Ρήτρα Διαφυγής: Ευελιξία ή άλλοθι για χαλάρωση; Η προειδοποίηση της ΤτΕ (γράφημα)

Το βαρύ τίμημα που ήδη πληρώνει η χώρα μας για τις υψηλές αμυντικές δαπάνες, αλλά και τις προκλήσεις και ευκαιρίες που αναδύονται, αποκαλύπτει η Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για την Νομισματική Πολιτική 2024-2025. Και προειδοποιεί ότι η «ρήτρα διαφυγής» (escape clause) η οποία εισάγεται στο πλαίσιο των νέων ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων δεν πρέπει να μετατραπεί σε άλλοθι για χαλάρωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και άκριτες παροχές προς τους πολίτες.Ενώ η Έκθεση εξηγεί ότι η νέα αυτή ρήτρα διαφυγής επιτρέπει μεν την εξαίρεση από τον υπολογισμό του ελλείμματος των αμυντικών δαπανών, εφόσον η αύξησή τους είναι μεγαλύτερη από την αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ και ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ είναι μειούμενος, αλλά αυτό δεν πρέπει να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση ενός μεγαλύτερου δημοσιονομικού χώρου γιατί, ακόμα και με τη ρήτρα, το συνολικό δημόσιο χρέος επιβαρύνεται.Η ΤτΕ τονίζει ότι «δημοσιονομικά, οι υψηλότερες αμυντικές δαπάνες αναμένεται να επιβαρύνουν το χρέος, αν και η προσωρινή ευελιξία στους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ και η ευρωπαϊκή συγχρηματοδότηση θα μετριάσουν εν μέρει την αντίδραση των αγορών, ιδίως για τις χώρες με αυξημένες προκλήσεις δημοσιονομικής βιωσιμότητας».Η διατύπωση "εν μέρει" και "ιδίως για τις χώρες με αυξημένες προκλήσεις" είναι κρίσιμη: υποδηλώνει ότι ακόμα κι αν εξαιρείται -τυπικά- η αμυντική δαπάνη από το έλλειμμα, παραμένει μια πραγματικότητα που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με υπευθυνότητα, για να μη βρεθεί εκτεθειμένη η χώρα σε κίνδυνο υποβαθμίσεων ή αύξησης του κόστους δανεισμού της και να μην υποθηκευτεί το μέλλον των επόμενων γενεών.Πρόσθετα, η Έκθεση προειδοποιεί και για πληθωριστικές πιέσεις:«Στην παρούσα διεθνή συγκυρία όπου ο αμυντικός επανεξοπλισμός της Ευρώπης συμπίπτει με αύξηση του εμπορικού προστατευτισμού και της αβεβαιότητας, πιθανή στενότητα ή διαταράξεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες σε συνδυασμό με την αυξημένη ζήτηση πρώτων υλών και αμυντικού εξοπλισμού ενδέχεται να εντείνουν τις πληθωριστικές πιέσεις μεσοπρόθεσμα».Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε μια συγκυρία όπου ο πληθωρισμός διαβρώνει την αγοραστική δύναμη και επηρεάζει άμεσα το διαθέσιμο εισόδημα για τους πολίτες.Το «μάρμαρο» πληρώνει πάλι η ΕλλάδαΟι αμυντικές δαπάνες δεν αφορούν αποκλειστικά την αγορά οπλικών συστημάτων. Η ΤτΕ αναλύει τη σύνθεσή τους, υπογραμμίζοντας ότι το μεγαλύτερο μέρος των αμυντικών δαπανών αφορά το κόστος προσωπικού (μισθοδοσία, συντάξεις, εκπαίδευση, υγειονομική περίθαλψη κ.λπ.). Ακολουθούν οι δαπάνες για λειτουργία και συντήρηση, έρευνα και ανάπτυξη, και τέλος οι εξοπλισμοί.Η ανάγκη διατήρησης επαρκούς και άρτια εκπαιδευμένου προσωπικού, σε συνδυασμό με τη συνεχή ανανέωση και συντήρηση των μέσων, συνιστά ένα διαρκές και σημαντικό δημοσιονομικό βάρος.Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα ξεχωρίζει. Μόλις έξι από τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ αναμένεται να φθάσουν το στόχο του 2% του ΑΕΠ το 2025, τονίζει η έκθεση. Ελλάδα, Πολωνία, χώρες της Βαλτικής και Φινλανδία ήταν από τις χώρες που αύξησαν σημαντικά τις αμυντικές τους δαπάνες, φθάνοντας ή ξεπερνώντας το 2% του ΑΕΠ, ήδη πριν από την εισβολή στην Ουκρανία.Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα πληρώνει ένα «βαρύ τίμημα» για την άμυνά της, πολύ πριν την κλιμάκωση της διεθνούς αβεβαιότητας, εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης και των απειλών που αντιμετωπίζει. Είναι από τις ελάχιστες χώρες που όχι μόνο καλύπτουν την απαίτηση του 2% του ΑΕΠ για αμυντικές δαπάνες που τέθηκε από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, αλλά την ξεπερνούν σταθερά, επιβαρύνοντας τους Έλληνες πολίτες με ένα δυσανάλογο βάρος σε σχέση με την πλειονότητα των Ευρωπαίων εταίρων τους.Αύξηση αμυντικών δαπανών 2014-2024 (ως % του ΑΕΠ) σε χώρες της ΕΕ (Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος, Νομισματική Πολιτική 2024-2025, επεξεργασία newmoney.gr)«Παγκόσμιοι πρωταθλητές» το 2021Τα ίδια στοιχεία αποκαλύπτουν και κάτι ακόμα σπουδαιότερο: πώς η Ελλάδα σήκωνε το πιο βαρύ φορτίο από όλους για την Άμυνά της, ενώ άλλες χώρες σφύριζαν αδιάφορα! Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ (διάγραμμα Α):• διαχρονικά, ακόμα και μέσα στα Μνημόνια, η Ελλάδα δαπανούσε για την Άμυνα τα περισσότερα από όλα τα κράτη του ΝΑΤΟ (ως ποσοστό του ΑΕΠ), όχι μόνον μεταξύ των κρατών της ΕΕ αλλά… και των Ηνωμένων Πολιτειών.• όλες σχεδόν οι άλλες χώρες δαπανούσαν κάτω από 2% του ΑΕΠ! Ακόμα και το 2024 καταστρατηγούσαν τους κανόνες του ΝΑΤΟ δαπανώντας ελάχιστα για την άμυνα. Για παράδειγμα, όταν η δαπανούσε Ελλάδα 3,1% του ΑΕΠ, η Ιρλανδία 0,2% του ΑΕΠ, η Αυστρία 1%, η Ισπανία 1,4%, ενώ η Γερμανία, η Ολλανδία και η Τσεχία 1,8% του ΑΕΠ.Με αυτά τα δεδομένα, ήταν επιτυχία για τη χώρα (αν και θα έπρεπε να είναι αυτονόητο) ότι η Αθήνα πέτυχε ειδική εξαίρεση, να υπολογιστεί η «ρήτρα διαφυγής» με βάση το έτος 2024 και όχι το 2021, χρονιά όπου είχε δαπάνες ρεκόρ ύψους 3,9% του ΑΕΠ (!) λόγω της «εισβολής» στον Εβρο. Και αυτό θα είχε ως συνέπεια, η ρήτρα διαφυγής να «τιμωρούσε» την Ελλάδα, που δεν θα μπορούσε να επικαλεστεί αύξηση δαπανών σε σύγκριση με το παρελθόν, αν η βάση ήταν το 2021 και όχι το 2024 όπου θα δαπάνες της ήταν στο 3,1% περίπου.Αναπτυξιακό «όπλο»Στην Έκθεσή της η Τράπεζα της Ελλάδος προσεγγίζει, πάντως, το ζήτημα των αμυντικών δαπανών όχι μόνο από την πλευρά του δημοσιονομικού κόστους, αλλά και των πιθανών αναπτυξιακών ωφελειών της για την οικονομία.Η ΤτΕ δεν παραβλέπει ότι η αύξηση των αμυντικών δαπανών, πέραν της ενίσχυσης της αμυντικής ικανότητας, μπορεί να έχει θετικές αναπτυξιακές επιδράσεις. Όπως αναφέρει «στην εμπειρική βιβλιογραφία, υπάρχει ευρεία συναίνεση ότι μια αύξηση των αμυντικών δαπανών στις προηγμένες οικονομίες έχει θετικό αντίκτυπο στην εγχώρια ζήτηση βραχυπρόθεσμα, ενώ οι επιδράσεις στην οικονομική ανάπτυξη είναι περιορισμένες μακροπρόθεσμα, εκτός από τις περιπτώσεις που αφορούν δαπάνες για επενδύσεις και για έρευνα και ανάπτυξη. Οι βασικοί δίαυλοι επίδρασης είναι κυρίως μέσω της αύξησης της δημόσιας κατανάλωσης και των δημόσιων επενδύσεων, με συνακόλουθη άνοδο των εισοδημάτων και της απασχόλησης».Αυτό σημαίνει ότι οι αμυντικές επενδύσεις μπορούν να λειτουργήσουν ως μοχλός ανάπτυξης, δημιουργώντας ζήτηση για προϊόντα και υπηρεσίες, ενισχύοντας την εγχώρια παραγωγή και την απασχόληση. Η ΤτΕ τονίζει τη σημασία της τεχνολογικής διάχυσης και των «αγαθών διπλής χρήσης» – δηλαδή τεχνολογιών που αναπτύσσονται για αμυντικούς σκοπούς, αλλά μπορούν να βρουν εφαρμογές και στην πολιτική οικονομία, ενισχύοντας την παραγωγικότητα συνολικά. Ωστόσο, η υλοποίηση αυτών των θετικών επιδράσεων απαιτεί στρατηγικό σχεδιασμό και επενδύσεις που δεν είναι πάντα άμεσα συμβατές με τις πιεστικές ανάγκες του καθημερινού προϋπολογισμού και τις κοινωνικές παροχές που ζητά ο πολίτης.Ωστόσο τα οφέλη διαφέρουν από χώρα σε χώρα. Στις λιγότερο προηγμένες και αναδυόμενες οικονομίες η επίδραση είναι αρνητική, επειδή η αύξηση της δημόσιας δαπάνης για άμυνα εκτοπίζει πλήρως την ιδιωτική κατανάλωση και τις επενδύσεις. Τέλος, οι σχετικά κλειστές οικονομίες παρουσιάζουν υψηλότερους πολλαπλασιαστές σε σύγκριση με τις πιο ανοικτές οικονομίες, όπου μέρος από την αύξηση της συνολικής ζήτησης αντισταθμίζεται από ανατίμηση του εγχώριου νομίσματος και μείωση των καθαρών εξαγωγών.Διαβάστε ακόμη 

Φυσικό αέριο: «Καβάλησε» τα 41 ευρώ στην ευρωπαϊκή αγορά και… τρέχει (pics)

Helleniq Energy: Με συμμαχίες στον διαγωνισμό για τα νέα μπλοκ υδρογονανθράκων – Στο κάδρο η Chevron και άλλοι μνηστήρες  

Uniko: Ενας ψηφιακός μεσίτης που προωθεί «ακίνητα χωρίς εκπλήξεις με πιστοποίηση και χρηματοδότηση»Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
Keywords