Προκλητικές κοκότες και ανίατοι ούγκανοι

Rarrr. Out of my way.

Στο μάθημα της Φιλοσοφίας συνήθως γράφω στον πίνακα ευκρινώς μια λέξη, μια έννοια, την οποία προτείνω να συζητήσουμε και πάντα τους θυμίζω ότι «αρχή σοφίας η των ονομάτων επίσκεψις». Η λέξη επίσκεψις σημαίνει εξέταση, έρευνα, επισκόπηση και η εν λόγω υπόδειξη αποδίδεται στον φιλόσοφο Αντισθένη (444-365 π.Χ.), τον ιδρυτή της σχολής των Κυνικών, ο οποίος μαθήτευσε κοντά στον Γοργία και στη συνέχεια εντάχθηκε στον κύκλο του Σωκράτη (469–399 π.Χ.). Ο Σωκράτης συγκαταλέγεται σε εκείνους τους φιλοσόφους που προσκαλούσαν τους συνομιλητές τους να ορίσουν την έννοια, την οποία θα συζητούσαν, δηλαδή θα εξέταζαν· έτσι τουλάχιστον το τεκμηριώνουν οι πλατωνικοί διάλογοι.

Αντιθέτως, όμως, διαβάζω σκεπτικός και απορημένος όλα όσα συμβαίνουν με τους πολέμους ολούθε γύρω μας και μένω έκπληκτος από την αυτοπεποίθηση όσων εκφράζονται μεροληπτώντας, δηλαδή παίρνοντας το μέρος του ενός από τους δύο· όχι μόνο για τους γειτονικούς πολέμους, αλλά και για την εθνική ευτέλεια και καταρράκωσή μας. Διάφορες προκλητικές πολιτικές κοκότες θέλουν να πείσουν ότι η «ομάδα πετάει» αντί να δεχτούν ότι σέρνεται πολιτικά και πένεται ηθικά και οικονομικά. Αλλά πώς να χαρακτηρίσεις αλλιώς την κατάπτυστη εικόνα της χώρας στο εξωτερικό μετά από 57 νεκρούς στο σιδηροδρομικό δυστύχημα που μας στοιχειώνει όλους πλην των ενόχων; Πώς να μην αγανακτήσεις για την επίσημη έκφραση της εξωτερικής πολιτικής μας, η οποία αναφέρεται σε αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας (όχι επικράτειας!) περιοχές της εθνικής κυριαρχίας από τους απέναντι νταήδες; Πώς να μη σιχτιρίσεις τον λιμοκοντόρο υπουργό που γράφει για τη δημογραφική συρρίκνωση και μας υποδεικνύει να αλλάξουμε κουλτούρα ως έθνος, ώστε να γεννάνε τα νεαρά ζευγάρια ανεξαρτήτως της αθλιότητας των μισθών τους και των κοινωνικών παροχών ενός ατελέσφορου κράτους που πασχίζει μόνο για την εικόνα του υιοθετώντας τερτίπια φτηνής προπαγάνδας; Δυστυχώς, μάλιστα, η πιο θρασύδειλη αναφορά του Πρωθυπουργού αφορούσε στον Σερραίο συμπατριώτη μου, ιδρυτή του κυβερνώντος κόμματος, Κωνσταντίνο Καραμανλή (1907-1998), για να αντισταθμίσει όσα του μηνούσαν δικαίως εκείνη την ώρα από το Πολεμικό Μουσείο οι δυο ομόσταυλοι πρώην πρωθυπουργοί, οι οποίοι του τα χώνουν απροκατάληπτα επί μήνες.  

Ας διευκρινίσουμε ότι η προκατάληψη, η μεροληψία και η διάκριση (discrimination) είναι συναφείς αλλά ξεχωριστές έννοιες. Η προκατάληψη είναι μια προκαθορισμένη αρνητική στάση ή πεποίθηση σχετικά με μια ομάδα και τα μέλη της (π.χ. Ισραηλινοί), ενώ η διάκριση συνοψίζει την άδικη δράση εναντίον ατόμων βάσει της ιδιότητάς τους ως μέλη μιας ομάδας (π.χ. Παλαιστίνιοι). Κοντολογίς, προκατάληψη είναι η νοοτροπία, ενώ διάκριση είναι η συμπεριφορά, η στάση. Με αυτές τις έννοιες συναρτάται ευλόγως η επικοινωνιακή προπαγάνδα, η οποία συνοψίζεται στη συστηματική προσπάθεια να διαμορφωθούν αντιλήψεις, να χειραγωγηθούν γνωσιακές λειτουργίες και να ποδηγετηθεί η συμπεριφορά του πληθυσμού για την επίτευξη ενός επιθυμητού αποτελέσματος· αυτή την τελευταία δυνατότητα την αποκαλούμε και δημαγωγία, η οποία οφείλεται στη γοητεία χαρισματικών και συχνάκις άχαρων πολιτικών ανδρών. Αξιοποιείται συνήθως σε πολιτικό-επικοινωνιακό πλαίσιο, στο οποίο κυβερνήσεις, πολιτικές ομάδες και πολλών λογιών συμφέροντα την αξιοποιούν για να επηρεάσουν την κοινή γνώμη ή το ακροατήριο και να καλλιεργήσουν το έδαφος για συγκεκριμένα εγχειρήματα. Η προπαγάνδα εκδηλώνεται ποικιλόμορφα: με την πειστική επικοινωνία, την παραπληροφόρηση και την επίκληση στο συναίσθημα. Η προπαγάνδα γονιμοποιείται από τη μεροληψία, την προκατάληψη και τη διάκριση και όλον αυτόν τον εξοπλισμό τον αξιοποιεί σε μέγιστο βαθμό η ατζέντα της woke κουλτούρας.

Όλα αυτά τα συνόψιζε και τα εκμεταλλευόταν, βέβαια, και η επικοινωνιακή πολιτική που εφάρμοσε στη ναζιστική Γερμανία ο υπουργός Προπαγάνδας του τρίτου Ράιχ (1933- 1945), Πάουλ Γιόζεφ Γκέμπελς (1897–1945), άριστος φοιτητής, διδάκτωρ φιλολογίας και επικεφαλής της προπαγάνδας του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος. Εκτός από αφοσιωμένος οπαδός του Χίτλερ, ήταν γνωστός για τον σαγηνευτικό δημόσιο λόγο του και τον δεδηλωμένο αντισημιτισμό του, υποστηρίζοντας την αυστηρή διάκριση, η οποία περιλάμβανε και τo Ολοκαύτωμα των Εβραίων, αλλά όχι μόνο· περιλάμβανε τους ομοφυλόφιλους, τους τσιγγάνους, τους κομμουνιστές και άλλους έτερους ή διαφορετικούς κατά βούληση. Ήταν ιδιαίτερα επιδέξιος στη χρήση των σχετικά νέων μέσων του ραδιοφώνου και του κινηματογράφου για προπαγανδιστικούς σκοπούς.

Τη δόξα του ναζιστή προπαγανδιστή ζήλωσαν πολλοί χρήστες των νέων μέσων επικοινωνίας και διάχυσης απόψεων, τα οποία συλλήβδην ονομάζουμε ΜΚΔ ή απλώς σόσιαλ, μπλογκ κτλ. Τα μεταξωτά βρακιά, όμως, δεν θέλουν μόνο επιδέξιους πισινούς, αλλά ταιριαστό ντύσιμο και αρμόζον ύφος, όπως διδάσκει η κυβερνητική προπαγάνδα, την οπαία καταπίνουμε ασμένως και ανυποψίαστοι· και αυτή η προπαγάνδα κυριαρχεί εφόσον διαθέτει ως συνηγόρους της σχεδόν όλα τα ΜΜΕ. Στις παρυφές αυτής της ανοησίας παρατηρούνται φαινόμενα μανιχαϊστικού παραληρήματος στο διαδίκτυο. Με λίγα λόγια, γράφει ένα τρολ (agent provocateur) στο διαδίκτυο για κάποια κατάσταση και αμέσως από κάτω βρυχάται ένας λυσσαλέος ούγκανος. Οι ούγκανοι έχουν κάτι το αυτοάνοσο, παραμένουν αυτόκλητοι vigilante σαν τον Τσαρλς Μπρόνσον (1921-2003) σε ταινίες αυτοδικίας· μάλιστα, έχουν παρόμοια χρηστικότητα με τους υποκινούμενους προβοκάτορες και τα τρολ.

Η κατάσταση της πολιτικής επικοινωνίας κυβέρνησης και πολιτών συνοψίζεται σε εργαλεία διαχείρισης, δηλαδή προπαγάνδας. Είναι αναπόφευκτη η σύνδεση αυτής της πολιτικής πρακτικής με την κοινωνική καθημερινότητα. Η διάκριση από την οποία έχουμε επειγόντως ανάγκη είναι η πνευματική δυνατότητα να διακρίνουμε το αγαθό και το ωφέλιμο από το υποβολιμαίο και τη διαβολή.

Αυτή την αρετή της διάκρισης οφείλουμε να καλλιεργήσουμε και να κατακτήσουμε ως πολίτες· να μάθουμε να κατανοούμε ό,τι διαβάζουμε και να σκεφτόμαστε, αλλιώς δεν θα προοδεύσουμε ποτέ και θα γλιστράμε αβυσσαλέα προς τον πάτο. Αν δεν δείξουμε εμπράκτως την προτίμηση μας στο καλό και αγαθό, θα μεγαλώνουμε παιδιά ούγκανους, που θα απαιτούν την ταπείνωση του/της συνομηλίκου τους, για να νιώσουν αυτοπραγμάτωση προπαγανδίζοντας σαν ασβοί την κάθε δυσώδη ασχήμια τους.

Ο Κώστας Θεολόγου είναι Διευθυντής του Τομέα Ανθρωπιστικών, Κοινωνικών Επιστημών και Δικαίου της Σχολής ΕΜΦΕ ΕΜΠ

Keywords