Η προέλευση των όπλων του Ισλαμικού Στρατού

Οι επιτυχίες του Ιρακινού Στρατού και των συμμαχικών του δυνάμεων στην μάχη της Μοσούλης, έδωσαν την ευκαιρία σε έμπειρους δημοσιογράφους να ενημερώσουν για τα ευρήματα αναφορικά με τις πηγές των όπλων του Ισλαμικού Στρατού.

Σύμφωνα με τη σχετική ανταπόκριση, προκύπτουν τα εξής:

Ένα μέρος του οπλισμού (βόμβες, εκρηκτικά, κλπ) κατασκευάζεται επί τόπου με την χρήση απλών τεχνικών, ενώ ποσότητες χημικών, προερχόμενες από την Τουρκία, έφτασαν στο Ιράκ μέσω της Συρίας.

Ένα σημαντικό μέρος του οπλισμού, ιδιαίτερα μετά τα τέλη του 2015, προέρχεται από ανατολικοευρωπαϊκές
χώρες, είχε δε αγοραστεί νόμιμα, κυρίως από τις ΗΠΑ και χώρες του Κόλπου, για την ενίσχυση του Ελεύθερου Συριακού Στρατού (δηλαδή των μετριοπαθών ισλαμιστικών οργανώσεων που μάχονται κατά του Άσαντ), καταλήγοντας τελικά σε «λάθος χέρια».

Τέλος, ένα άλλο τμήμα του οπλισμού προέρχεται από «λάφυρα» του Ισλαμικού Στρατού από τον Ιρακινό και Συριακό Στρατό.

Τα ευρήματα αυτά επιβεβαιώνουν τις λάθος επιλογές που έχουν γίνει στην περιοχή τις τελευταίες δεκαετίες:

Κατά τον πόλεμο Ιράν - Ιράκ που κράτησε 8 χρόνια (1980 έως 1988) και στον βωμό του θυσιάστηκαν 1.000.000 άνθρωποι, πολλές χώρες πρόσφεραν την υποστήριξή τους στον Σαντάμ, παρέχοντας όπλα ή / και οικονομική ενίσχυση, ενώ άλλες προτίμησαν να πουλήσουν όπλα και στις δύο εμπόλεμες χώρες. Βασισμένος στην ανοχή τους, ο Σαντάμ προχώρησε και σε χρήση χημικών όπλων εναντίον Ιρακινών Κούρδων και Ιρανών πολιτών και στρατιωτών, που καταδικάστηκε από τον ΟΗΕ μόλις το 1991. Αμέσως μετά από αυτήν την απόφαση, ο Σαντάμ προχώρησε στην καταστροφή των όπλων αυτών.

Ο «Πόλεμος του Κόλπου» το 1990-91, ως συνέπεια της κατάληψης του Κουβέιτ από το Ιράκ και η επέμβαση της «Συμμαχίας» στο Ιράκ το 2003, εκτός από τις ανθρώπινες απώλειες οδήγησε και στην απώλεια μεγάλων ποσοτήτων πολεμικού υλικού, που παρέχονταν στις τοπικές δυνάμεις ασφαλείας. Παράλληλα, και οι ηττημένοι Ιρακινοί στρατιώτες κράτησαν μεγάλο μέρος του οπλισμού τους. Η επέμβαση των ξένων δυνάμεων και η καθαίρεση και εκτέλεση του Σαντάμ προκάλεσαν την δυσαρέσκεια των Ιρακινών σουνιτών προς τις δυτικές χώρες, αλλά και προς το νέο (κυρίως σιιτικό) καθεστώς του Ιράκ, συμβάλλοντας ουσιαστικά στις πρώτες επιτυχίες του Ισλαμικού Στρατού (ISIS).

Η απόπειρα χρησιμοποίησης της «αραβικής άνοιξης» στην Συρία, από την Τουρκία για την εξυπηρέτηση των πολιτικών και στρατιωτικών της σκοπών, αλλά και από ορισμένες δυτικές χώρες για την ανατροπή του Άσαντ, οδήγησε στην ανεξέλεγκτη τροφοδοσία με όπλα των «μετριοπαθών» δυνάμεων της αντιπολίτευσης από αυτές. Χαρακτηριστική είναι η παραδοχή του Ολάντ για παροχή οπλισμού στις ανταρτικές οργανώσεις της Συρίας, καθώς και η αποκάλυψη της Τουρκικής εφημερίδας Cumhuriyet για την αποστολή όπλων από την Τουρκική Μυστική Υπηρεσία (ΜΙΤ) προς τους Σύριους Ισλαμιστές αντάρτες, που προκάλεσε τις σκληρές διώξεις του Τουρκικού καθεστώτος κατά των δημοσιογράφων και της εφημερίδας.

Τον Ιούνιο του 2012, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε εμπάργκο όπλων στην Συρία, για να το άρει, με πρωτοβουλία της Αγγλίας και της Γαλλίας, τον Μάιο του 2013. Η νεώτερη αυτή απόφαση επέσπευσε την ενίσχυση με όπλα των ανταρτικών ομάδων από χώρες - μέλη της Ε.Ε.. Τα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με ανεξάρτητες έρευνες που επικαλείται η εφημερίδα Guardian, οπλισμός αξίας πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων Ευρώ στάλθηκε στους αντικαθεστωτικούς αντάρτες της Συρίας.

Παρόμοια πολιτική ακολουθήθηκε από την Ε.Ε. στην πώληση πετρελαίου προερχόμενου από την Συρία. Με απόφασή της το 2011, επιβλήθηκε εμπάργκο στις πωλήσεις αυτές, με σκοπό την αποδυνάμωση του Συριακού καθεστώτος.Το 2013, με νεώτερη απόφαση, επιτράπηκε η εξαγωγή και διάθεση πετρελαίου, ενώ ενδεχομένως ασαφή σημεία της απόφασης φαίνεται ότι εκμεταλλεύτηκε ο Ισλαμικός Στρατός, (που προχώρησε στον έλεγχο των πετρελαιοπηγών και πετρελαϊκών εγκαταστάσεων της Συρίας), καθώς και ανήθικοι μεταπράτες: με την κρίση στις σχέσεις Ρωσίας - Τουρκίας, αποκαλύφθηκε εκτεταμένο λαθρεμπόριο πετρελαίου, από τις περιοχές της Συρίας και του Ιράκ που έλεγχε ο Ισλαμικός Στρατός, προς την Τουρκία, που τελικά σταμάτησε μετά τους βομβαρδισμούς των παράνομων βυτιοφόρων από αμερικανικά και ρωσικά αεροπλάνα.

Άλλες πηγές χρηματοδότησης του Ισλαμικού Στρατού (με τις οποίες, μεταξύ άλλων, ενίσχυε τον διαθέσιμο οπλισμό του) ήταν η πώληση αρχαιοτήτων από τους αρχαιολογικούς χώρους και η καταβολή λύτρων για την απελευθέρωση ομήρων. Ενδεικτικά, όταν τον Σεπτέμβριο του 2014 απελευθερώθηκαν 46 Τούρκοι όμηροι, η Τουρκική κυβέρνηση διέψευσε ότι καταβλήθηκαν λύτρα, κάτι που είναι δύσκολα πιστευτό.

Ουσιαστικά μόνο πριν ένα χρόνο, δηλαδή μετά τις επιθέσεις φανατικών ισλαμιστών σε Ευρώπη και Αμερική, η διεθνής κοινότητα ασχολήθηκε συστηματικά με τις πηγές χρηματοδότησης του Ισλαμικού Στρατού και (με απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ) προχώρησε σε εμπάργκο όπλων και άλλα μέτρα κατά του Ισλαμικού Στρατού. Είχαν προηγηθεί οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας 1267 (1999) και 1989 (2011) για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, που φαίνεται ότι δεν είχαν προβλέψει την ανάπτυξη νέων τρομοκρατικών οργανώσεων.

Με ποιον τρόπο όμως, όπλα που κατευθύνονταν προς τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό, κατέληξαν τελικά στον Ισλαμικό Στρατό;

Ορισμένες περιπτώσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας είναι χαρακτηριστικές:

Το 2013 μονάδες ή τμήματα μονάδων του Ελεύθερου Συριακού Στρατού αποσκίρτησαν στην ισλαμιστική Αλ-Νούσρα (οργάνωση θυγατρική της Αλ Κάιντα), μαζί με τον οπλισμό τους.

Οι σχέσεις μεταξύ των αντικαθεστωτικών οργανώσεων της Συρίας, δηλαδή του Ισλαμικού Στρατού και των ομάδων που συγκροτούν τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό δεν είναι πάντα διακριτές και περίοδοι συμβίωσής τους διαδέχονταν περιόδους αιματηρών αντιπαραθέσεων. Αυτό είναι φανερό και στην υπό εξέλιξη πολιορκία του Χαλεπιού, όπου οι σχέσεις της (μέχρι πρότινος ονομαζόμενης) Αλ Νούσρα και των πιο μετριοπαθών ανταρτών, εμφανίζονται ενισχυμένες, γεγονός που εμποδίζει τον διαχωρισμό και την αποχώρηση των ισλαμιστών της Αλ-Νούσρα από την πόλη, όπως είχαν συμφωνήσει Ρωσία και ΗΠΑ.

Η πρόσφατη Έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας για τον οπλισμό του Ισλαμικού Στρατού, τονίζει την εδώ και δεκαετίες «ανεύθυνη συμπεριφορά» των εμπλεκόμενων στην περιοχή δυνάμεων και την ανάγκη τήρησης των σχετικών αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας.

Βέβαια, η κατάληξη οπλισμού από Δυτικές χώρες σε «ακατάλληλες» δυνάμεις, σαν αποτέλεσμα λανθασμένων πολιτικών επιλογών και έλλειψης επαρκών ελέγχων, δεν συμβαίνει για πρώτη φορά. Ορισμένοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι η ενίσχυση ισλαμιστικών ανταρτικών οργανώσεων στο Αφγανιστάν εναντίον του σοβιετικού στρατού συνέβαλε στην ανάπτυξη της ισλαμιστικής τρομοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Σε κάθε περίπτωση, τα τελευταία χρόνια οι ΗΠΑ έχουν οδηγηθεί σε πολύ πιο ρεαλιστικές πολιτικές.

Προκειμένου να μην επαναληφθούν παρόμοια περιστατικά στο μέλλον, διαφαίνεται ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις προτίθενται να ενισχύσουν τους ελέγχους στις παραδόσεις οπλισμού. Η «τεχνοκρατική» αυτή προσέγγιση θα έχει ουσιαστικό νόημα μόνο εάν συνδυαστεί με την αποθάρρυνση των αποσταθεροποιητικών και ακραίων παραγόντων, αντί της ενίσχυσης ή ανοχής τους, στην βάση κοντόφθαλμων και επισφαλών πολιτικών επιλογών.

-- This feed and its contents are the property of The Huffington Post, and use is subject to our terms. It may be used for personal consumption, but may not be distributed on a website.

Keywords
Τυχαία Θέματα