Η ΕΔΕΚ καλεί τον Πρόεδρο να μην αποδεχθεί το κοινό ανακοινωθέν

12:11 7/2/2014 - Πηγή: OnlyCY

Απόλυτη διαφωνία εκφράζει το ΚΣ ΕΔΕΚ στο προσχέδιο του κοινού ανακοινωθέντος για τις συνομιλίες για λύση του Κυπριακού, και καλεί τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, έστω και την υστάτη, να μην αποδεχθεί αυτό το κείμενο και να επιμείνει σε μια σαφή διαπραγματευτική βάση που θα κατοχυρώνει τις θεμελιώδεις αρχές λύσης του Κυπριακού, δήλωσε σήμερα ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ Γιαννάκης

Ομήρου.

Όπως είπε, η συμμετοχή σε συνομιλίες στη βάση αυτού του προτεινομένου κοινού ανακοινωθέντος οδηγεί σε θανάσιμους κινδύνους την Κυπριακή Δημοκρατία και τον κυπριακό Ελληνισμό, και κάλεσε το λαό σε επαγρύπνηση για αποτροπή αυτών των κινδύνων, διαβεβαιώνοντας ότι η ΕΔΕΚ θα δώσει όλες του τις δυνάμεις για την αποτροπή των κινδύνων που απειλούν την Κύπρο.

Επίσης, επεσήμανε ότι θα έπρεπε να διαφυλαχθούν οι βασικές αρχές λύσης του Κυπριακού μακριά από αμφισημίες ή οποιεσδήποτε εποικοδομητικές ασάφειες, επειδή σε διαπραγματεύσεις η αδύνατη πλευρά είναι εκείνη που χάνει στην προσπάθεια να δώσει ορθές ερμηνείες και δυστυχώς η ελληνοκυπριακή πλευρά είναι η αδύνατη πλευρά έναντι της Τουρκίας.

Μιλώντας σε δημοσιογραφική διάσκεψη, ο κ. Ομήρου είπε ότι η ΕΔΕΚ στήριξε τη θέση ότι “για την έναρξη οποιωνδήποτε νέων διαπραγματεύσεων θα έπρεπε να διαμορφωθεί και να συμφωνηθεί μια σαφής διαπραγματευτική βάση που να κατοχυρώνει τις βασικές αρχές λύσης του Κυπριακού, χωρίς να επιδέχεται οποιανδήποτε αμφισβήτηση, και αυτό για να υπάρχει μία ενιαία αντίληψη για τη μορφή και τις βασικές παραμέτρους της λύσης”.

“Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υιοθέτησε αυτή τη θέση προεκλογικά και μετεκλογικά. Στηρίξαμε την προσπάθεια του να επιτύχει μια τέτοια διαπραγματευτική βάση ή ένα τέτοιο `κοινό ανακοινωθέν`”, ανέφερε ο κ. Ομήρου.

Πρόσθεσε ότι “μετά από πολύμηνες διαβουλεύσεις και με προβολή των γνωστών διχοτομικών-συνομοσπονδιακών θέσεων της τουρκικής πλευράς, είχε διαφανεί το ατελέσφορο της προσπάθειας και κατέστη `ηλίου φαεινότερον` ότι θα έπρεπε να συζητηθεί στο Εθνικό Συμβούλιο μια εναλλακτική εθνική στρατηγική, στη βάση της ρεαλιστικής προσέγγισης ότι 40 χρόνια συνομιλιών απέδειξαν το άγονο, αναποτελεσματικό και στείρο αυτής της διαδικασίας, που όχι μόνο δεν οδήγησε σε λύση, αλλά αντίθετα αποενοχοποιούσε την Τουρκία, η οποία παρουσιαζόταν και παρουσιάζεται ως ο καλόπιστος τρίτος και ο ουδέτερος παρατηρητής ο οποίος μάλιστα επείγεται για λύση”.

Ο κ. Ομήρου ανέφερε ότι, “αντί ωστόσο της συζήτησης μιας νέας στρατηγικής, επελέγη η κατάληξη σε ένα κοινό ανακοινωθέν, το οποίο θα επέχει τον χαρακτήρα μιας `συμφωνίας υψηλού επιπέδου`, η οποία όχι μόνο δεν θα αποτελεί μια σαφή διαπραγματευτική βάση με κατοχύρωση των βασικών αρχών λύσης, αλλά αντίθετα οδηγεί σε διολίσθηση προς τις τουρκικές απαιτήσεις και επαναφορά σε λογικές του απορριφθέντος σχεδίου Ανάν”.

Είπε, επίσης, ότι “αυτό το κοινό ανακοινωθέν εμπεριέχει εξαιρετικά επικίνδυνες πρόνοιες, με λεγόμενες εποικοδομητικές, καλύτερα μη εποικοδομητικές ασάφειες, που οδηγούν σε αμφισημίες στην ερμηνεία της κυριαρχίας”.

“Αντί η κυριαρχία να προσδιορίζεται ως `μία, μόνη και αδιαίρετη`, η οποία εκπηγάζει από το λαό και όχι από τις `Κοινότητες` ή `τους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους`, γίνεται αποδεκτή μια διατύπωση η οποία οδηγεί σε τρικέφαλο κυριαρχία, η οποία θα εκπηγάζει από τους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους και μάλιστα εξ ίσου”, είπε.

Πρόσθεσε ότι “η αναφορά σε `εσωτερικές ιθαγένειες` αναπόφευκτα ενισχύει την τρικέφαλο κυριαρχία και οδηγεί σε συνομοσπονδιακό μόρφωμα” και ότι “η αναφορά σε `άλυτα θέματα` παραπέμπει στην αποδοχή του λεγόμενου εγγράφου συγκλίσεων Ντάουνερ”.

“Το κατάλοιπο εξουσίας παραχωρείται στα `συνιστώντα κρατίδια`, προτού μάλιστα αποφασιστούν οι αρμοδιότητες-εξουσίες της Κεντρικής Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης”, είπε, επισημαίνοντας ότι “από τις διατυπώσεις και τα συμφραζόμενα του κοινού ανακοινωθέντος προκύπτει η δημιουργία κράτους, από `παρθενογένεση` και όχι μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας”.

Επίσης, σημείωσε ότι “κρίσιμα και κεφαλαιώδη θέματα, όπως ο τερματισμός της τουρκικής στρατιωτικής κατοχής, το σύστημα ασφάλειας, η απομάκρυνση των εποίκων, τα ζητήματα επιστροφής των προσφύγων και των περιουσιών, απουσιάζουν από το κείμενο”.

“Εκφράσαμε και εκφράζουμε τη σαφή και απόλυτη διαφωνία μας με αυτό το προσχέδιο κοινού ανακοινωθέντος. Καλέσαμε και καλούμε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, έστω και την υστάτη, να μην αποδεχθεί αυτό το κείμενο. Τον καλούμε να επιμείνει σε μια σαφή διαπραγματευτική βάση που θα κατοχυρώνει τις θεμελιώδεις αρχές λύσης του Κυπριακού”, ανέφερε.

Όπως είπε, “θεωρούμε ότι η συμμετοχή σε συνομιλίες στη βάση αυτού του προτεινομένου κοινού ανακοινωθέντος οδηγεί σε θανάσιμους κινδύνους την Κυπριακή Δημοκρατία και τον κυπριακό Ελληνισμό και καλούμε το λαό μας σε επαγρύπνηση για αποτροπή αυτών των κινδύνων”, διαβεβαιώνοντας ότι “το ΚΣ ΕΔΕΚ θα δώσει όλες του τις δυνάμεις για την αποτροπή των κινδύνων που απειλούν την Κύπρο”.

Ερωτηθείς εάν το έγγραφο αποτελεί σχέδιο λύσης, ο κ. Ομήρου είπε ότι το κείμενο “επέχει μορφή ή χαρακτήρα μιας συμφωνίας υψηλού επιπέδου, και είναι προφανές ότι αυτό το κοινό ανακοινωθέν θα ισχύει όλων των προηγούμενων κοινών ανακοινωθέντων ή συμφωνιών υψηλού επιπέδου, και αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο, κρίνοντας από το περιεχόμενο, θεωρούμε ότι είναι εξαιρετικά επικίνδυνο και απειλεί πράγματι θανάσιμα την Κυπριακή Δημοκρατία και εγκυμονεί κινδύνους για τον κυπριακό Ελληνισμό”.

Σε παρατήρηση ότι το κείμενο μπορεί να δίνει ευκαιρίες και στις δύο πλευρές, ο κ. Ομήρου είπε ότι “αυτό θα οδηγεί απλώς τη μεν τουρκική πλευρά να ισχυρίζεται ότι εδώ έχουμε τρεις κυριαρχίες, τρεις ιθαγένειες, έχουμε λελυμένα θέματα και εμείς να προσπαθούμε να αμφισβητήσουμε αυτούς τους ισχυρισμούς της τουρκικής πλευράς”.

Ο κ. Ομήρου πρόσθεσε ότι “σε διαπραγματεύσεις η αδύνατη πλευρά είναι εκείνη που χάνει στην προσπάθεια να δώσει ορθές ερμηνείες και δυστυχώς είμαστε η αδύνατη πλευρά έναντι της Τουρκίας, για αυτό θα έπρεπε να διαφυλάξουμε τις βασικές αρχές λύσης του Κυπριακού μακριά από αμφισημίες, μακριά από οποιεσδήποτε εποικοδομητικές ασάφειες”.

Keywords
Τυχαία Θέματα