Μπορεί το υπερπαίξιμο να καταστρέψει ολόκληρη παράσταση;

Ναι, μπορεί! Χαρακτηριστικά παραδείγματα οι παραστάσεις: «Ο Ντάνι και η βαθιά γαλάζια θάλασσα» και «Οιδίνους». Η τελευταία συνεχίζεται και θα μιλήσω γι αυτή σε επόμενο άρθρο.

Από την Ηρώ Μητρούτσικου

Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ & ΤΟ ΕΡΓΟ:

O Τζον Πάτρικ Σάνλεϊ (1950) είναι –βραβευμένος με Πούλιτζερ– συγγραφέας μυθιστορημάτων και θεατρικών έργων, σεναριογράφος και θεατρικός και κινηματογραφικός σκηνοθέτης. Έχει, επίσης, βραβευτεί για τις ταινίες “Αμφιβολία” (Doubt, 2008) με την Μέρυλιν Στριπ, “Κάτω από τη Λάμψη του Φεγγαριού” (Moonstruck, 1988) με την Σερ και όχι μονό. Το θεατρικό

του έργο «Ο Ντάνι και η βαθιά γαλάζια θάλασσα» (1983) πρωτοπαρουσιάστηκε στο Μπρoντγουέι, ενώ στην Ελλάδα έχει ανέβει στο Θέατρο του Ν.Κόσμου (2001) στο Δη.Πε.Θε. Καβάλας (2008) καθώς και σε αρκετές, λιγότερο “επαγγελματικές” παραστάσεις. Είναι ένα έργο, το οποίο παίζεται συχνά, καθότι απαιτεί μόνο δυο ηθοποιούς, ελάχιστα σκηνικά και εξοπλισμό και δίνει την ευκαιρία για δυνατές ερμηνείες.

Δυο νέοι συναντιούνται σε ένα άδειο μπαρ. Ένας άντρας με πρόβλημα διαχείρισης θυμού, νευρικός, οξύθυμος, έτοιμος να επιτεθεί και να χτυπήσει με το παραμικρό και μια νέα γυναίκα, χωρισμένη με παιδί και με προβληματική σχέση με τους γονείς της. Έχουν μια γνωριμία γεμάτη ένταση -καθότι προβληματικά άτομα και οι δυο, τα οποία έχουν μεγαλώσει χωρίς αγάπη- στην πορεία της βραδιάς κοιμούνται μαζί και το πρωί κάνουν σχέδια για το μέλλον, προσπαθώντας να στηριχθούν ο ένας στον άλλον. Μια ιστορία που μιλάει για τη μοναξιά, την αναζήτηση αλλά και τη δυσκολία της αποδοχής της αγάπης, για ανθρώπους με επιθετικότητα αλλά και με έντονη ανάγκη να αγαπηθούν, για τις σχέσεις ανθρώπων οι οποίοι δεν αποτελούν πρότυπα, για δυο νέους με κοινωνικά, εργασιακά αλλά και οικογενειακά προβλήματα και αδιέξοδα.

Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ & κάποιοι προβληματισμοί:

Δεν έχω δει τις προηγούμενες παραστάσεις του έργου «Ο Ντάνι και η βαθιά γαλάζια θάλασσα», ούτε έχω διαβάσει το κείμενο, είδα όμως την φετινή παράσταση στην οποία μεταφραστής, σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής ήταν ο Δημοσθένης Φίλιππας.

Συνήθως το να βλέπεις το ίδιο άτομο και στους τρεις ρόλος (κείμενο, σκηνοθεσία, υποκριτική, μπορεί να συναντήσουμε και σε πέντε ρόλους, δηλ και σε επιμέλεια κουστουμιών και μουσικής, αλλά αυτά δεν πειράζουν και τόσο) είναι ένδειξη για να μην προτιμήσεις την παράσταση. Αυτό δεν είναι απαράβατος κανόνας, αλλά είναι μια δικλίδα ασφαλείας, αν δεν γνωρίζεις τον καλλιτέχνη! Εδώ, βέβαια, δεν ήταν δικό του κείμενο, απλά έκανε την μετάφραση, κάτι που κάνουν συχνά οι σκηνοθέτες όχι μόνο όταν δεν τους ικανοποιούν, ίσως, οι υπάρχουσες μεταφράσεις (ας μην ξεχνάμε ότι συχνά οι μεταφράσεις “παλιώνουν”), αλλά και γιατί έτσι μειώνονται τα έξοδα, καθώς έχουν να πληρώσουν ποσοστά (για την χρήση του έργου) μόνο στον συγγραφέα κι όχι και στον μεταφραστή…

Το πιο δύσκολο, όμως, είναι να σκηνοθετείς τον εαυτό σου και επίσης να σκηνοθετείς μια παράσταση ενώ εσύ είσαι πάνω στην σκηνή. Εκεί, δυστυχώς, το εξωτερικό μάτι σχεδόν εξαλείφεται, όπως και η διαφορετική ματιά που έχει ο σκηνοθέτης από τον απλό ηθοποιό και το αντίστροφο. Ο σκηνοθέτης -εκτός από δημιουργός- είναι και θεατής. Κάτι, όμως, το οποίο αποκλείεται όταν ο σκηνοθέτης είναι και πρωταγωνιστής, όταν βρίσκεται συνέχεια επί σκηνής… Κάποιοι έχουν το ταλέντο ή την εμπειρία να μπορούν να κάνουν και τα δυο, αυτό, όμως, δεν συνέβη στην περίπτωση του Δημοσθένη Φίλιππα. Οφείλω, βέβαια, να του αναγνωρίσω ότι προσπάθησε πολύ, αλλά παραπροσπάθησε…

Η παράσταση ξεκίνησε με απίστευτη ένταση, δυστυχώς, όμως, αρνητική. Αιτία οι πολύ δυνατές φωνές των ηθοποιών. Τουλάχιστον μέχρι το μισό της πρώτης πράξης πονούσαν τα αυτιά μας, καθότι επρόκειτο για θεατράκι πέντε σειρών (Β΄σκηνή της Οδού Κεφαλληνίας) κι όχι για αίθουσα διακοσίων θέσεων. Σε αυτό συνετέλεσε και το ότι ο σκηνοθέτης κούρδισε την παράσταση στο κόκκινο από την αρχή, χωρίς αυτό, όμως, να είναι απαραίτητο. Δεν υπήρχε κλιμάκωση. Ο ήρωας ήταν ένα αγρίμι σε κατάσταση μανίας, τον οποίο όχι μόνο δεν θα τον προσέγγιζε κάποιος, όχι δεν θα τον έβαζαν σε μπαρ, αλλά θα καλούσαν και την αστυνομία να τον μαζέψει. Το σίγουρο είναι ότι καμιά κοπέλα δεν θα τον πλησίαζε, ακόμα κι αν ήθελε απλά και μόνο σεξ. Σίγουρα, όμως, δεν θα τον έβαζε στο σπίτι της το ίδιο βράδυ, γιατί, απλά, έπαιζε την ζωή της κορώνα-γράμματα.

Μήπως πρόκειται για προβληματικό έργο; Και οι δυο χαρακτήρες είναι τόσο υπερβολικοί, που φαντάζουν ανεδαφικοί. Κι αν δεχτούμε ότι ο ήρωας δεν έχει έναν συγκεκριμένο στόχο και το “θέλω” του είναι η αποδοχή, πάλι σκοντάφτουμε στον στόχο και τα “θέλω” της ηρωίδας. Ο στόχος της είναι ανεξήγητος, όπως και το ότι κάποτε στο πρόσφατο παρελθόν πήρε οικειοθελώς(!) -για μια και μοναδική φορά- πίπα στον πατέρα της και αυτό το φέρει τόσο βαρέως, που το επαναλαμβάνει τόσο συχνά που καταντάει εκνευριστικό για τον θεατή.

Στη δεύτερη πράξη, παρότι έπεσαν αρκετά οι εντάσεις, πάλι δεν κατάφερε η παράσταση να γίνει αληθοφανής, μια και πρόκειται για ρεαλιστικό έργο. Όλες αυτές οι εναλλαγές θυμού και αγάπης, βίας και πισωγυρίσματος δεν έπειθαν! Δεν πείθει το αγρίμι να κάνει πρόταση γάμου το επόμενο πρωί, ο άξεστος φορτηγατζής να μεταμορφώνεται σε ποιητή! Επίσης, μια γυναίκα, η οποία συμπεριφέρεται έτσι, τόσο άμυαλα, με ένα βίαιο άγνωστο, μόνο αν είχε σοβαρό πρόβλημα κατανόησης του κόσμου θα μπορούσαμε να τη δεχτούμε ως αληθοφανή ρόλο (π.χ. όπως η πρωταγωνίστρια στην ταινία του Λαρς Φον Τρίερ “Δαμάζοντα τα κύματα”).

Όλα αυτά, δεδομένου και της εμπειρίας του συγγραφέα, με οδηγούν στο να καταλάβω ότι πρόκειται για μια λάθος ανάγνωση από τον σκηνοθέτη. “Κούρδισε” τόσο πολύ τους ρόλους και αυτοί ξέφυγαν και έγιναν άγρια θηρία, ενώ επρόκειτο για δυο πληγωμένους ανθρώπους. Οι στιγμές ηρεμίας και αληθοφάνειας ήταν ελάχιστες· σε όλες τις υπόλοιπες υπήρχε έντονο υπερπαίξιμο του Δ.Φίλιππα και ένταση στο παίξιμο της Δημ.Λημνιού.

Πέρα από την έλλειψη αληθοφάνειας στη δραματουργία και την υποκριτική, η δράση στο ίδιο το έργο είναι ελάχιστη. Οι ήρωες μιλάνε συνέχεια, συχνά χωρίς νόημα, και κυρίως για το παρελθόν ή το μέλλον, με συνεχή πισωγυρίσματα και κουραστικές επαναλήψεις. Βλέπουν με μοιρολατρία ότι συμβαίνει έξω ή μέσα τους και το αναμασάνε συνεχώς. Κερασάκι στην τούρτα αποτελεί το ότι ο βίαιος νέος αποδεικνύεται προτεστάντης και η κοπέλα και η οικογένειά της οπαδοί μιας ανεξήγητης χριστιανικής αίρεσης! Ένα υπερφορτωμένο έργο, το οποίο υπερφορτώθηκε και με τις, φορτισμένες με βία, ερμηνείες.

Δεν ξέρω σε ποιό βαθμό φταίει το έργο και σε ποιό η σκηνοθεσία για αυτό το αποτυχημένο ανέβασμα. Ίσως είμαι πιο αυστηρή απ΄ότι πρέπει γιατί, πίσω από αυτές τις λάθος υπερκουρδισμένες ερμηνείες, εύκολα διέκρινε κάποιος δυο πολύ καλούς ηθοποιούς και μια εκπληκτική σωματικότητα από την πλευρά του Δ.Φίλιππα.

Ο Δ.Φίλιππας έχει ήδη πίσω του μια σημαντική διαδρομή σε θέατρο και τηλεόραση και είμαι πεπεισμένη ότι στην επόμενη δικιά του παραγωγή, αν διατηρήσει μόνο έναν από τους δυο ρόλους -μόνο του σκηνοθέτη ή μόνο του πρωταγωνιστή- θα έχουμε ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα.

Στο επόμενο άρθρο μου θα μιλήσω για τα ίδια προβλήματα (υπερπαίξιμο και σκηνοθεσία και πρωταγωνιστής παράλληλα) για τον καταξιωμένο ηθοποιό Λ.Γεωργακόπουλο…

Ερμηνείες: Δημοσθένης Φίλιππας – Δημητρα Λημνιού
Σκηνοθεσία- Απόδοση στα ελληνικά: Δημοσθένης Φίλιππας
Βοηθός σκηνοθέτη: Ηλίας Λάτσης
Μουσική επιμέλεια: Στέλιος Κοτσόβολος
Σκηνικά –Κοστούμια: Μυρτώ Κοσμοπούλου

Προτεινόμενες παραστάσεις που έχουμε δει:«Καζιμίρ και Καρολίνα»CartelΠΣΚ«Το Δάνειο»Θέατρο του Ν.ΚόσμουΤετ, ΠΣΚ«Σταματία,το γένος Αργυροπούλου»Θέατρο του Ν.ΚόσμουΤετ+Πεμπ, ΣΚ«Η Μεγάλη Χίμαιρα»ΠορείαΠεμπ+Παρ.«Άγριος Σπόρος»Επί ΚολωνώΤετ, ΠΣΚ«Το Πανηγύρι»Εθνικό (Τσίλλερ)Τετ-Κυρ«Οδός Ολύμπου 12″Θέατρο του Ν.ΚόσμουΚυρ+ Δευτ+Τρ.«Αθηνά Χατζηεσμέρ, ετών 17″Επί ΚολωνώΠαρ+Σαβ 9.30«Ο θάνατος του εμποράκου»Εθνικό (Τσίλλερ)Τετ-Κυρ«Το κουκλόσπιτο»Οδού Κυκλάδων-Λ.ΒογιατζήςΤετ-Κυρ«Μάρτυς μου ο θεός»VaultΚυριακές«Το όνομά μου είναι Rachel Corrie»ΠαραμυθίαςΤετ+Πεμπτ Bob theatre festivalBios9-15 ΜαΐουΣώματα&Αντικείμενα σε κίνησηΦούρνοςΣΚ 9.30

Keywords
Τυχαία Θέματα