Έτσι, για να ξέρουμε τι λέμε…

του Βασίλη Πάϊκου

Μεγαλώνει,μικραίνει ή μένει στάσιμη η «ψαλίδα»ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και στη ΝΔ; Κι ανμεγαλώνει πόσο μεγαλώνει; Είναι το πρώτοερώτημα που ανακύπτει άμα τη εμφανίσειτης κάθε δημοσκόπησης. Η «ψαλίδα», ηδιαφορά δηλαδή στην πρόθεση ψήφου ήστην εκτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος.Σωστό το ερώτημα, εύλογο το ενδιαφέρον.Μόνο που από την «ψαλίδα», τη διαφοράανάμεσα στο πρώτο και στο δεύτερο κόμμα,δεν προκύπτει κανένα απολύτως πρακτικόαποτέλεσμα. Η μοναδική της αξία έγκειταιστην αναστρεψιμότητα η μη της σειράςκατάταξης. Στο πόσο σίγουρη δηλαδή, πόσοπαγιωμένη μπορεί να θεωρείται η πρωτιά.Και τίποτα πέραν τούτου.

Μετο ισχύον εκλογικό σύστημα (το γνωστόως «νόμο Παυλόπουλου», όπως άλλωστε καιμε το προηγούμενο, τον «νόμο Σκανδαλίδη»),αυτό με το οποίο θα γίνουν οι εκλογέςόποτε γίνουν, και με μια ψήφο διαφορά,το πρώτο κόμμα τα παίρνει όλα και φεύγει.Απολαμβάνει δηλαδή το πρώτο κόμμα τουπρονομίου των 50 εδρών, οπότε είναι πλέονεκείνο στο κέντρο του μετεκλογικούσύμπαντος.

Δύομονάχα δείκτες έχουν σημασία με τονισχύοντα νόμο. Το ποσοστό του πρώτουκόμματος, και ο αριθμός των κομμάτωνπου εξασφαλίζουν την είσοδό τους στηΒουλή. Ή, ακριβέστερα, το άθροισμα τωνψήφων ή των ποσοστών των κομμάτων πουθα εκπροσωπηθούν στη νέα Βουλή. Όσουψηλότερο είναι το ποσοστό του πρώτουκόμματος, και όσο μικρότερο το άθροισματων ποσοστών των κομμάτων που εκπροσωπούνταιστη Βουλή, τόσο αυξάνουν οι πιθανότητεςεξασφάλισης της αυτοδυναμίας του πρώτουκόμματος. Και πάντως η διαφορά ανάμεσαστο πρώτο και στο δεύτερο κόμμα δενπαίζει, σε κάθε περίπτωση, κανέναναπολύτως ρόλο.

Όσογια το πραγματικό (και πρακτικό) ενδιαφέροντων δημοσκοπικών ευρημάτων εκείνα πουέχουν ιδιαίτερη σημασία και χρήζουνπροσεκτικής ανάγνωσης είναι τα εξής:

Τοποσοστό του πρώτου κόμματος. Και ηδιαφορά του από το δεύτερο, με την έννοιαπου προαναφέρθηκε. Την παγίωση, την μηαναστρεψιμότητα της σειράς κατάταξης.

Οαριθμός (και τα ποσοστά) των κομμάτωνπου -ως σύνολο- εξασφαλίζουν την είσοδότους στη Βουλή.

Οβαθμός συσπείρωσης των κομμάτων,ιδιαιτέρως των διεκδικούντων τηνεξουσία. Δεδομένου ότι ο δείκτηςαποκαλύπτει το ποσοστό των σταθερών,των μη μετακινούμενων ψηφοφόρων τουκάθε κόμματος. Κι από κει και πέρα ταπεριθώρια ανάπτυξής του.

Οιπολιτικές μετακινήσεις. Από που παίρνειδηλαδή και προς τα πού χάνει το κάθεκόμμα. Και σε τι ποσοστά. Συνήθως τοκόμμα που διαθέτει δυναμική, χάνει λίγακαι παίρνει πολλά από παντού. Ακόμη καιαπό τον βασικό του ανταγωνιστή.

Η«καταλληλότητα διαχείρισης». Πιο κόμμαδηλαδή (ανάμεσα στα κόμματα εξουσίαςκατά κύριο λόγο), θεωρείται από τον λαόικανότερο για την διαχείριση βασικώντομέων δημόσιου ενδιαφέροντος (οικονομία,κοινωνική πολιτική κλπ). Αξίζει νασημειωθεί πως ο ιδιαιτέρως δημοφιλής(για τους δημοσκόπους) δείκτης της«καταλληλότητας για την πρωθυπουργία»,έχει ελάχιστη έως μηδενική αξία.Δεδομένου ότι, κατά παράδοση, υπερισχύειο εν ενεργεία Πρωθυπουργός, δίχως αυτόνα σημαίνει και πολλά. Αξίζει να θυμηθούμεπως τόσο ο Κώστας Σημίτης όσο και οΚώστας Καραμανλής εκτιμώντο στιςδημοσκοπήσεις ως οι «καταλληλότεροι»,όταν τα κόμματά τους ήταν στα πατώματα.Και τελικά και τα δύο κόμματα έχασαντότε, με διαφορά.

Η«παράσταση νίκης». Πρόκειται για τηνγενική αίσθηση των πολιτών (ανεξαρτήτωςτης προτίμησής τους) για τον αυριανόνικητή. Είναι εικόνα που έχουν διαμορφώσειοι πολίτες, για το τι βλέπουν, για το τιακούν γύρω τους. Έχει ασφαλώς ενδιαφέροννα σημειωθεί πως η«παράσταση νίκης» είναι το δημοσκοπικόεύρημα που δεν έχει διαψευσθεί ποτέ.Ίσως είναι γι αυτόν ακριβώς το λόγοπου, εσχάτως, τα μεγάλα κανάλια «λησμονούν»να αναφερθούν στην παράσταση νίκηςκατά την παρουσίαση των δημοσκοπήσεων!

Τοποσοστό των λεγόμενων «αναποφάσιστων»ή, σωστότερα, της «αδιευκρίνιστηςψήφου». Εάν μάλιστα σημειώνεται και οχώρος προέλευσής τους ή οι επιλογέςανάμεσα στις οποίες προβληματίζονται,μπορούν να γίνουν ενδιαφέρουσεςπαρατηρήσεις. Στατιστικά πάντως έχειφανεί πως ο νικητής των εκλογώνεξασφαλίζει τελικά την μερίδα τουλέοντος από το ποσοστό της αδιευκρίνιστηςψήφου. Ως εκ της δυναμικής, του «αέρατου νικητή» των τελευταίων προεκλογικώνημερών. Που συνήθως «παρασύρει» τουςαναποφάσιστους.

-Όχιτίποτ' άλλο, αλλά στο διάστημα πουδιανύουμε, και περισσότερο σ' εκείνοπου ακολουθεί, διάστημα έτσι κι αλλιώςπροεκλογικό, οι δημοσκοπήσεις«ετοιμάζονται» να πρωταγωνιστήσουνκαι πάλι στο δημόσιο βίο. Και ναστοιχειώσουν τις ημέρες μας. Επηρεάζονταςσε κάποιο βαθμό και τις επιλογές μας.Λογικό ως ένα σημείο, και θεμιτό. Αν δενπαίζονται περίεργα, συχνά και ύποπταπαιχνίδια επ' ονόματί τους. Όχι βεβαίως(ή όχι τόσο) από τις ίδιες τις εταιρείεςπου τις διενεργούν, όσο από τον τρόποπαρουσίασής τους. Γιατί, βλέπετε, απότη στιγμή που κάποιο «μέσον» παραγγέλνεικαι πληρώνει μια έρευνα, είναι εκείνοπου μπορεί να την διαχειριστεί όπωςνομίζει. Από το να την κλειδώσει στοσυρτάρι, αν θεωρεί πως δεν εξυπηρετείτην πολιτική του, έως να υπερ-προβάλειτα στοιχεία της που του αρέσουν, ακόμηκαι τα ελάχιστης σημασίας τέτοια. Καινα υποβαθμίσει ή και να θάψει τα υπόλοιπα.Ε, καιρός είναι λοιπόν, να είναι σε θέσηο πολίτης να διαβάζει σωστά τιςδημοσκοπήσεις, να ενημερώνεται παραγωγικάαπ' αυτές, να μπορεί να αξιοποιήσει ταευρήματά τους. Και, κυρίως, να οργανώσειτις άμυνές του, απέναντι στην δόλιαπροσπάθεια ποδηγέτησής του, αν και ότανκάτι τέτοιο επιχειρείται...

Keywords