Μελέτη WWF: Τέλος στην παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος από λιγνίτη από το 2035

Ενδιαφέροντα στοιχεία παρουσιάζει μελέτη που συνέταξε η WWF σε συνεργασία με επιστημονική ομάδα του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, για τον μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας.

Ειδικότερα, αναφέρει πως το μερίδιο του λιγνίτη μπορεί σχεδόν να μηδενιστεί ήδη από το 2035, ενώ, σύμφωνα με σενάρια που προβλέπει η εν λόγω έρευνα, η μεγάλη συμμετοχή

Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε φθηνότερη ηλεκτρική ενέργεια έως και 12% σε σχέση με αυτά που βασίζονται στον λιγνίτη.

Αντικείμενο της μελέτης για τον «Μακροχρόνιο Σχεδιασμό για το Ενεργειακό Σύστημα της Ελλάδας», που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα σε συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε στα γραφεία της WWF, είναι η διερεύνηση των δυνατοτήτων της Ελλάδας να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα με χρονικό ορίζοντα το 2035 και το 2050, δίνοντας έμφαση στον τομέα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.

Σύμφωνα με την οργάνωση, «σε αντίθεση με άλλες μελέτες για το ίδιο θέμα, τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης δείχνουν πως η συμμετοχή του λιγνίτη στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μπορεί σχεδόν να μηδενιστεί ήδη από το 2035, με ταυτόχρονο υπερτριπλασιασμό της συμμετοχής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) και αξιοποίηση τεχνολογιών αποθήκευσης ενέργειας».

Όπως υπογραμμίστηκε, «μια τέτοια επιλογή σε συνδυασμό με πολιτικές εξοικονόμησης ενέργειας θα οδηγήσει σε σημαντική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου».

Σύμφωνα με τη μελέτη, η επιλογή απεξάρτησης από τον λιγνίτη αποδεικνύεται παράλληλα και οικονομικά πιο συμφέρουσα σε βάθος χρόνου, αφού θα οδηγήσει σε φθηνότερη ηλεκτρική ενέργεια έως και 12%, σε σχέση με τα σενάρια που εξετάστηκαν και βασίζονται στον λιγνίτη. Για την ερχόμενη δεκαετία το κόστος ηλεκτροπαραγωγής προβλέπεται να είναι παραπλήσιο σε όλα τα σενάρια, ωστόσο από το 2030 κι έπειτα αρχίζει να αποτυπώνεται η ευνοϊκή επίδραση των ΑΠΕ στο κόστος.

Χαρακτηριστικό του αδιεξόδου των λιγνιτικών επιλογών είναι ότι ακόμα και η πολυδιαφημιζόμενη νέα λιγνιτική μονάδα «Πτολεμαΐδα V» εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε ακριβότερη ηλεκτρική ενέργεια από αυτή του σταθμού του Αμυνταίου που χτίστηκε τη δεκαετία του 80, ακόμα και αν επενδυθούν σημαντικά ποσά για την αναβάθμισή του.

Συνοπτικά, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της μελέτης, «είναι εφικτός ο περιορισμός του λιγνίτη στο 6% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας το 2035 και στο 0% το 2050. Το φυσικό αέριο διατηρεί μια σημαντική θέση σε όλα τα σενάρια, καθώς το μερίδιο του στην παραγωγή κυμαίνεται στο 26-33% το 2035 και στο 22-32% το 2050. Σε όλα τα σενάρια η συνεισφορά των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας μπορεί να υπερτριπλασιαστεί την περίοδο 2005-2035, ενώ τα επόμενα χρόνια, έως το 2050, να διατηρηθεί σταθερή ως ποσοστιαίο μερίδιο. Ενώ, η εφαρμογή πολιτικών εξοικονόμησης ενέργειας μειώνουν τα απαιτούμενα κεφάλαια για την απεξάρτηση από τον λιγνίτη κατά 2-5 δισ. ευρώ. Επιπλέον, για χαμηλές τιμές δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα η ριζική ανακαίνιση υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων αποδεικνύεται συμφέρουσα, ακόμα και σε σχέση με την κατασκευή νέων.

Oι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τον ενεργειακό τομέα μπορούν να μειωθούν σημαντικά ήδη από το 2035, λόγω κυρίως της απεξάρτησης από τον λιγνίτη, ενώ η μεγαλύτερη μείωση παρουσιάζεται στο φιλόδοξο σενάριο όπου οι εκπομπές μειώνονται σε σχέση με το 2005 κατά 64%».

Επιπλέον, αναδεικνύεται η δυνατότητα δραστικού περιορισμού του ρόλου των πετρελαϊκών μονάδων στα ελληνικά νησιά αν προωθηθούν τα προγραμματισμένα έργα διασύνδεσης με ορίζοντα το 2030 και ταυτόχρονα αναπτυχθούν υβριδικά συστήματα ΑΠΕ σε απομακρυσμένα νησιά, τα οποία δεν προβλέπεται να διασυνδεθούν ως τότε.

«Οι κυβερνήσεις εδώ και χρόνια επιχειρούν να δημιουργήσουν τετελεσμένα δεσμεύοντας τεράστια ποσά για κατασκευή πανάκριβων λιγνιτικών μονάδων, χωρίς να έχει αποδειχτεί η οικονομική τους βιωσιμότητα ή να έχει εκτιμηθεί η επίπτωση της λειτουργίας τους στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας. Η χώρα βαδίζει στα τυφλά χωρίς πυξίδα, αφού παρά τις υποσχέσεις ετών δεν έχει ακόμα παρουσιάσει η Πολιτεία οτιδήποτε συγκεκριμένο σε σχέση με τον Μακροχρόνιο Ενεργειακό Σχεδιασμό της Ελλάδας για τις επόμενες δεκαετίες. Τα αποτελέσματα της μελέτης που δίνουμε σήμερα στη δημοσιότητα δείχνουν πώς η έγκαιρη απεξάρτηση από τον λιγνίτη με ταυτόχρονη στροφή στις ΑΠΕ αποτελούν την ορθότερη επιλογή για το ενεργειακό μέλλον της χώρας», δήλωσε ο Νίκος Μάντζαρης, υπεύθυνος του τομέα ενεργειακής και κλιματικής πολιτικής του WWF Ελλάς

Απ την πλευρά του ο Σεβαστιανός Μοιρασγεντής, δρ χημικός μηχανικός, ερευνητής Β’ του Αστεροσκοπείου Αθηνών εξήγησε ότι και στα πέντε σενάρια που καλύπτει η μελέτη, παρατηρείται αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ στο ενεργειακό σύστημα, ενώ όπως τόνισε, ο στόχος για τις ΑΠΕ για το 2020 φαίνεται ότι μπορεί να επιτευχθεί οριακά, ενώ ο ευρωπαϊκός στόχος του 27% το 2030 επιτυγχάνεται μόνο στα τρία από τα πέντε σενάρια». Όπως τόνισε, «όλα τα σενάρια απαιτούν μεγάλες επενδύσεις σε ΑΠΕ». Σε όλα τα σενάρια η λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή περιορίζεται από 6-12% το 2035 και στο 0-11% το 2050, ενώ αντίστοιχα το μερίδιο των ΑΠΕ, μετά το 2035, κυμαίνεται μεταξύ 60-70% της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης.

Ο κ. Μοιρασγέντης, αναλύοντας τη μελέτη, εκτίμησε ότι θα παρατηρηθεί σταδιακά μικρή αύξηση στις τιμές της ηλεκτροπαραγωγής, κυρίως λόγω της πολιτικής της ΕΕ σε σχέση με τα δικαιώματα εκπομπών του CO2, με σταθεροποιητικές τάσεις μετά το 2035, και σαφή μείωσή της μετά το 2050, λόγω της διείσδυσης των ΑΠΕ ενώ, όπως είπε, το σενάριο της λιγνιτικής επέκτασης οδηγεί σαφέστατα σε αύξηση της τιμής της KWh.

Όσον αφορά τις συνολικές εκπομπές του τομέα, προβλέπεται συνολική μείωση, 60-85% μέχρι το 2050.

Ενώ, όπως τονίστηκε, έγκαιρα θα πρέπει να σχεδιαστούν οι υποδομές που θα αντιμετωπίζουν τα ζητήματα στοχαστικότητας των ΑΠΕ, η υλοποίηση προγραμμάτων εξοικονόμησης ενέργειας στους τομείς τελικής κατανάλωσης φαίνεται ότι οδηγεί σε μία πιο ορθολογική ανάπτυξη του ενεργειακού συστήματος. «Στόχος είναι οι καλύτερες ενεργειακές υπηρεσίες και καλύτερη οργάνωση του συστήματος».

Τέλος, ο καθηγητής Δημήτρης Λάλας, τόνισε απ΄ την πλευρά του ότι «η συντομότερη αποανθρακοποίηση θα είναι η πλέον συμφέρουσα τόσο οικονομικά και περιβαλλοντικά, όσο και κοινωνικά. Αυτή θα γίνει. Ωστόσο, είναι ζητούμενο το αν θα επιταχύνουμε τη διαδικασία. Η πραγματικότητα οδηγεί προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση, που δεν μπορούμε να αρνηθούμε».

(ΑΠΕ-ΜΠΕ)

Keywords
Τυχαία Θέματα