Δύο τα σενάρια για το μέλλον της Χαλυβουργίας Ελλάδος (Κ) – ΝΑ ΜΗΝ ΒΓΕΙ ΜΕΧΡΙ ΝΕΩΤΕΡΑΣ

Προ της έναρξης της τελευταίας πράξης στο σίριαλ αναδιάρθρωσής της βρίσκεται η βιομηχανία παραγωγής χάλυβα στην Ελλάδα. Αναδιάρθρωση που σύμφωνα με ορισμένα σενάρια μπορεί να οδηγήσει υπό προϋποθέσεις ακόμα και στην εξαγορά της Χαλυβουργίας Ελλάδος από τη Σιδενόρ, δημιουργώντας έναν μοναχικό «εθνικό πρωταθλητή». Στην ελληνική αγορά πλέον, μετά και τη διακοπή λειτουργίας της Χαλυβουργικής, έχουν απομείνει μόνον οι δύο

αυτοί παραγωγοί χάλυβα με τα μερίδιά τους, τόσο στο εσωτερικό όσο και στις εξαγωγές, να κυμαίνονται περίπου στο 65% και 35% για τη Σιδενόρ και τη Χαλυβουργία Ελλάδος αντίστοιχα. Θρυαλλίδα είναι η διαδικασία πώλησης δανείων της Χαλυβουργίας Ελλάδος, που φέρονται να έχουν δρομολογήσει οι Τράπεζες Πειραιώς και Εθνική, προκειμένου να εξέλθουν από το αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί στη διαχείριση του δανεισμού του εν λόγω ομίλου, συνολικού ονομαστικού ύψους της τάξης των 300 εκατ., μετά και την πώληση δανείου 53 εκατ. της Eurobank στην HIG Capital πριν από περίπου ενάμισι έτος.

Εκθεση

Τη μεγαλύτερη πιστωτική έκθεση στην Ελληνική Χαλυβουργία έχει η Alpha Bank, της τάξης των 150 εκατ., η οποία όμως εμφανίζεται απρόθυμη να προχωρήσει στην πώληση του δικού της δανείου με αυτούς τους όρους, εκτιμώντας ότι μπορεί να εξαγάγει πολύ μεγαλύτερη αξία μέσα από διαφορετική διαδικασία ή και την εξυγίανση του ισολογισμού της εταιρείας.

Με την HIG όμως να έχει αγοράσει τις απαιτήσεις της Eurobank περίπου στο 15% της ονομαστικής τους αξίας, λίγοι εκτιμούν πως οι Πειραιώς και η Εθνική θα μπορέσουν να εξασφαλίσουν σημαντικά υψηλότερο τίμημα. Ειδικά με την ελληνική οικονομία να έχει εισέλθει εκ νέου σε ύφεση και τα μεγάλα κατασκευαστικά έργα (Ελληνικό, μετρό κ.λπ.) να εκτιμάται πως απαιτούν ακόμα χρόνο για να τονώσουν τη ζήτηση για χάλυβα στο εσωτερικό, και τις εξαγωγές να αντιμετωπίζουν προβλήματα ανταγωνιστικότητας, όπως το υψηλό κόστος ενέργειας στην Ελλάδα, εξηγούν οι ειδικοί.

Ενδιαφερόμενος

Η HIG Capital εμφανίζεται επί του παρόντος ως ο προφανέστερος ενδιαφερόμενος για την εξαγορά των δανείων της τάξης των 90 εκατ. ευρώ της Πειραιώς και της Εθνικής. Και σύμφωνα με καλά πληροφορημένες τραπεζικές πηγές, το ενδιαφέρον που έχει διατυπώσει, έχει οδηγήσει σε μια τρέχουσα διαδικασία διαπραγμάτευσης για το τίμημα. Ομως από τη φύση της ως επενδυτικό κεφάλαιο η HIG δεν αποτελεί μακροπρόθεσμο επενδυτή και σίγουρα όχι χαλυβουργό.

Υπό αυτό το πρίσμα, τόσο τραπεζικές πηγές όσο και κύκλοι της αγοράς εκτιμούν ότι δύο είναι πλέον τα πιθανότερα σενάρια για τον κλάδο εν γένει αλλά και τη Χαλυβουργία Ελλάδος, ειδικότερα:

Στο πρώτο σενάριο Alpha Bank και HIG Capital, αφού η τελευταία αποκτήσει και τα δάνεια Πειραιώς και Εθνικής, θα προχωρήσουν αρχικά στον εξορθολογισμό του έντονα μοχλευμένου ισολογισμού της Χαλυβουργίας Ελλάδος μέσω ενδεχόμενης κεφαλαιοποίησης χρεών. Σε δεύτερη φάση, η HIG αναμένεται να αποεπενδύσει επιχειρώντας να εξάγει αξία από περιουσιακά στοιχεία του ομίλου όπως αφενός η έκταση της κλειστής από το 2012 μονάδας της Χαλυβουργίας Ελλάδος στον Ασπρόπυργο, που έχει πρόσβαση σε λιμάνι και έχει κατά καιρούς προσελκύσει ενδιαφέρον για ανάπτυξη κέντρου logistics, και αφετέρου η εξυπηρέτηση του εναπομείναντος δανεισμού από έναν υγιέστερο χρηματοοικονομικά όμιλο. Στο τέλος όμως πάλι θα μείνει μια χαλυβουργία προς πώληση από την HIG, επισημαίνουν τραπεζικοί κύκλοι.

Επιπλέον, η εξυγίανση του ισολογισμού της Χαλυβουργίας Ελλάδος μέσω μιας τέτοιας διαδικασίας θα πιέσει τον ανταγωνισμό της, σχολιάζουν κύκλοι της αγοράς. «Η Σιδενόρ, ενώ έχει υγιέστερο ισολογισμό και έχει προβεί σε αύξηση κεφαλαίου άνω των 30 εκατ. ευρώ, επιβαρύνεται με κόστος δανεισμού σημαντικά υψηλότερο από αυτό που εμφανίζεται να καταβάλει η Χαλυβουργία Ελλάδος και έτσι γεννάται εύκολα ζήτημα στρέβλωσης του ανταγωνισμού, πόσο μάλλον εάν οι υποχρεώσεις της “Χαλυβουργία Ελλάδος” απομειωθούν όσο υπονοεί το κόστος εξαγοράς των απαιτήσεων της Eurobank από την HIG», σημειώνουν αυτοί οι κύκλοι.

Ετσι, οι ίδιες πηγές μιλούν για ένα δεύτερο σενάριο. Αυτό της εξαγοράς της Χαλυβουργίας Ελλάδος από την ανταγωνίστριά της Σιδενόρ και μάλιστα σε πρώτο στάδιο, πριν δηλαδή χρειαστεί να καταβάλει και υπερτίμημα στην HIG για τη μεσολάβησή της. Οσοι βλέπουν ως πιθανό αυτό το ενδεχόμενο εκτιμούν πως δεν υφίσταται θέμα μη έγκρισης από τις αρμόδιες αρχές ανταγωνισμού, όταν ήδη η Ιταλία μπορεί να στείλει φθηνότερο χάλυβα στην Ελλάδα. Επί του παρόντος, πάντως, δεν υπάρχει καμία τέτοια πρόταση, τουλάχιστον επισήμως, στο τραπέζι. Ωστόσο όσοι υποστηρίζουν πως η Σιδενόρ θα ήταν διατεθειμένη να εξαγοράσει τη Χαλυβουργία Ελλάδος θυμίζουν επίσης πως o όμιλος Στασινόπουλου που εκτός από τη Σιδενόρ ελέγχει και τη ΣΙΔΜΑ που δραστηριοποιείται στα προϊόντα χάλυβα, εξαγόρασε μέσω της τελευταίας τη δραστηριότητα στα προϊόντα χάλυβα της «Μπήτρος» κατόπιν σχετικής συμφωνίας με τις πιστώτριες τράπεζες.

Σε κάθε περίπτωση, οι εξελίξεις των επομένων μηνών στη Χαλυβουργία Ελλάδος θα διαμορφώσουν ένα νέο τοπίο για τον κλάδο της παραγωγής χάλυβα στη χώρα.

Χαμηλή ζήτηση

Την τελευταία δεκαετία στην Ελλάδα έχει προκληθεί καθίζηση της οικοδομικής δραστηριότητας σε δημόσια και ιδιωτικά έργα. Ενας αντιπροσωπευτικός δείκτης είναι η κατανάλωση χάλυβα οπλισμού σκυροδέματος, που ενώ το 2008 ήταν περίπου 2,3 εκατ. τόνους, το 2019 είχε πέσει σε μόλις 400 χιλιάδες τόνους, δηλαδή 1,9 εκατ. τόνοι λιγότεροι. Ητοι, μείωση της ζήτησης κατά 80%. Η κατάσταση για το 2020 αναμένεται αυτονόητα χειρότερη μετά την πανδημία. Ταυτόχρονα όμως αυτή τη δεκαετία υποχώρησε σημαντικά και η συλλογή εγχώριου παλαιοσιδήρου (scrap) που αποτελεί την κύρια πρώτη ύλη για την παραγωγή χάλυβα.

Αυτό δημιούργησε τεράστιες δυσκολίες στη βιωσιμότητα των βιομηχανιών παραγωγής προϊόντων χάλυβα της χώρας, αφού σχεδόν συρρικνώθηκε δραματικά για πάνω από 10 χρόνια η εσωτερική ζήτηση και μειώθηκε κατά 50% περίπου η εγχώρια παραγωγή της βασικότερης πρώτης ύλης, εξηγούν οι ειδικοί.

Σε συνδυασμό με τις μη ανταγωνιστικές τιμές ενέργειας, τις ακριβές και προβληματικές λιμενικές και σιδηροδρομικές υποδομές αλλά και το υψηλό κόστος τραπεζικής χρηματοδότησης σε σχέση με τον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό, το σύνολο των κάποτε κραταιών ελληνικών χαλυβουργιών εισήλθε σε βαθιά κρίση. Οι τρεις εταιρείες, με πέντε συνολικά εργοστάσια που υπήρχαν στον κλάδο πριν από δέκα χρόνια, σήμερα είναι δύο (καθώς η Χαλυβουργική σταμάτησε την παραγωγική της δραστηριότητα) με τρία συνολικά εργοστάσια.

Η Χαλυβουργία Ελλάδος σταμάτησε τη δραστηριότητα στον Ασπρόπυργο και λειτουργεί μόνο το εργοστάσιο του Βόλου. Η Σιδενόρ στράφηκε όπως και ο ανταγωνισμός στις εξαγωγές, με παραγωγική δραστηριότητα και στο εργοστάσιο του Αλμυρού Μαγνησίας (ΣΟΒΕΛ) και στη Θεσσαλονίκη (Σιδενόρ). Το εργοστάσιο της Σιδενόρ στη Θεσσαλονίκη μάλιστα μετά το 2016 έχει προσανατολιστεί στην παραγωγή χονδροσύρματος, προϊόν που εξάγεται κατά 90%.

Ετσι υπολογίζεται πως σήμερα παράγονται στην Ελλάδα περίπου 1,1 εκατ. τόνοι ρευστού χάλυβα από τη Σιδενόρ και τη ΣΟΒΕΛ και 350 χιλ. τόνοι από τη Χαλυβουργία Ελλάδος. Στις εγχώριες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί από τη χαμηλή ζήτηση και τις μειωμένες ποσότητες εγχώριου scrap, οι δύο εταιρείες έχουν ως μόνη διέξοδο τις εξαγωγές και την εισαγωγή πρώτης ύλης. Ακόμα και έτσι, τα εργοστάσια εργάζονται με χαμηλό βαθμό εκμετάλλευσης της παραγωγικής τους δυναμικότητας.

Keywords
Τυχαία Θέματα