Κωνσταντία Γουρζή: «Δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς πολιτισμό και τέχνη»

Η Κωνσταντία Γουρζή γεννήθηκε στην Αθήνα αλλά έχει εγκατασταθεί εδώ και πολλά χρόνια στην Γερμανία, στο Μόναχο συγκεκριμένα, όπου διαπρέπει ως μαέστρος και συνθέτιδα ενώ παράλληλα διδάσκει μουσική σε πανεπιστημιακό επίπεδο.

Ανήκοντας στο δυναμικό της γερμανικής δισκογραφικής εταιρείας ECM, πιθανότατα της σημαντικότερης ευρωπαϊκής για την jazz η οποία όμως εδώ και πολλά χρόνια έχει επεκταθεί και στην κλασική αλλά και την σύγχρονη μουσική, μετά το πρώτο

της album σε αυτήν «Music For Piano And String Quartet» που κυκλοφόρησε το ’14 επανήλθε πριν λίγο καιρό με το «Anájikon».

Ο δίσκος περιλαμβάνει ένα έργο της Κωνσταντίας Γουρζή για βιόλα και πιάνο και δύο μεγάλα ορχηστρικά έργα τα οποία εκτελεί η Lucerne Academy Orchestra υπό την διεύθυνση της.

Συνομίλησα με την δημιουργό και μαέστρο για την ουσία της μουσικής πράξης αλλά και για το τι σημαίνει για την ίδια και το πώς την εκδηλώνει στην ολότητα της, εκτός αλλά και εντός καραντίνας.

Το ότι το δεύτερο album σου έρχεται επτά χρόνια μετά το πρώτο σημαίνει ότι επιλέγεις συνειδητά οι δισκογραφικές παρουσίες σου να μην είναι πολύ συχνές ή ήταν απλά θέμα συγκυρίας;

Η δισκογραφική παρουσία είναι αποτέλεσμα εν μέρει απόφασης αλλά και συγκυρίας γεγονότων και συγχρονισμού. Από τον πρώτο δίσκο στην ECM μέχρι σήμερα, στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα δηλαδή, υπήρξαν και άλλες ηχογραφήσεις.

Πέρα βέβαια από το ότι αυτή τη φορά είναι για ορχήστρα και όχι για κουαρτέτο εγχόρδων μετά πιάνου ποιες θα έλεγες ότι είναι σε πρώτο επίπεδο οι κυριότερες διαφορές ανάμεσα στους δυο μέχρι τώρα δίσκους σου;

Υπάρχει ένας ακόμα δίσκος πριν τον πρώτο της ECM, το «Συνάψεις» που κυκλοφόρησε το 2009 στην γερμανική εταιρεία NEOS. Σε αυτόν τον δίσκο συμμετέχει ένα κουαρτέτο εγχόρδων, ένας πιανίστας, ένας ψάλτης και ένας μουσικός που παίζει τρία παραδοσιακά όργανα. Από αυτόν τον πρώτο δίσκο μέχρι τον τωρινό δεν καταγράφω διαφορές ενορχήστρωσης όσο ένα συνεχές μονοπάτι βαθύτερης κατάθεσης ψυχής.

Γιατί μια σημερινή συνθέτιδα να αποτίσει φόρο τιμής στον Μότσαρτ και τι θέλει να πει ή έστω να εκφράσει με αυτό;

Η σύνθεση «Hommage a Mozart – three dialogues for viola and piano» ήταν παραγγελία των σολίστ Nils Mönkemeyer και William Youn που το ερμηνεύουν στον δίσκο. Δεν υπάρχει σε αυτήν κάποια άμεση αναφορά σε συνθετικά μοτίβα του Mozart.

Είναι ένας διάλογος που πραγματώνεται με την ψυχική ενέργεια που εγχαράσσει η μουσική του στον δικό μου ψυχισμό και αποτυπώνεται σε μια νέα σύνθεση. Αυτή που σήμερα αποκαλούμε «μουσική παράδοση» και στην οποία εντάσσουμε και τη μουσική του Mozart οφείλουμε να την κατανοήσουμε και να την αισθανθούμε ως την αναγκαία διαδρομή στην ανάπτυξη της μουσικής σκέψης.

Εξάλλου δεν θα υπήρχε η ελευθερία της «παράβασης» του κανόνα αν ο Mozart δεν είχε διατυπώσει τον κανόνα…Αυτός είναι και ο λόγος που συχνά επιστρέφουμε: για να παίρνουμε έμπνευση αλλά και να δίνουμε μια νέα πνοή στα ήδη υπάρχοντα αρθρώνοντας κάτι καινούριο.

Tα άλλα δύο έργα, τα «Ny-él» και «Anájikon», συνδέονται κάπως μεταξύ τους, όπως ίσως υποδηλώνει μια κάποια ομοιότητα των υποτίτλων τους; Ανεξάρτητα πάντως από αυτό, ποια ήταν αντίστοιχα η πηγή έμπνευσης τους και τι ήθελες να εκφράσεις με καθένα;

Τα έργα αυτά έχουν μια κοινή πηγή έμπνευσης: είναι μια σειρά από μοντέρνα γλυπτά του φίλου και συνεργάτη μου Alexander Polzin που απεικονίζουν αγγέλους.

Οι δύο συνθέσεις εντάσσονται σε ένα μεγαλύτερο συνθετικό σύνολο που είναι αφιερωμένο στους αγγέλους τα ονόματα των οποίων δεν υπάρχουν, είναι επινοημένα.

Κάθε σύνθεση από αυτή τη σειρά τοποθετεί τον άγγελο σε ένα κήπο διαφορετικού χρώματος. Η συνεύρεση με την εικαστική τέχνη και την ποίηση είναι ένα σημαντικό σημείο αναφοράς του έργου μου από το ξεκίνημα της συνθετικής πορείας μου.

Τόσο σε αυτά τα έργα όσο και γενικότερα σε ενδιαφέρει συνειδητά και συστηματικά να εξελίσσεις, ακόμα και να αλλάζεις, την ορχηστρική μουσική;

Φαντάζομαι ότι εννοείς τις ενορχηστρώσεις όμως αυτό είναι σα να θέτει κανείς το ερώτημα σε έναν ζωγράφο γιατί αυτή τη φορά χρησιμοποίησες το μπλε και όχι το κόκκινο της προηγουμένης…Καταλαβαίνεις ότι δεν τίθεται ζήτημα κάποιας αλλαγής, με εκκίνηση την περιέργεια και το συνθετικό ένστικτο και γνώση οδηγούμαι να συνδυάζω φαινομενικά ασύμβατους ηχητικούς κόσμους και να τοποθετώ συμβατούς με τέτοιο τρόπο ώστε να φωτίζονται και να ερμηνεύονται διαφορετικά από ότι θα ήταν το σύνηθες, το αυτονόητο ή το καθιερωμένο. Υπάρχει ένα νέο μουσικό περιεχόμενο κάθε φορά. Αυτό είναι το κέντρο που ρυθμίζει τη συνθετική διαδρομή και καθορίζει τις αποφάσεις, ή τις επιλογές.

Ποιο είναι κατά το γνώμη σου το σημαντικότερο αίτημα αλλά και πρόκληση ίσως της σύγχρονης, μετα-κλασικής ορχηστρικής μουσικής;

Ο εικοστός πρώτος αιώνας έχει δώσει ελευθερίες μουσικών κινήσεων, συνδυασμών ήχων και νέων τεχνικών δυνατοτήτων. Χρειαζόμαστε μεγαλύτερη συνειδητοποίηση από όση πριν μερικά χρόνια για να παραμείνει η δημιουργική έκφραση ως αναγκαιότητα και όχι ένας εύκολος στόχος. Αυτό θεωρώ είναι το πρωτεύον που πρέπει όλοι οι μουσικοί να διατηρήσουμε και ίσως να διευρύνουμε. Η ελευθερία σημαίνει έκφραση ευθύνης και μεταμόρφωσης του σήμερα.

Τι θα έλεγες ότι είναι πιο δύσκολο ή έστω απαιτητικό, η σύνθεση ή η διεύθυνση;

Είναι δύο διαφορετικές μουσικές εκφράσεις που δεν μπορώ να τις συγκρίνω γιατί τις βιώνω ως αλληλοσυμπληρούμενες.

Όταν διευθύνεις δικά σου έργα υπάρχει μέσα σου μια νοητή γραμμή όπου τελειώνει η συνθέτιδα και αρχίζει η μαέστρος ή οι δυο ιδιότητες σου αλληλοσυμπληρώνονται διαρκώς και απολύτως ομαλά εκείνη την στιγμή;

Όταν κυριαρχεί η μουσική δεν σκέφτομαι τον ρόλο. Με απασχολούν ζητήματα έκφρασης, έντασης, ερμηνευτικής ακρίβειας. Εκείνη τη στιγμή οι ρόλοι δεν έχουν σημασία. Υπάρχουν βαθύτερα και σημαντικότερα ζητήματα που ορθώνονται μπροστά μου στο επίπεδο της μουσικής δημιουργίας.

Πώς βίωσες σαν άνθρωπος και ως μουσικός/δημιουργός τον παραπάνω από ένα χρόνο πανδημίας και αναγκαστικής καραντίνας;

Παράλληλα με όλα τα τραγικά συμβάντα βιώνω την καραντίνα σαν μια άσκηση του πως να εστιάζω στη θετική πλευρά του μηνύματος του Covid. Ο χρόνος διευρύνθηκε και μας δόθηκε απλόχερα.

Οι σχέσεις δοκιμάστηκαν και δοκιμάζονται, καθένας και καθεμία δέχεται την ευκαιρία να δει και να αντιμετωπίσει τον εαυτό του/της με έναν άλλο τρόπο απ’ ότι μέχρι τώρα.

Σε τέτοιες κοινωνικές ανακατατάξεις ο ρόλος του καλλιτέχνη είναι ακόμη πιο σημαντικός. Την καραντίνα την βίωσα συνθέτοντας, μελετώντας παρτιτούρες και διδάσκοντας.

Θεωρείς ότι η καραντίνα έπληξε περισσότερο από άλλα το μουσικό ιδίωμα στο οποίο εντάσσεσαι και υπηρετείς;

Η καραντίνα έπληξε τον καλλιτεχνικό κόσμο τα μέγιστα. Επίσης πολλές από τις επιπτώσεις δεν έχουν γίνει ακόμη ορατές.

Ωστόσο το πιο τραυματικό βίωμα μέχρι στιγμής, είναι η οδυνηρή συνειδητοποίηση πως η σημασία και η αναγκαιότητα της τέχνης δεν παίζει κανέναν απολύτως ρόλο για τον πολιτικό κόσμο.

Αναρωτιέμαι γιατί δεν είναι ξεκάθαρο ότι κανείς μας χωρίς τέχνη δεν θα μπορέσει να ζήσει. Ο νους, το μυαλό, η ζωή μας αργοπεθαίνουν με την απουσία της τέχνης στην καθημερινότητά μας.

Και τα πιο άμεσα σχέδια σου, αν βέβαια τα πράγματα με την πανδημία εξελιχθούν ευνοϊκά και οι συνθήκες τα επιτρέψουν; Υπάρχουν και κάποια συγκεκριμένα για την Ελλάδα;

Αν οι συνθήκες το επιτρέψουν το καλοκαίρι υπάρχουν αρκετά σχέδια για συναυλίες στην κεντρική Ευρώπη αλλά και στην Ύδρα, στο αρχαίο θέατρο της Δωδώνης και στη Λέσβο, στο Φεστιβάλ του Μολύβου.

Τρεις ευκαιρίες λοιπόν για να απολαύσουμε και ζωντανά την εξαίρετη μουσική μιας όχι μόνον διακεκριμένης αλλά και αληθινά ξεχωριστής Ελληνίδας δημιουργού...

ΠΡΙΝ ΦΥΓΕΤΕΦεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου: Εισιτήρια, ώρες προσέλευσης, κυλικεία - Όσα πρέπει να ξέρουμεΕλλη Παπακωνσταντίνου: Η Ελληνίδα που σκηνοθετεί στο Φεστιβάλ της Αβινιόν«Psychoacoustic Eye»: «Ακούγοντας» με τα μάτια, «βλέποντας» με τα αυτιά
Keywords
Τυχαία Θέματα