Το φως στο ελληνικό τοπίο…

Η ενεργειακή κρίση που βιώνουμε εξωθεί διάφορους στο να ζητούν την περιστολή των φωτισμών. Σίγουρα αυτή η μείωση θα επιφέρει μια ορισμένη εξοικονόμηση, όμως τα αποτελέσματά της θα είναι πενιχρά.

Σημειώνουμε τις επιδόσεις μιας τέτοιας μείωσης: Είναι 7,2% επί των πρωτογενών ενεργειακών πόρων στις ανεπτυγμένες χώρες του πλανήτη, ενώ, εάν ο φωτισμός πάψει να παράγεται από λαμπτήρες πυρακτώσεως, τότε η οικονομία θα ανέρχεται στο 87%, δηλαδή στο 87% επί του 7,2%!

Οι πόλεις του 19ου αιώνα δεν είχαν φωτισμό και ο Γκαίτε δεν ζητούσε αδίκως «Φως, περισσότερο φως»… Το Παρίσι ήταν η πρώτη πόλη

που φωταγωγήθηκε με ηλεκτρικό ρεύμα, κι αυτό τον τίτλο «τιμής» τον έφερε για πολλές δεκαετίες.

Η ιστορία του φωτός με παραπέμπει σε μια ιστορία που είχα υπόψη μου και στην οποία ανακατεύθηκε ο Gert Hof, αρχιτέκτονας των φωτισμών. Για την ιστορία ο Gert Hof οργάνωσε τον φωτισμό του Παρθενώνα στην αυγή της τρίτης χιλιετίας, ενώ επίσης είχε «φαντασμαγορικά» φωταγωγήσει σωρεία συναυλιών, μεταξύ των οποίων του συγκροτήματος Rammstein το 2010.

Αφηγούμαι την ιστορία: Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα ο επικεφαλής των αστυνομικών της Αθήνας ονόματι Μπαϊρακτάρης συνήθιζε να υποβάλλει τους «κουτσαβάκηδες» σε μια ταπεινωτική διαπόμπευση, αφού προηγουμένως τους «κακοφόρμιζε» κόβοντας το μισό μουστάκι τους ή το ένα μανίκι… Η κύρωση ήταν τόσο εξευτελιστική, ώστε πολλοί, για να την αποφύγουν, προέβαιναν σε ομολογίες εγκλημάτων που ουδέποτε είχαν διαπράξει ή ουδέποτε είχαν γίνει!

Διαβάζοντας τις απόψεις του Gert Hof σε μια συνέντευξη σχετικά με την περίφημη γερμανική ταινία «Οι ζωές των άλλων», πρόσεξα ότι ο Χοφ υποστήριξε πως η ταινία, που είχε θέμα την ανατολικογερμανική υπηρεσία πληροφοριών, τη διαβόητη Στάζι, ήταν εκτός πραγματικότητας. Κατά την άποψή του η Στάζι θα «βολευόταν» ευχαρίστως με μια τέτοια κινηματογραφική ομολογία, εάν έτσι γλίτωνε από μεγαλύτερες αποκαλύψεις!

Η βολή του «φωτοαρχιτέκτονα» Χοφ εναντίον του πολιτικού «σκοταδιού», που επιχειρεί να κρυφτεί πίσω από το «ημίφως» κάποιων περιορισμένων αποκαλύψεων, μου φάνηκε πραγματικά διεγερτική. Διότι παρέπεμπε στο γενικότερο παιχνίδι του φωτός και του σκότους, καταρχάς στο πολιτικό και στη συνέχεια στο αστικό τοπίο, που είναι το κατεξοχήν «γήπεδο» του Ανατολικογερμανού αρχιτέκτονα.

Πεζοί και φωτισμοί

Το «βραδινό αστικό τοπίο» έλκει πολύ περισσότερο την προσοχή του ανθρώπου σε σχέση με αυτό της προχωρημένης νύχτας, οπότε κυριαρχεί η παράδοση στον ύπνο. Εκτός όμως από τη «χρονική διακύμανση» του ενδιαφέροντος για το αστικό τοπίο, το ενδιαφέρον γι’ αυτό προσδιορίζεται και από διάφορους εξωτερικούς όρους, μάλιστα ανεξάρτητους από αυτή καθεαυτή την ποιότητά του.

Η προσπελασιμότητα μέσα στην πόλη, η «βαδισιμότητα» και η διευκόλυνση των πεζών αναπτύσσουν το ενδιαφέρον των ανθρώπων για τα οπτικά ερεθίσματα που τους παρέχει ο αστικός χώρος. Μια πόλη φιλική στους πεζούς τυγχάνει μεγαλύτερης προσοχής και αξιολόγησης. Εξάλλου η σχέση αστικού τοπίου και «βαδισιμότητας» είναι και αντίθετης φοράς: Όσο πολλαπλασιάζονται τα θετικά οπτικά ερεθίσματα του αστικού τοπίου, όσο αναβαθμίζεται και ωραιοποιείται αυτό το τοπίο, τόσο αναπτύσσεται και η πεζοκίνηση μέσα στον αστικό χώρο…

Ο «φωτοαρχιτέκτονας» που έρχεται να ανα-μορφώσει μια τυχούσα πόλη τις βραδινές ώρες μπορεί να της προσδίδει νέες φαντασιογόνες διαστάσεις. Μπορεί να παράγει ένα «δεύτερο» τοπίο, δουλεύοντας με το φως πάνω στα ίδια πραγματικά υλικά, και με αυτή την πολλαπλασιαστική πρακτική είναι σε θέση να λειτουργεί ως κακός αγωγός της αστικής πλήξης και της ρουτίνας.

Στην περίπτωση όμως μιας γενικά δύσμορφης πόλης, όπως η Αθήνα, η «περιβολή του φωτός» γίνεται ταυτόχρονα και στοιχείο συγκάλυψης. Ο φωτισμός του νυχτερινού τοπίου επιχειρεί να μας αποσπάσει από τις δυσμορφίες και δυσλειτουργίες του αστικού χώρου, από τους βανδαλισμούς επί των επιφανειών, από κάποια «κιτσοειδή» κτήρια που ορθώνουν το βλακώδες παράστημά τους, από τα πεζοδρόμια που καταλαμβάνουν οι σταθμεύοντες γλεντζέδες. Η πρακτική της φωταγωγημένης Ακρόπολης επιχειρεί να μας αποσπάσει από το χάλι διαφόρων κοντινών συνοικιών – κι αυτό λέγεται και είναι αντιπερισπασμός…

Τι πρέπει να γίνει λοιπόν; Να καταργήσουμε την αρχιτεκτονική του φωτός για να γίνει έκδηλη η ασυναρτησία του αθηναϊκού τοπίου; Όχι βέβαια. Αυτό που χρειάζεται ως συμπλήρωμα και πλαίσιο μιας σημειακής και μερικής αρχιτεκτονικής είναι μια αρχιτεκτονική ολιστική:

Που κατανοεί ότι η φωτοανάπλαση των αστικών σκηνικών είναι μια θετική αλλά και περιορισμένη λύση του προβλήματος του αστικού τοπίου.Που έχει συνείδηση για το ότι η μορφή αυτού του τοπίου συνδέεται με τη λειτουργικότητα του χώρου.Που προωθεί μια διάχυτη πολεοδομική παρέμβαση, χωρίς οριοθέτηση σε μικρές «περιοχές βιτρίνας», σχετική με όλα τα μήκη και τα πλάτη της πόλης. Χωρίς αποκλεισμούς.Το φως και ο σκοταδισμός…

Η διαχείριση του φωτός είναι μια μεγάλη δυνατότητα αυτής της εποχής και ένα θέμα για γενικότερο προβληματισμό. Στο Παρίσι, το 2008, η Λεωφόρος Ιλισίων τον Δεκέμβρη μήνα χαρακτηρίζεται από ένα θαύμα: το θαύμα του φωτός που με ένα τρικ κατρακυλάει σαν χιόνι από τις κορυφές των δένδρων. Εδώ έχουμε να κάνουμε με διαχείριση, αλλά «διαχείριση του φωτός» δεν σημαίνει ότι το φως γενικά και οποτεδήποτε είναι εκ ταυτότητος καλό.

«Ο τεχνητός φωτισμός καταστρέφει τις σκιές» γράφει ο Ιβάν Στρεγκλώφ. Στα «Όνειρα» του σκηνοθέτη Ακίρα Κουροσάβα ένας γερο-χωριάτης ερωτάται από κάποιον τουρίστα γιατί δεν υπάρχει ηλεκτρικό ρεύμα στο χωριό του κι εκείνος απαντά ερωτώντας: «Τι να το κάνουμε;». Και όταν ο τουρίστας απαντά στην ερώτηση – απάντηση του χωρικού «μα, για να βλέπετε στο σκοτάδι της νύχτας!», ο χωρικός ανταπαντά: «Και γιατί πρέπει να βλέπεις και στο σκοτάδι; Η νύχτα δεν πρέπει να είναι σκοτεινή;».

Ο τουρίστας μάλλον δεν προσλαμβάνει το μάθημα «οικοτουριστικής ορθότητας» που του κάνει ο χωρικός, κι εμείς μπορούμε να θεωρούμε το όλο επεισόδιο σαν μια χαριτωμένη υπερβολή. Όμως η άστοχη χρήση των φωτισμών παίρνει μέχρι και τις διαστάσεις ενός οπτικού βανδαλισμού.

Οι φωτοχυσίες που καταυγάζουν το γκαζόν (!) κάποιων εξοχικών ή που ενίοτε κάνουν τις φωτεινές δέσμες των πλουσιόσπιτων να μοιάζουν με ανακριτική μεθόδευση της Γκεστάπο δεν είναι ασυνήθιστες. Όταν μάλιστα και «οι Δήμοι παίζει», τότε εμφανίζονται κρούσματα όπως αυτό που κατέγραψε τον Ιανουάριο του 2003 ο Κώστας Κλωνάρας – οικολογικό ψευδώνυμο του Γιώργου Ντούρου:

«Η ανατολική πλευρά του Υμηττού απέκτησε πρόσφατα ένα μεγάλο φωτεινό σίγμα τελικό [S]. Με άλλα λόγια ηλεκτροδοτήθηκε από τον Δήμο ο δρόμος που οδηγεί στο σπήλαιο Παιανίας (Κουτούκι). Κι έτσι φωτίζονται ολονυχτίς τα βράχια και τα πουρνάρια “στο πλαίσιο της ανάπτυξης των ορεινών όγκων” ή μάλλον “στο πλαίσιο της πολιτικής για την εξοικονόμηση ενέργειας”…

Το σπήλαιο είναι ανοιχτό για τους επισκέπτες μέχρι τις 4 μ.μ. Μετά τη δύση του ηλίου, δεκάδες λάμπες ισχύος αναρίθμητων βατ φωτίζουν το πουθενά: Έτσι, χάριν εργολαβίας. Παράγοντας ένα φωτεινό σίγμα, που καταργεί το φυσικό σκοτάδι της νύχτας στο βουνό και επιβάλλει το φως του περιβαλλοντικού σκοταδισμού…».

Η «δοσολογία του φωτός», όπως και η σχέση κάθε συγκεκριμένης πηγής φωτός με τις υπόλοιπες, που συνιστούν το φωτιστικό της «περιβάλλον», έχει τεράστια σημασία. Ο Βαυαρός Λουδοβίκος Ρος, καθηγητής στο πρώτο νεοελληνικό πανεπιστήμιο, θα προσαρτήσει μιαν ήσυχη νύχτα του Δεκέμβρη 1.833 πυρσούς γύρω από την Ακρόπολη δίνοντας μια αίσθηση μεγαλείου και ιστορικότητας στη νυχτερινή Αθήνα εκείνης της εποχής.

Η παρέμβασή του φαίνεται σήμερα ως μάλλον αδέξια, όμως μέσα στον συγκεκριμένο φωτιστικό περίγυρο, που χαρακτηριζόταν αφενός από το σκοτάδι της μισοκατεστραμμένης πόλης και αφετέρου από τη διακριτική παρουσία του έναστρου ουρανού, το συνολικό αποτέλεσμα ήταν θεσπέσιο.

«Η φωτορρύπανση μας κρύβει τ’ άστρα» σημείωνε ο τίτλος δημοσιεύματος των «Νέων» (13.12.2003) υπογραμμίζοντας τη συστολή του οπτικού πεδίου των ανθρώπων της πόλης. Κι ακόμη αναφέροντας ότι δέκα χρόνια νωρίτερα η Αθήνα είχε «οπτικό μέγεθος» 6,5, πράγμα που σήμαινε ότι ο κάτοικος μπορούσε να ατενίσει κατά μέσον όρο 7.000 άστρα, ενώ σήμερα έχει «οπτικό μέγεθος» 4 και μόλις 200 ορατά άστρα…

Φυσικά υπάρχουν και άλλες γνώμες επί του θέματος, όπως του Γιώργου Γραμματικάκη, που αριθμεί σε 4.000 τα αστέρια που είναι ορατά διά γυμνού οφθαλμού.

Ο νυκτερινός φωτισμός είναι ένα προβληματικό μέγεθος, «σεσημασμένο» από παλιότερα δημοσιεύματα του ελληνικού τύπου – όπως αυτό του «Βήματος» της 28.7.2002, που είχε τον χαρακτηριστικό υπέρτιτλο: «Λιγότερο φως – καλύτερο περιβάλλον».

Πριν από μερικά χρόνια το αμερικανικό περιοδικό «Time» δημοσίευε μια νυχτερινή φωτογραφία από δορυφόρο στο εξώφυλλό του, που έδειχνε την εντυπωσιακή υπερφωταγώγηση του βορείου ημισφαιρίου, ενώ στο εσωτερικό ρεπορτάζ σημείωνε τις δυσκολίες των αστρονομικών παρατηρήσεων μέσα από ένα γήινο περιβάλλον «διαταραγμένο» από τους πολλούς φωτισμούς.

Την ίδια περίοδο η εκτόξευση του τηλεσκοπίου Χαμπλ στο Διάστημα αποτελούσε μια πρόσθετη αναγνώριση της ακαταλληλότητας του γήινου οπτικού πεδίου, του οποίου η καλύτερη χρήση μπορούσε να γίνεται από μια ερημική περιοχή του νοτίου ημισφαιρίου χωρίς υγρασία – την έρημο Ατακάμα…

Ο «έναστρος» ουρανός των πόλεων, που κινδυνεύει να γίνει «άναστρος», μπορεί να φαίνεται σε διάφορους σαν ψύλλοι στ’ άχυρα, όμως δεν είναι μια υπόθεση ασήμαντη. Ένας νυκτερινός ουρανός χωρίς ταυτότητα εκφράζει μιαν άλλη μορφή υποβάθμισης του αστικού τοπίου.

Είναι μια άλλη περίπτωση αισθητικής απαξίωσης μιας «φυσικής ποιότητας» ζωής, ποιότητας που έπαιζε μεγαλύτερο ή μικρότερο ρόλο, ακόμη και μέσα στις συνθήκες της καθ’ ύψος ανάπτυξης του αστικού χώρου.Είναι μια επιπλέον υποβάθμιση ενός δημόσιου και «κοινόχρηστου» σκηνικού, που μέσα από αυτόν τον χαρακτήρα του μπορούσε να καλλιεργεί ένα κοινό πνεύμα…Η υπερφωταγώγηση

Στην ιστορία των φωτιστικών παρεμβάσεων το «περισσότερο» δεν θα αποδειχθεί και «καλύτερο» ή «υποβλητικότερο». Αρνητική επίσης θα αποδειχθεί η δυσαναλογία των φωτισμών, η ιδιαίτερη υπεροχή μιας πηγής σε σχέση με το περιβάλλον της. Το φως συχνά θα πιαστεί επ’ αυτοφώρω να αντιφάσκει με τη γραφικότητα, να υπονομεύει παραδοσιακά σκηνικά και τελικά να τραυματίζει το αιτούμενο «αίσθημα φυγής» του επισκέπτη, την ανάγκη του για μια δημιουργική αναπόληση…

Στην προκειμένη περίπτωση είναι χαρακτηριστική η κατάθεση ενός πολίτη στον δικτυακό τόπο Ecocrete, που αναφέρεται σε μια επίσκεψή του στο Φραγκοκάστελο των Σφακίων και σχολιάζει τις παρενέργειες της άτακτης και μη ιεραρχημένης φωτοχυσίας: Το ξενοδοχείο που είναι δίπλα στο κάστρο υπερκαλύπτει φωτιστικά το κάστρο και προβάλλει αυτό το ίδιο σαν το μάλλον «αξιοθέατο». Όσον αφορά την υπερφωταγώγησή του, η οποία πιθανότατα επιλέγεται ως έκφραση «πολιτισμού» και χλιδής, αυτή αντιφάσκει με την απλότητα που κατά τεκμήριο διεκδικεί ο επισκέπτης της συγκεκριμένης περιοχής…

Η Αθήνα είναι μια πόλη υπο-φωταγωγημένη, κι αυτό εισπράττεται σε ασφάλεια και σε αισθητική του αστικού τοπίου, όμως υπάρχουν περιοχές του χώρου όπου η υπο-φωταγώγηση αποτελεί προσόν. Πολλοί από τους φυσιολάτρες, χωρίς να έχουν διαβάσει την αρθρογραφία επί του ζητήματος, βίωσαν τη διαφορετικότητα, την ομορφιά και την υπεροχή του υπαίθριου σε σχέση με τον αστικό νυκτερινό ουρανό…

«Υπάρχουν ακόμη τα ξεχασμένα άστρα που λάμπουν στον ουρανό… εκατομμύρια, άλλα σκόρπια και ακανόνιστα, και άλλα τοποθετημένα σε τάξη, σ’ έναν ουράνιο θόλο αχανή, μα όλα σίγουρα πιασμένα μεταξύ τους. Η μάζωξη στις πόλεις και ο τεχνητός φωτισμός στερούν από το μάτι τη θαυμαστή θέα» γράφει για τον βουνίσιο ουρανό ένας από αυτούς (Απ. Παυλίδης) στη «Νέα Οικολογία» του Μαΐου 1998.

Ο φυσιοδίφης και συγγραφέας Γ. Σφήκας διαμαρτύρεται σε ένα παλιό κείμενό του για την απειλούμενη φωταγώγηση του ποταμού Βίκου («Νέα Οικολογία», Νοέμβριος 1986): «Άλλο να θαυμάζει ο κόσμος τον Βίκο και άλλο να τον φωταγωγήσουμε τη νύχτα, όπως προτείνουν κάποιοι φωστήρες»…

Το φως σε λάθος χώρο, χρόνο και δοσολογία ανατρέπει τους φυσικούς ρυθμούς ζώων και εντόμων, αίρει τη φυσικότητα της φύσης και συχνά κάνει απειλητικό το νυκτερινό τοπίο, διότι αυτό το τελευταίο αδυνατεί να γεμίσει από ανθρώπους και να προσλάβει μια κανονική σχέση ανθρώπων – πραγμάτων…

Το φως σε τοίχους, δένδρα ή δενδροστοιχίες, σε γρασίδια και σε παφλάζοντα ύδατα προσδίδει πολλάκις πιστοποιητικά γκλαμουριάς σε ευκατάστατους – άτομα ή δημοτικές αρχές –, πλην όμως ο τυχαίος χαρακτήρας της ανάμειξής του με την ύλη συνιστά συχνά μια κατάφωρη κιτσοποίηση…

Οι φωτοχυσίες είναι ουσιαστικό στοιχείο των εορτών των Χριστουγέννων και του Νέου Έτους, όμως, όταν δεν πειθαρχούν στο μέτρο και στην αισθητική, καταλήγουν να συνδράμουν μάλλον τη μελαγχολία – τη μελαγχολία για τις γιορτές των ονείρων μας που δεν έρχονται επί Γης… Το αίτημα για έναν «άλλο», δημόσιο ουρανό, για μια ποιοτική και εξ αδιαιρέτου κατάσταση του αστικού χώρου, προορίζεται κι αυτό να μπει στη λίστα των κινηματικών αιτημάτων…

(Η συνέχεια του κειμένου θα δημοσιευτεί την επόμενη Πέμπτη 16 Ιουνίου)

* Ο Γιάννης Σχίζας είναι συγγραφέας

Διαβάστε επίσης:

ΣΥΡΙΖΑ: Σκληρά μηνύματα Τσίπρα: «Προεδρικοί είναι όλοι» -Ξεκάθαρη ρητορική για «αυτοκατάργηση» των τάσεων

Eλληνοτουρκικά: Παγιδευμένη στο όραμά της η Άγκυρα – Αβάσταχτο το κόστος προστασίας για την Αθήνα

Ψηφοδέλτια και πρόγραμμα οι προτεραιότητες Ανδρουλάκη

Keywords
το φως, φως, φως, το φως, ηλεκτρικος, hof, σωρεία, rammstein, αθηνα, λύση, σημαίνει, υμηττού, ρος, Ακρόπολη, συγκεκριμένο, time, προβάλλει, νέα, μαΐου, συριζα, τσιπρας, κινηση στους δρομους, αποτελεσματα δημοτικων εκλογων 2010, εκλογες 2010 αποτελεσματα , δημοτικες εκλογες 2010, εκλογικα αποτελεσματα, μετρο, Καλή Χρονιά, κρουσματα σημερα, εκλογες 2010 δημοτικες, αποτελεσματα, χιονι, χωρες, αυγη, γκαζον, γκαιτε, θεμα, ιβαν, οικονομια, ομορφια, πλαισιο, προγραμμα, υλη, υψος, φωτιστικα, φωτογραφια, ψυλλοι, αστρα, αγκυρα, αισθητικη, αρχιτεκτονικη, αστερια, αχυρα, γινει, γινεται, γκεσταπο, διαστημα, δυνατοτητα, δημοσιο, δρομος, υπαρχει, εκφραση, ενιοτε, ερχεται, ερχονται, ζωης, ζωων, υγρασια, ιδια, ιδιο, υπηρεσια, υπνο, υποθεση, θαυμα, θολο, κειμενο, λαθος, λαμπες, λεωφορος, λύση, λογια, μαΐου, ματι, μηνυματα, μειωση, μορφη, νυχτα, νοεμβριος, ξενοδοχειο, προβάλλει, ουρανος, ουρανιο, οπτικα, οραμα, ουσιαστικο, παρισι, πεμπτη, περιβαλλον, ποιοτητα, ρευμα, ρητορικη, ρος, ρολο, σιγμα, σιγουρα, συγκεκριμένο, συνεχεια, σπηλαιο, σχιζας, σωρεία, ταυτοτητα, τεκμηριο, τιτλος, υμηττού, φυσικο, ωρες, ασφαλεια, hof, κακος, κωστας, παιχνιδι, rammstein, σημαίνει, σκηνικα, θετικα, υλικα, υπεροχη, βουνο
Τυχαία Θέματα