Ρατσισμός χωρίς.... κερασάκι

Σταμάτησε στο φανάρι τρίβοντας τα χέρια του και κοιτάζοντας δεξιά, δήθεν, τον άλλο οδηγό που ‘χε καταφτάσει πλάι του… ψοφόκρυο έξω και εμφανές το μήνυμα προς τον προσεγγίζοντα κουκουλωμένο, εξ ου και η αδιάφορη προς τα δεξιά ματιά διαρκείας, Δε σε βλέπω, φύγε, ήξερε από άλλες φορές πως αν τους κοιτάξεις στα μάτια, ό,τι και να πεις θα καθαρίσουν το τζάμι θες δε θες, οι........
περισσότεροι δηλαδή, τι περισσότεροι, όλοι σχεδόν δε θέλουν ρε αδερφέ, δε γουστάρουν, πώς το λένε,
δικό τους δεν είναι το αυτοκίνητο, άι στο διάολο από κει πέρα, πάγαινε να καθαρίσεις τ’ αμάξια στη χώρα σου, κι αν δεν έχετε καθάρισε τις γκαμήλες σας…. άλλος υποχρεώνεται να κάνει λίγο μπρος τ’ αμάξι αφήνοντας πίσω τον πείσμονα καθαριστή, άλλος βάζει μπροστά τους υαλοκαθαριστήρες, απ’ τους πιο οργισμένους αυτοί, άλλος ανοίγει με μανία το παράθυρο και βάζει τις φωνές, Μα στραβός είσαι, δε βλέπεις πως δε θέλει καθάρισμα;

Και κείνος ο σώνει και καλά τζαμοκαθαριστής, Πακιστανός κατά συνθήκην, Ή μήπως Μπαγκλαντέζος, το ίδιο δεν ήταν κάποτε αυτοί, αναρωτήθηκε, πράγματι, ήταν ένα κράτος σε δυο κομμάτια και ανάμεσά τους η Ινδία, απείχαν κάμποσες εκατοντάδες χιλιόμετρα τα σύνορά τους, τότε το Μπαγκλαντές ανακήρυξε την ανεξαρτησία του, σιγά μην ήταν και ανεξαρτησία, καλλίτερα ήταν με τους Εγγλέζους στο κεφάλι τους, τότε είχαν κι ένα πιάτο φαί να ντερλικώσουν, τώρα γέμισαν τη χώρα μας καθαρίζοντας τζάμια και σκεπάζοντας πεζοδρόμια, κατάλαβες, δε μπορούν να λύσουν το πρόβλημά τους και φορτώνονται σ’ εμάς, αμ πώς δηλαδή, πώς έφτασε σ’ εμάς η κρίση, σιγά μην ήρθε μονάχη της, αυτοί την κουβάλησαν και θέλουν και τζαμιά από πάνω, πώς να χορτάσουν δυο εκατομμύρια πρόσφυγες, άι στο διάολο, μήπως είναι και παραπάνω δηλαδή, στο τέλος θα γίνουμε και μείς σκούροι, άσε τη βρώμα να πούμε, δεν καταλαβαίνω γιατί λένε ότι γαμάνε κιόλας καλά, σκέψου να ‘σαι Ελληνίδα και να πηδιέσαι με δαύτους, αν υπάρχουν και τέτοιες…. γουλί πρέπει να τις κουρεύουν τις πουτάνες, γουλί, όπως τότε όσες πάγαιναν με τους Γερμανούς, εκείνες τουλάχιστον τη βελτίωσαν τη ράτσα, κάνανε κάμποσους ξανθούς, με τούτους να πούμε τι θα γεννήσουν, στο διάολο, δε λένε να ξεκουμπιστούν, οι Πολωνοί φύγανε, άραγες πόσα Πολωνάκια άφησαν πίσω, οι Ρουμάνοι το ίδιο, Βούλγαρους δεν είχαμε παρά ελάχιστους, οι Βουλγάρες μάλιστα, αυτές να μείνουν, να ρίχνουμε και κάνα πούτσο, σκέψου πέντε ευρώ η πίπα…!!

Όχι ρε μαλάκα, σκέφτηκε, οι μαύρες το κάνουν με πέντε ευρώ, αυτές της Πατησίων όμως, τι κούκλες είναι ρε κείνες, τι μουνάκια είναι αυτά μάγκα μου, άραγε πόσα παίρνουν και πού το κάνουν άραγε, ίσως μέσα στ’ αυτοκίνητα, ή στ’ αδιέξοδα όπως το δικό μας, ποιος ξέρει, σιγά μην πάω με πέντε ευρώ, έιτζ θα ‘χουνε όλες τους, έτσι δε γεμίσαμε με δαύτο, αυτοί το κουβάλησαν, κανονικά έπρεπε να κρατάνε τους γερόντους μας τζάμπα, αφού τους ταΐζουμε κι από πάνω, αμ οι συντάξεις που παίρνουν σα φύγουν, πασάδικα περνάνε μ’ αυτές στις χώρες τους, όχι πες μου, ρωτάω, χόρταιναν έτσι με τους κομμουνιστές, σιγά μην είχανε να φάνε τότε, ρε ούτε
Keywords
Τυχαία Θέματα