Ελ Έριαν (Allianz): Επικίνδυνη για πολλές οικονομίες μια απότομη αύξηση του δολαρίου

Φέρνοντας ως παράδειγμα την πρόσφατη προσφυγή της Αργεντινής στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ο Μοχάμεντ Ελ Έριαν, επισημαίνει τους κινδύνους που μπορούν να προκληθούν σε αρκετές οικονομίες ανά την υφήλιο, εάν υπάρξει απότομη και ισχυρή άνοδος του δολαρίο.

Σύμφωνα με το Διευθύνοντα Οικονομικό σύμβουλο της Allianz, η κυβέρνηση του προέδρου της Αργεντινής

Mauricio Macri ζήτησε από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ένα δάνειο με στόχο να μειώσει την έντονη διακύμανση του peso η οποία οδηγεί υψηλότερα τα επιτόκια δανεισμού, επιβραδύνει την οικονομία και απειλεί με αποτυχία το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων.

Αυτή η ανατροπή στην Αργεντινή αποτελεί απτή απόδειξη της επίδρασης που έχει η άνοδος του δολαρίου σε άλλες οικονομίες, μία άνοδος που θα συνεχιστεί με δεδομένες τις εκτιμήσεις τόσο για την ανάπτυξη των ΗΠΑ όσο και για τη νομισματική πολιτική της Fed.

Η Fed έχει προχωρήσει πιο γρήγορα από τις υπόλοιπες συστημικά σημαντικές κεντρικές τράπεζες σε εξομάλυνση της νομισματικής της πολιτικής, με αύξηση επιτοκίων και διακοπή του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης.

Το 2017 ή τουλάχιστον στο μεγαλύτερο μέρος του, οι αγορές προσπαθούσαν να προλάβουν τις ενδείξεις ανάπτυξης εκτός των ΗΠΑ, η οποία τελικά ήταν καλύτερη των αρχικών εκτιμήσεων.
Αποτέλεσμα ήταν ο δείκτης δολαρίου να υποχωρήσει το 2017 κατά 10%.

Οι εισροές κεφαλαίων σε Ευρώπη και μεγάλες αναδυόμενες οικονομίες ενισχύθηκε, καθώς οι επενδυτές φρόντισαν να εκμεταλλευθούν την καλύτερη της αναμενόμενης ανάπτυξη αλλά και τις υψηλότερες ομολογιακές αποδόσεις.

Όμως κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών υπάρχουν ορισμένες οικονομικές «εκπλήξεις» που αποδεικνύονται αρνητικές και μία εξ αυτών είναι ότι η οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη –και όχι μόνο – αρχίζει να χαλαρώνει.

Απόδειξη το γεγονός ότι οι πιθανότητες αύξησης των επιτοκίων από την Τράπεζα της Αγγλίας, κατά την τελευταία συνεδρίασή της να υποχωρήσουν στο 20% από 90% που ήταν αρχικά, ενώ παράλληλα αρκετοί επενδυτές αποχωρούν από τις ευρωπαϊκές αγορές και επιστρέφουν στις δικές τους ή στις ΗΠΑ.

Αυτή η δραστηριότητα αποτελεί έναν βασικό παράγοντα στήριξης του δολαρίου.
Ο μόνος τρόπος για να καταστεί λιγότερο επιθετική αυτή η ανοδική πίεση και για να μετριαστούν οι όποιες αρνητικές συνέπειες είναι μέσω μίας καλύτερης πολιτικής.

Τα καλά νέα είναι ότι υπάρχουν αρκετά εργαλεία για να μειωθεί ο κίνδυνος εξάρσεων. Υπάρχει όμως ανάγκη για ευρύτερη εφαρμογή τους σε συγκεκριμένες οικονομίες και καλύτερη διασυνοριακή συνεργασία.

Όμως, όπως αποδεικνύει η κατάσταση της Αργεντινής, η υπερβολική απότομη και ξαφνική ενίσχυση ενός τόσο σημαντικού από άποψη συστήματος νομίσματος κινδυνεύει να οδηγήσει σε αναταραχές σε άλλες περιοχές της υφηλίου.

Οι αναδυόμενες αγορές είναι σχεδόν εκ παραδόσεως ιδιαίτερα ευάλωτες στο φαινόμενο αυτό.

Ενόψει της ασιατικής χρηματοπιστωτικής κρίσης της δεκαετίας του 1990, πολλές αναδυόμενες οικονομίες διατηρούσαν τα νομίσματά τους σταθερά συνδεδεμένα με το δολάριο και οι κυβερνήσεις έχουν την τάση να δανείζονται σε δολάρια, παρά το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων τους ήταν σε εγχώριο νόμισμα (αυτό που οι οικονομολόγοι χαρακτήρισαν «προπατορικό αμάρτημα»).

Καθώς το δολάριο ενισχύεται, αυτές οι οικονομίες έγιναν λιγότερο ανταγωνιστικές και παρουσίασαν απότομη επιδείνωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.

Η πραγματική αλλά και η ενδεχόμενη εκροή κεφαλαίων ανάγκασε τις κεντρικές τράπεζες να αυξήσουν τα επιτόκια, να εντείνουν τις οικονομικές συγκυριακές πιέσεις και να υπονομεύσουν την πιστοληπτική ικανότητα των εγχώριων επιχειρήσεων.

Η υποτίμηση του νομίσματος δεν ήταν μία εύκολη επιλογή, διότι θα ενίσχυε τον πληθωρισμό και θα έστελνε το κόστος εξυπηρέτησης των χρεών προς απαγορευτικά υψηλά επίπεδα.
Πολλές αναπτυσσόμενες χώρες έχουν τώρα ευέλικτες συναλλαγματικές ισοτιμίες και με τη μετάβαση στις εγχώριες πηγές δανεισμού έχουν μειώσει τις αναντιστοιχίες των νομισμάτων που συνδέονται με τις υποχρεώσεις τους.

Keywords
Τυχαία Θέματα