανησυχίες για τις προθέσεις και τους ερασιτεχνικούς χειρισμούς της. Δεν είναι όμως άμοιρη ευθυνών και η μείζονα αντιπολίτευση που αντί αξιόπιστης κριτικής εστιάζει να πλήξει τον «αφύσικο» κυβερνητικό συνασπισμό.

Εκτιμώ ότι η ανεύθυνη προσέγγιση του θέματος από την πλευρά των κομμάτων των Αθηνών και το πολιτικό κόστος, θα εξαλείψουν οποιοδήποτε ελπίδα εξεύρεσης συμβιβαστικής λύσεως την παρούσα χρονική στιγμή. Μια παρόμοια εξέλιξη δεν είναι απαραιτήτως αρνητική με την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα έχει την ικανότητα να ελιχθεί κατάλληλα και να αποφύγει τη στοχοποίηση της για τυχόν αποτυχία των διαπραγματεύσεων. Ως εκ τούτου, πέραν των προσπαθειών επίλυσης, που επιβάλλεται να συνεχίσει η ελληνική κυβέρνηση (ευχής έργο θα ήταν να μπορούσε να το κάνει σε συνεργασία με το σύνολο του πολιτικού κόσμου), θα πρέπει να είναι σε ετοιμότητα αντιμετώπισης των συνεπειών ενός ναυαγίου.

Στην περίπτωση αυτή, αφού προβάλει πειστικά την άποψη της για τα αίτια της ενδεχόμενης αποτυχίας θα πρέπει να διαβεβαιώσει, Σκόπια και διεθνές περιβάλλον, για τις προθέσεις στήριξης της ΠΓΔΜ μέχρι την εξεύρεση κοινά αποδεκτής λύσεως. Καθώς μάλιστα, η ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ δεν θα είναι δυνατή, ίσως θα πρέπει να εξεταστεί η περίπτωση της ελληνικής πρωτοβουλίας για εγγύηση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας σε συνεργασία με τους δύο άλλους νατοϊκούς γείτονες (Αλβανία και Βουλγαρία). Η ανάληψη δεσμεύσεων και ρίσκου είναι αναπόφευκτη για οποιαδήποτε χώρα επιθυμεί να διαδραματίσει ρόλο στην περιοχή της. Βέβαια η αλήθεια είναι ότι το κράτος των Σκοπίων δεν κινδυνεύει σήμερα από εξωτερικές απειλές, που καλύπτει το άρθρο 5 του ΝΑΤΟ, αλλά από εθνοτικές εσωτερικές αναταράξεις που μπορούν να υποθάλψουν εξωτερικοί παράγοντες αλλά κυρίως η εσωτερική πολιτική αστάθεια και η οικονομική στασιμότητα. Φυσικά το ΝΑΤΟ ανησυχεί για τις ρωσικές προσπάθειες επανάκαμψης στα Βαλκάνια (ειδικά σε Σερβία και ΠΓΔΜ) με πολιτικά, αμυντικά, οικονομικά και ενεργειακά projects αλλά μάλλον τα Σκόπια δύσκολα θα εγκαταλείψουν τη δυτική επιλογή που πριν από χρόνια πραγματοποίησαν.

Παρά τις δηλώσεις αξιωματούχων για την αναγκαιότητα ένταξης της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ εκτιμώ ότι καίτοι αποτελεί επιθυμητή εξέλιξη, δεν αποτελεί αυτή τη στιγμή ζωτική προτεραιότητα ούτε για το ΝΑΤΟ, ούτε για την ΕΕ, ούτε για την Ουάσιγκτον καθώς διαβλέπουν ότι δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος κατάρρευσης ή αποσταθεροποίησης. Το αλβανικό στοιχείο, επί του παρόντος, ακολουθεί τις αμερικανικές προτροπές και έχοντας εστιάσει στο θέμα του Κοσσόβου δεν επιθυμεί να ανοίξει και ένα νέο μέτωπο, σε τομέα που εκτιμά ότι η δημογραφία ήδη κινείται σταθερά προς όφελος του. Οι παραπάνω εκτιμήσεις, εάν επαληθευτούν, προσφέρουν στη χώρα μας τη δυνατότητα εμμονής σε μια πλήρη λύση, με τη σύνθετη ονομασία να αποτελεί τη μέγιστη ελληνική υποχώρηση εφόσον όλα τα λοιπά (και πλέον ευαίσθητα) θέματα, ταυτότητος, αλυτρωτισμού, σχέσεων κλπ θα έχουν ειλικρινώς και δια παντώς διευθετηθεί.

Σε κάθε περίπτωση, αναγκαία και η συνέχιση και ενίσχυση κάθε είδους διμερούς ή πολυμερούς συνεργασίας μας με την ΠΓΔΜ σε τομείς της οικονομίας, ενέργειας, εκπαίδευσης, πολιτικής προστασίας, ασφάλειας και άμυνας. Για παράδειγμα, η προσφορά σημαντικού αριθμού θέσεων σε σκοπιανούς φοιτητές στα ελληνικά πανεπιστήμια αλλά και σε στρατιωτικές και αστυνομικές σχολές θα αποτελούσε όχι μόνο κίνηση καλής θελήσεως αλλά και προσπάθεια προσεταιρισμού των αυριανών ελίτ της χώρας αυτής.

Πρώτιστη όμως προτεραιότητα η αντιμετώπιση του σκοπιανού στις πραγματικές του διαστάσεις, χωρίς φοβικά σύνδρομα, μακριά από λογικές «χαμένων ευκαιριών» και αυστηρών χρονικών περιορισμών και κυρίως ως εθνικού προβλήματος και όχι ως ευκαιρίας κομματικής επικράτησης ή προσωπικής ανέλιξης.

Keywords
Τυχαία Θέματα