Ο άγνωστος ζωγράφος Κούνδουρος: «Το πρόσωπο του ηθοποιού είναι ολόκληρο τοπίο»

«Αν ο Μπάυρον δε γίνει καλή ταινία – πιο καλή από καλή – θα τα παρατήσω και θα γίνω πάλι ζωγράφος, αθώος και ανυποψίαστος σαν τους πρωτόπλαστους πριν δαγκώσουν το πονηρεμένο μήλο» έγραφε ο Νίκος Κούνδουρος στο Σωτηράκι, την αγαπημένη του σύζυγο, όταν γύριζε τον «Byron» στη μακρινή Κριμαία. Στην πραγματικότητα, η σχέση του Νίκου Κούνδουρου με τη ζωγραφική δεν υπήρξε ευκαιριακή, σε αυτήν επέστρεφε κι αυτή ήταν που καθόρισε το κινηματογραφικό του βλέμμα∙ στάθηκε η πρώτη ύλη για να ξανοιχτεί στην κινηματογραφία, «ένα είδος θριαμβευτικής ζωγραφικής», όπως την αποκάλεσε, αλλά και καταφύγιο
κάθε φορά που αποσυρόταν από τα κινηματογραφικά του σχέδια: «στο ενδιάμεσο κάθε ταινίας έριχνα και δέκα ζωγραφιές, όπου έβρισκα γαλήνη, γιατί η ζωγραφική είναι δουλειά ασκητική».

Στα όρια του Αρδηττού, στο σπίτι – εργαστήρι του στο Μετς, ο Κούνδουρος συνήθιζε σ’ αυτήν τη γωνιά, ακριβώς κάτω από τα έργα του, να ξεκουράζεται και να «γυρίζει» πίσω συχνά, βλέποντας με φίλους ταινίες του.

Από το πατρικό του σπίτι στην Ηρακλείτου, ο Κούνδουρος ήρθε σε άμεση επαφή με την εκκλησιαστική μας τέχνη, κυρίως δε με τη μεταβυζαντινή τέχνη της Κρήτης για την οποία καμάρωνε και την οποία επικαλούνταν για τις αρετές και τα κουσούρια του. «Του πατέρα μου, δικηγόρος ήταν, του αρέσανε οι παλιές εικόνες. Δεν ξέρω, ούτε θυμάμαι, ούτε ο ίδιος ήξερε γιατί, αλλά οι παλιές εικόνες έμοιαζε να τον μαγεύουν, μισοσκεπασμένες από λιβάνια και λιωμένα κεριά. Και με όλα τα σημάδια των παλιών καιρών να έχουν αφήσει τα μυστηριακά ίχνη τους πάνω στη ζωγραφιά, μαζί με τις προσευχές και τα βάσανα και τα παρακάλια τόσου κόσμου». Την αγάπη του για τη ζωγραφισμένη πίστη δεν κράτησε μόνο ως παιδική μνήμη, αλλά τη μετέφερε στον καμβά, αναβαπτίζοντας χρόνια μετά, τους δικούς του, προσωπικούς «άγιους».

Ο Τσε Γκεβάρα με καπέλο - φωτοστέφανο, αρματωμένος μαχητής της Κρήτης.

«Από τότε μέχρι σήμερα αυτές οι εικόνες ήταν ίσως η μόνη μνήμη που δε θάμπωσε στο πέρασμα των χρόνων. Αυτές σύρανε τ’ ονειροπαρμένο αγόρι ν’ αγαπήσει την ψεύτικη ζωγραφισμένη ζωή, καθώς οι ασκητικές μορφές των αγίων δώσανε τη θέση τους στα καταπράσινα τοπία και τις ροδαλές γυναίκες των ζωγράφων της Αναγέννησης». Σε ηλικία μόλις 16 χρόνων, «με πάθος για τη ζωγραφική και κάτι ψεύτικες δηλώσεις», ο Έλληνας δημιουργός μπήκε λαθραία στη Σχολή Καλών Τεχνών, αποφοιτώντας από το εργαστήρι του Μιχάλη Τόμπρου, το ’48. Λίγα χρόνια μετά, αφού ολοκλήρωσε τη δεύτερη «θητεία» όπως αποκαλεί την εξορία του στη Μακρόνησο, γυρίζει τη «Μαγική πόλη» (1954). Ο Κούνδουρος γοητεύτηκε από την εικόνα του συνοικισμού (Δουργούτι), συγκινήθηκε από τα ανθρώπινα χαλάσματα και στον καμβά των απλωμένων σεντονιών απέδωσε το δράμα της προσφυγιάς. «Μια Ελλάδα που είχε βγει από την Αντίσταση ματωμένη, πληγωμένη, ξεσκισμένη, και όσο και αν φαίνεται περίεργο, αθώα μέσα στην ήττα της».

Στο κασελάκι, ανάμεσα στα σχέδια του Κούνδουρου, σώζεται η μορφή του Θανάση Βέγγου με στολή εργασίας (Μακρόνησος, 1952).

Στο ίδιο κλίμα κυκλοφορεί το ’56 ο εμβληματικός «Δράκος». «Τα κάδρα στο δράκο οφείλονται στην αγωγή μου ως ζωγράφος» έχει δηλώσει ο Κούνδουρος, που στη μορφή του Ηλιόπουλου θέλησε να δώσει το δικό του «καραγκιόζη», να καταγγείλει σε όφελος του λαού όλες τις αδικίες που γίνονται σε βάρος του. «Στο δράκο εγώ, ένα παιδί αστών, ένιωσα προλετάριος με χέρια πιο ευαίσθητα απ΄ αυτά ενός οικοδόμου, αλλά πάντως προλετάριος του κινηματογράφου». Το οξύμωρο είναι ότι η ταινία, παρά την παγκόσμια κατοπινή της αναγνώριση, βγήκε βία στην ελληνική κοινωνία, βία στην αριστερά. Η «Αυγή» τότε έκανε δημόσια επίκληση: «δεν υπάρχει ένας εισαγγελέας να σταματήσει αυτήν την αθλιότητα!» Ο Κούνδουρος δεν πτοήθηκε, την έκανε μάλιστα αφίσα για να «τραβήξει» τον κόσμο.

Η γνωστή αφίσα του Δράκου φιλοτεχνημένη από τον Κούνδουρο.

Κι ενώ από νωρίς στα χρόνια κατέβηκε στα πεζοδρόμια, με τη γροθίτσα του ψηλά όπως έλεγε, ο Κούνδουρος είχε την απόσταση ενός «δράκου». Ο αείμνηστος Νίκος Παναγιωτόπουλος, όταν τον ρωτούν πώς έγινε σκηνοθέτης, ανακαλεί την εικόνα του δασκάλου στο ανοιχτό τζιπ να περιφέρεται στο κέντρο της Αθήνας. Ο κορυφαίος κινηματογραφιστής υπήρξε και αριστοκράτης και αντιεξουσιαστής. Καθόλου τυχαίο που στο κινηματογραφικό σινάφι ήταν γνωστός ως «λόρδος» Κούνδουρος, παραφράζοντας την πιο προσωπική ίσως ταινία του με τον «Βύρωνα».

Δεν ήταν όμως μόνο οι ήρωές του, ο Δράκος και ο Μπάυρον, τα πρόσωπα με τα οποία ταυτιζόταν προβολικά. Μυθολογικά πρόσωπα, όπως η Αντιγόνη και η Ιφογένεια, συνιστούν τον κόσμο του μεγάλου δημιουργού. Γράφει ο ίδιος: «το πρόσωπο είναι ολόκληρο σκηνικό. Γεμίζει το κάδρο ίδια με ένα σπίτι ή με ένα τοπίο. Μπορεί να’ναι ιλαρό και ηλιόλουστο, ή κλειστό και συννεφιασμένο, σιωπηλό, απειλητικό. Μπορεί να’ ναι φιλικό σα νερό σε ήρεμη λίμνη ή τραχύ σαν πέτρινο κάστρο. Είναι ένα και είναι πολλά… Όλος αυτός ο κόσμος συνθέτει το δικό του πορτραίτο, καθώς εξηγεί: «ζω πολύ με τις ζωές των άλλων, χρόνια πίσω, μ’αυτά που έγιναν και δεν ξεγίνονται και ούτε θα ξαναγίνουν. Τρέφω το νου μου με μνήμες πραγμάτων που γίνανε πολύ πριν αποκτήσω εγώ τη δική μου μνήμη».

Πίσω από το καβαλέτο, τα σύνεργα ζωγραφικής φανερώνουν ότι ο Κούνδουρος ζωγράφιζε ως το τέλος.

Κάποτε του καταλόγισαν πως το εικαστικό μέρος των ταινιών του υπερκαλύπτει το καθαυτό δραματικό. «Το εικαστικό με ακολουθεί έτσι κι αλλιώς. Πιστεύω στο βωβό κινηματογράφο, όχι βέβαια με την έννοια του να επιστρέψουμε σε έναν κινηματογράφο χωρίς κείμενο, χωρίς λόγο, αλλά με την αντίληψη ότι η εικόνα από μόνη της είναι μια πλήρης γλώσσα».

«Μ’ αρέσει ο κινηματογράφος γιατί έχει φωνή, μ’ αρέσει ο κινηματογράφος γιατί με τη δύναμη της εικόνας πολλαπλασιάζει τη δύναμη της εικόνας, μ’ αρέσει ο κινηματογράφος γιατί έχει ένα εύρος, είναι αυτό που λέμε λαϊκή τέχνη και με γοήτευσε τόσο όσο ο μυστικισμός της ζωγραφικής». Κι αυτό είναι που οφείλουμε στο Νίκο Κούνδουρο: αν δεν κατάφερε να αλλάξει τον κόσμο, μας έδωσε φιγούρες ανεξίτηλα καταγεγραμμένες στη συλλογική μνήμη του ελληνισμού, πρόσωπα που έχουν τη δύναμη να μεταφέρουν το βλέμμα εντός μας, στο βαθύτερο είναι μας.

(για τη δημοσίευση των φωτογραφιών ευχαριστούμε τη σύζυγο του δημιουργού κ. Σωτηρία Ματζίρη - Κούνδουρου)

-- This feed and its contents are the property of The Huffington Post, and use is subject to our terms. It may be used for personal consumption, but may not be distributed on a website.

Keywords
Τυχαία Θέματα