Σύνταγμα και ευτυχία

Η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος έφερε στο προσκήνιο το ζήτημα της προσθήκης στο Σύνταγμα νέων εννοιών ή της θετικοποίησης ήδη υπαρχουσών συναγομένων αρχών. Μια από αυτές είναι η κατοχύρωση της επιδίωξης  της ευτυχίας. Πρέπει το Σύνταγμά μας να κατοχυρώνει την επιδίωξη της ευτυχίας ή αρκεί η κατοχύρωση θεσμών και δικαιωμάτων που οδηγούν στην ευτυχία;

Είναι γεγονός ότι η ευτυχία ασκεί από αμνημονεύτων χρόνων βαθιά επίδραση στη διαμόρφωση του δικαίου και της πολιτικής. Ωστόσο, η ρητή κατοχύρωση της στα σύγχρονα Συντάγματα εγείρει αναπάντητα ερωτήματα:  Τι ρόλο παίζει η ευτυχία στα σύγχρονα Συντάγματα; Τι σημαίνει ευτυχία σε ένα συγκεκριμένο συνταγματικό πλαίσιο; Η ενσωμάτωση της ευτυχίας σε ένα Σύνταγμα αυξάνει το επίπεδο ευτυχίας των πολιτών; Μήπως η κατοχύρωση της ευτυχίας στα Συντάγματα συνδέεται κυρίως με αναπτυσσόμενες χώρες των οποίων τα Συντάγματα αποσκοπούν στον προσανατολισμό της μετάβασης από αυταρχικά σε πιο δημοκρατικά καθεστώτα; Είναι το Σύνταγμα μέσο για την επιδίωξη της ευτυχίας του λαού; Αρκεί η κατοχύρωση της ευτυχίας παρά την ασυμφωνία μεταξύ κειμένου και πρακτικής; Ποια είναι η σχέση της συνταγματικής κατοχύρωσης της ευτυχίας με το πραγματικό επίπεδο ευτυχίας των ανθρώπων; Μπορεί το Σύνταγμα να εγγυηθεί την ευτυχία; Μήπως η ευτυχία αποτελείται από έννοιες που προστατεύονται ήδη στο Σύνταγμα, όπως η κατοχύρωση του δημοκρατικού πολιτεύματος, του κράτους δικαίου, της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης, της εθνικής ασφάλειας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων; Μήπως είναι αυτονόητο ότι συντακτικός νομοθέτης επιθυμεί στα δημοκρατικά καθεστώτα την ευτυχία των πολιτών;

Τι είναι εν τέλει η ευτυχία; Υπάρχει ορισμός; Και αν ναι, πώς ορίζεται και πώς μετριέται η ευτυχία; Υπάρχει κάποιο «ευτυχιόμετρο»; Πώς μπορεί να ορισθεί το περιεχόμενο της ευτυχίας για να καταστεί νομικός όρος και να ενταχθεί στο Σύνταγμα ως αναφορά στους σκοπούς της πολιτείας; Μήπως η δυσκολία ορισμού της έγκειται στο γεγονός ότι η ευτυχία ως ζητούμενο είναι διαφορετική εν τόπω και χρόνω;

Oι σκανδιναβικές χώρες έχουν ορίσει μερικές παραμέτρους της ευτυχίας εκλαμβάνοντάς την υπό την έννοια της ευημερίας. Κατά κύριο λόγο, η ποιότητα των θεσμών διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο. Έτσι, η ελαχιστοποίηση της διαφθοράς και η μεγιστοποίηση της συμμετοχής και της εκπροσώπησης των πολιτών σε διάφορες αποφάσεις μπορούν να συμβάλουν στη διασφάλιση ότι οι θεσμοί εξυπηρετούν τους πολίτες και διατηρούν την εμπιστοσύνη τους.

Η δημοκρατική ποιότητα και παράγοντες όπως η ελευθερία του Tύπου, οι ενημερωμένοι και μορφωμένοι πολίτες και η ισχυρή κοινωνία των πολιτών  διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της λογοδοσίας της κυβέρνησης.

Σε πολιτιστικό επίπεδο, ο σημαντικότερος παράγοντας είναι αναμφισβήτητα η δημιουργία ενός αισθήματος κοινότητας, εμπιστοσύνης και κοινωνικής συνοχής μεταξύ των πολιτών.

Η συνταγματοποίηση της ευτυχίας δεν είναι μια νέα ιδέα. Το δικαίωμα στην επιδίωξη της ευτυχίας έχει μια μακρά ιστορία που ανάγεται στον Αριστοτέλη και την, εμπνευσμένη από τις ιδέες του ιδίου αλλά και του Λοκ, Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας των Η.Π.Α. του 1776, στην οποία το δικαίωμα στη ζωή, την ελευθερία και την επιδίωξη της ευτυχίας ανακηρύχθηκαν αναφαίρετα δικαιώματα του ανθρώπου. Παρά την τελική εξαίρεσή του από το Σύνταγμα των Η.Π.Α., το δικαίωμα στην επιδίωξη της ευτυχίας δεν έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα. Στην υπόθεση Loving v. Virginia, το Ανώτατο Δικαστήριο των Η.Π.Α. έκρινε ότι «η ελευθερία του γάμου αναγνωρίζεται από καιρό ως ένα από τα ζωτικά προσωπικά δικαιώματα που είναι απαραίτητα για την ομαλή επιδίωξη της ευτυχίας». Στην υπόθεση Meyer v. Nebraska, όρισε την ελευθερία ως  ομαλή επιδίωξη της ευτυχίας.

Η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων της Βιρτζίνια περιελάμβανε την εγγύηση του δικαιώματος «στην επιδίωξη και την επίτευξη της ευτυχίας». Η Μασαχουσέτη χρησιμοποίησε τον όρο «ευτυχία» οκτώ φορές στο δικό της Σύνταγμα. Το Σύνταγμα του Ουισκόνσιν επανέλαβε την κατοχύρωση της ευτυχίας.

Η επιδίωξη της ευτυχίας απαντάται σε Συντάγματα πολλών χωρών υπό πολλούς μανδύες: ως διακήρυξη στο προοίμιο (π.χ. Ταϊλάνδη, Μπουτάν), ως θεμελιώδης αρχή (π.χ. Τουρκία, Αζερμπαϊτζάν), ως δικαίωμα (π.χ. Ιαπωνία, Ν. Κορέα), ως λόγος περιορισμού των δικαιωμάτων των άλλων (π.χ. Κούβα, Σομαλία) και ως στόχευση ευημερίας συγκεκριμένων ομάδων (π.χ. Ισλανδία, Νικαράγουα).

Η τεχνολογική επανάσταση που βιώνει η ανθρωπότητα με την έλευση της τεχνητής νοημοσύνης επανανοηματοδότησε την έννοια της ευτυχίας και επανέφερε στο προσκήνιο τη σημασία της. 

Η θέση του Τζέφερσον ότι: «Η φροντίδα για την ανθρώπινη ζωή και ευτυχία είναι ο πρώτος και μοναδικός νόμιμος στόχος μιας καλής διακυβέρνησης» πρέπει να αποτελέσει τον φωτοδότη στη χάραξη δημόσιας πολιτικής με γνώμονα την ποιότητα ζωής και αφορμή για περισυλλογή αναφορικά με το περιεχόμενο της ευτυχίας.

Υπό αυτή την έννοια, θα ήταν σκόπιμο για συμβολικούς λόγους να κατοχυρωθεί ως σκοπός της πολιτείας η επιδίωξη της ευτυχίας του ατόμου αλλά και των μελλοντικών γενιών στο ελληνικό Σύνταγμα υπό την έννοια της ευημερίας, χωρίς όμως να υποκρύπτεται η απόπειρα επιβολής ενός συγκεκριμένου μοντέλου ευτυχισμένης ζωής. Σημαντικότερο, όμως, όλων είναι η συνταγματική κατοχύρωση να αποτελέσει έναυσμα για τη χάραξη δημόσιας πολιτικής προς αυτή την κατεύθυνση.

Keywords