Bloomberg: Τα μεγάλα βαρίδια για τις ελληνικές τράπεζες μετά το μνημόνιο

Η Ήρα Τσινάρα έχει πρώτη θέση στο δράμα των κόκκινων δανείων στην Ελλάδα. Η 44χρονη πέρασε τα μισά απ' τα 20 χρόνια καριέρας της στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα στη διαχείριση μη εξυπηρετούμενων δανείων. Όταν για πρώτη φορά είδε το εύρος της έκθεσης των τραπεζών το 2006, μόλις δύο χρόνια πριν η Ελλάδα γίνει το επίκεντρο της ευρωπαϊκής χρηματοοικονομικής κρίσης, είχε σοκαριστεί.

«Εξεπλάγην που βρήκα ότι υπήρχαν δάνεια τα οποία δεν πληρωνόντουσαν για περίπου 20 χρόνια, ούτε είχαν διαγραφεί», λέει. «Αυτή η κατάσταση ξεκάθαρα δεν ήταν βιώσιμη, αλλά δεν είχαμε τα απαραίτητα εργαλεία, τα επικαιροποιημένα ηλεκτρονικά συστήματα ούτε το νομικό πλαίσιο για να τα αντιμετωπίσουμε», λέει.

Η Ήρα ασχολείται πλέον με τα οικοκυρικά, έχοντας αποδεχθεί ένα πακέτο εθελούσιας εξόδου που της πρόσφερε η τράπεζα που εργαζόταν το 2016, αλλά το πρόβλημα που η ίδια εντόπισε πριν από 12 χρόνια συνεχίζει να υπάρχει. Οι ελληνικές τράπεζες είναι επιβαρυμένες απ' τα κόκκινα δάνεια. Κάτι που τις κάνει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικές στις νέες χρηματοδοτήσεις τους, που όμως η οικονομία της χώρας χρειάζεται προκειμένου να αναπτυχθεί και πάλι.

Ο τραπεζικός κλάδος της χώρας έχει συρρικνωθεί. Πλέον υπάρχουν 9 τράπεζες από 40 που ήταν πριν ξεσπάσει η κρίση. Τέσσερις απ' αυτές θεωρούνται συστημικές και έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί τρεις φορές κατά τη διάρκεια της κρίσης. Παρ' όλα αυτά εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν το μεγάλο βαρίδι που λέγεται «κόκκινα δάνεια». Στο τέλος Μαρτίου η έκθεση του τραπεζικού συστήματος στα μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα ήταν στα 92,4 δισ ευρώ, ή περίπου το 50% του ΑΕΠ της χώρας. Ο Εποπτικός Βραχίωνας της ΕΚΤ πιέζει τις τράπεζες να το μειώσουν κατά 30 δισ ευρώ ως το τέλος του 2019.

Τα μέτρα που ελήφθησαν

Οι τράπεζες έχουν πάρει μέτρα για να εξορθολογίσουν τη λειτουργία τους και να μειώσουν τα λειτουργικά τους κόστη. Περιόρισαν το προσωπικό τους στους 40.000 εργαζόμενους στο τέλος του 2017 από 66.165 που ήταν το 2008 σύμφωνα με τα στοιχεία της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών.

Έπειτα από τρία προγράμματα διάσωσης τα τελευταία οκτώ χρόνια, η κατάσταση στον τραπεζικό τομέα έχει βελτιωθεί. Τα πρόσφατα στρες τεστ που διεξήγαγε η ΕΚΤ έδειξαν ότι το σύνολο των συστημικών τραπεζών διαθέτουν δείκτες Κεφαλαιακής επάρκειας (common equity Tier 1) που ξεπερνούν το όριο του 4,5% στο δυσμενές σενάριο.

Κατά τη διάρκεια της κρίσης το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας χορήγησε 31,9 δισ ευρώ στις τέσσερις συστημικές τράπεζες. Η σημερινή αξία των μετοχών των τραπεζών που κατέχει το Ταμείο είναι περίπου στα 6,5 δισ ευρώ και μία έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου πέρυσι εκτιμούσε πως μόνο ένα μικρό μέρος απ' τα 25,4 δισ ευρώ των εκτιμώμενων ζημιών θα ανακτηθεί τελικά.

Αυτό το βάρος που δημιούργησαν στα δημόσια Ταμεία, προκαλεί πίεση στις τράπεζες να κάνουν περισσότερα για την πραγματική οικονομία, λέει ο Αιμίλιος Αυγουλέας, καθηγητής Χρηματοοικονομικής και Διεθνούς Τραπεζικού Δικαίου στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου.

Υπό πίεση

«Είναι απαραίτητο οι ελληνικές τράπεζες να υιοθετήσουν ένα νέο επιχειρηματικό μοντέλο, αποδεικνύοντας ότι μπορούν να αποφέρουν έσοδα και να γίνουν πιο τολμηροί στον δανεισμό προς τις επιχειρήσεις », ανέφερε. »Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα πρέπει να συμβάλλουν στην ανάκαμψη της οικονομίας, και αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να δικαιολογήσουμε τις θυσίες που έκανε ο ελληνικός λαός για να τα κρατήσει ζωντανά».

Η ελληνική οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 2% φέτος, αν και έχει προηγηθεί η συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 25% κατά τη δεκαετή κρίση. «Η αναζωόγονηση της ικανότητας δανεισμού των τραπεζών είναι ζωτικής σημασίας για την υποστήριξη της οικονομίας», ανέφερε το ΔΝΤ στην τελική δήλωσή του στην έκθεση του 2018.

Τα υψηλά μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, τα οποία εξακολουθούν να υπερβαίνουν το 46% του συνόλου των δανείων, μείωσαν τις καταθέσεις και η συμπιεσμένη ρευστότητα εξακολουθούν να υπονομεύουν την ικανότητα των τραπεζών να δανείζουν σε εταιρείες και νοικοκυριά.

Κατά τη διάρκεια της κρίσης, οι καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες μειώθηκαν κατά περισσότερο από 110 δισ. ευρώ. Οι δανειστές αναγκάστηκαν να μειώσουν τα στοιχεία ενεργητικού τους, φθάνοντας τα 259,7 δισ. ευρώ στο τέλος του 2017, από 418,6 δισ. ευρώ το 2008, σύμφωνα με τα στοιχεία που συνέταξε η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών. Επίσης η πρόσβαση στις αγορές ήταν κοστοβόρα για το τραπεζικό σύστημα, που από το 2011 έχει το στάτους «junk».

Τους τελευταίους μήνες υπήρξαν σημάδια βελτίωσης του περιβάλλοντος. Τον Ιούλιο, η Standard & Poor's αναβάθμισε τα τριετή καλυμμένα ομόλογα της Εθνικής Τράπεζας στην πιστοληπτική αξιολόγηση BBB-, τέσσερις βαθμούς πάνω από την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας. Οι καταθέσεις αρχίζουν να αυξάνονται, αν και με πολύ αργούς ρυθμούς.

Από την άλλη πλευρά, μετά το τέλος της διάσωσης, η ΕΚΤ τερμάτισε μία εξαίρεση (waiver) που καθιστούσε τα ελληνικά ομόλογα επιλέξιμα για το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της κεντρικής τράπεζας, στερώντας τις τράπεζες από μια φθηνή πηγή χρηματοδότησης. Η εξάρτηση των ελληνικών τραπεζών απ' τη χρηματοδότηση της ΕΚΤ στα τέλη Μαϊου περιορίστηκε στα 11,3 δισ. Ευρώ.

Πουλώντας NPLs

Για να βγάλουν τα κόκκινα δάνεια απ' τους ισολογισμούς τους, οι ελληνικές τράπεζες τα πωλούν σε κεφάλαια. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που δημοσίευσε η Τράπεζα της Ελλάδος, οι τράπεζες της χώρας πώλησαν 6,9 δισεκατομμύρια ευρώ επισφαλών δανείων. Σχεδιάζουν να πουλήσουν επιπλέον 4,7 δισ. ευρώ μέχρι τα τέλη του 2019.

Αν και αυτό μπορεί να είναι μια γρήγορη λύση, χρειάζεται ένα ευρύτερο σύστημα για να βοηθήσει τις χρεωμένες εταιρείες και την οικονομία να ανακάμψει, δηλώνει ο Αυγουλέας του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου.

«Οι πωλήσεις δανείων σε πολύ χαμηλές τιμές ενδέχεται να βοηθήσουν τις τράπεζες να επιτύχουν τους στόχους τους, αλλά αυτή δεν είναι η λύση», δήλωσε ο εκπρόσωπος της τράπεζας «Οι τράπεζες πρέπει να συνεργαστούν με τις εταιρείες για να δουλέψουν τα πράγματα.

Keywords