Κολοκύθες και κολοκυθοκορφάδες

Η κολοκυθιά είναι ένα φυτό μαγικό. Έρποντας ανεβαίνει σε φράχτες, ανάμεσα στα βλαστάρια της, μισοκρυμμένες κάτω από φύλλα τεράστια και αγκαθωτά που όμως δεν τσιμπάνε, κρέμονται μακρουλές πράσινες κολοκύθες που όσο τις αφήνεις πάνω στο φυτό τόσο μεγαλώνουν. Ένα από τα παιδικά μου παιχνίδια στο χωριό που παραθερίζαμε ήταν να μετράω το μέγεθός τους από μέρα σε μέρα. Το ξέχναγα όμως γιατί κάτι άλλο καλύτερο είχα να κάνω ώσπου έκπληκτη έβλεπα ξαφνικά μια κολοκύθα ασήκωτη να κρέμεται πλάι σε έναν πέτρινο τοίχο.

Οι κορφάδες είναι οι άκρες της κολοκυθιάς, τα τρυφερά βλαστάρια

της που μεγαλώνουν μέσα σε μια νύχτα και καταλήγουν σε στριφογυριστά μουστάκια. Εχουν και φυλλαράκια τρυφερά και λεπτεπίλεπτα σαν μεταξωτά όσο είναι μικρά και κάτι μικροσκοπικά κολοκυθάκια. Αν τα αφήσεις θα γίνουν θηριώδεις πράσινες κολοκύθες που θα ζήσουν το χειμώνα στο κατώι του σπιτιού (έχει θερμοκρασία ψυγείου) για να γίνουν πίτες. Με κορφάδες και λίγους κολοκυθοανθούς, η γιαγιά μου μας έφτιαχνε ένα υπέροχο φαγητό, το πιο αγαπημένο του καλοκαιριού, οπότε η χαρά μου είναι μεγάλη κάθε φορά που βρίσκω κορφάδες στη λαϊκή. Είναι απλό. Βάζεις τους κορφάδες να πάρουν μια βράση, τους σουρώνεις και αν χρειάζεται τους κόβεις. Ζεσταίνεις βούτυρο στην κατσαρόλα, κατά προτίμηση κατσικίσιο, και ρίχνεις τους κορφάδες να σοταριστούν για μερικά λεπτά. Προσθέτεις γάλα, τριμμένη φέτα, αλάτι (λίγο γιατί η φέτα είναι αλμυρή) και πιπέρι, χαμηλώνεις τη φωτιά και αφήνεις το φαγητό να σιγοβράσει μέχρι να μαλακώσουν τα χόρτα.

Η άλλη όμως η κόκκινη κολοκύθα έχει κάτι ακόμη πιο παραμυθένιο, ίσως γιατί μόλις τη δεις το μυαλό σου πάει αυτόματα στη Σταχτοπούτα, στα κρυστάλλινα γοβάκια της και στην άμαξα-κολοκύθα που της έστειλε εκείνη τη μαγική νύχτα η νεράϊδα-νονά της για να πάει στον χορό του πρίγκηπα. Μεγαλώνοντας μαθαίνεις ότι πρίγκηπες και μαγικά ραβδάκια δεν υπάρχουν αλλά η μαγεία μένει. Όπως και η αγάπη για την κολοκύθα. Αναμφίβολα η πορτοκαλοκόκκινη αυτή η στρουμπουλή με το τέλειο σχήμα είναι η πιο όμορφη από όλες, τόσο όμορφη που δεν σου κάνει καρδιά να την κόψεις σε κομμάτια. Στον δρόμο Χαλκίδας-Ψαχνών και πιο ψηλά στη Βόρεια Εύβοια ταξιδεύοντας για τη Λίμνη έχω εντοπίσει δίπλα σε χωράφια κάτι πάγκους ονειρικούς γεμάτους με κολοκύθες-γλυπτά σε διάφορα σχήματα και αποχρώσεις του πορτοκαλί.

Σ’ αυτές τις απίθανες κολοκύθες πήγε το μυαλό μου παραμονές του Δεκαπενταύγουστου στη Λαμία όταν ένα θείο άρωμα γεμάτο γλύκα με τράβηξε ξαφνικά από τη μύτη καθώς έστριβα από την πλατεία Πάρκου στον μικρό πεζόδρομο της Τζαβέλα. Ηταν άρωμα κολοκυθόπιτας και έβγαινε από την «Αμάλθεια» έναν φούρνο που φτιάχνει βαρύ ζυμωτό ψωμί, υπέροχες πίτες (οι Ρουμελιώτισσες φημίζονται για τη δεξιοτεχνία τους στο χειροποίητο φύλλο και στα ζυμώματα γενικά), μπισκοτάκια, κέικ και άλλα πολλά ακόμη και σπιτικό φαγητό για τους εργένηδες της πόλης. Με συντάραξε και με τη γεύση της, γιατί ήταν ίδια και απαράλλαχτη με εκείνη που έφτιαχνε τον Αύγουστο η γιαγιά μου, μια νηστίσιμη γλυκιά πίτα καραμελωμένη στον πάτο του ταψιού, πώς θα μπορούσα λοιπόν να φύγω χωρίς τη συνταγή;

Είναι πολύ απλή και τα υλικά της λίγα: φύλλο χειροποίητο, τριμμένο καρύδι, τριμμένη και στυμμένη κόκκινη κολοκύθα, ελαιόλαδο, ζάχαρη, κανέλα και γαρίφαλο σκόνη. Λαδώνεις το ταψί, απλώνεις τα φύλλα, τα λαδώνεις με ελαιόλαδο καθώς τα στρώνεις ένα ένα και ανάμεσά τους βάζεις σε στρώσεις καρύδι και κολοκύθα και πασπαλίζεις με ζάχαρη και κανελογαρίφαλο. Ψήνεις την πίτα σε προθερμασμένο φούρνο στους 180 βαθμούς για 50 λεπτά και τη σερβίρεις χλιαρή αλλά είναι απίθανη και κρύα.

The post Κολοκύθες και κολοκυθοκορφάδες appeared first on Protagon.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα