Συνταγματική αναθεώρηση και λαϊκισμός

Η αναθεώρηση του Συντάγματος αποτελεί, δίχως αμφιβολία, ύψιστη στιγμή για τη Δημοκρατία και την Πολιτική. Η διαπίστωση αυτή ισχύει κατά μείζονα λόγο για χώρες, όπως η Ελλάδα, που διαθέτουν όπως λέμε «αυστηρό Σύνταγμα», το οποίο μπορεί να αναθεωρείται υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις και με χρονικούς - διαδικαστικούς περιορισμούς, υπερισχύει δε κάθε άλλου κανόνα δικαίου στην εθνική έννομη τάξη. Το Σύνταγμα –και ιδιαίτερα το «αυστηρό»- αντανακλά

τον εκάστοτε συσχετισμό των κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων που το διαμορφώνουν και αποβλέπει στη ρύθμιση της οργάνωσης του κράτους και των σχέσεων εξουσίας πολιτών για μεγάλο, κατά το δυνατόν, χρονικό διάστημα.

Η συζήτηση για την αναθεώρηση του συνταγματικού κειμένου δεν μπορεί παρά να προκαλεί επιφυλάξεις, προβληματισμό και ανησυχία όταν διεξάγεται σε περιόδους κατά τις οποίες κυριαρχεί ο φαύλος κύκλος οικονομικής κρίσης – λαϊκισμού. Ο τελευταίος έχει δυστυχώς βρει πρόσφορο έδαφος στη χώρα μας, ακολουθείται δε –συχνά με ευλάβεια- από μεγάλο τμήμα των εκπροσώπων του πολιτικού συστήματος και, μάλιστα, κατά τρόπο οριζόντιο, χωρίς δηλαδή διάκριση μεταξύ των κομματικών σχηματισμών, αν και με ασφαλώς διαφορετικό βαθμό και ένταση. Ο φαύλος αυτός κύκλος κρίσης – λαϊκισμού τείνει μάλιστα να αποκτήσει διαρκή και δομικά χαρακτηριστικά, με συνέπεια να μη θεωρείται πλέον παθολογικό σύμπτωμα αλλά εν πολλοίς βασικό (ίδιον) στοιχείο του κοινωνικοπολιτικού μας συστήματος.

Υπό τους όρους αυτούς, το αναθεωρητικό διάβημα όχι μόνον δεν αποτελεί σήμερα διέξοδο στο πρόβλημα, αλλά θα μπορούσε, αντιθέτως, να καταστεί μέρος του, προκαλώντας ανεπανόρθωτη βλάβη στον νομικό και πολιτικό πολιτισμό μας. Δεν πρέπει να παραβλέπεται άλλωστε ότι το ισχύον Σύνταγμα του 1975/1986/2001, εξ αρχής πρωτοποριακό για την εποχή του, διαθέτει περίπου ανεξάντλητα περιθώρια αποτελεσματικής ρύθμισης της σύγχρονης –σύνθετης και πολύπλοκης- πραγματικότητας. Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι το συνταγματικό μας κείμενο αλλά η εφαρμογή του και κυρίως ο ανυπόκριτος σεβασμός των εκάστοτε κυβερνώντων στις βασικές αξίες και αρχές του. Καθοριστικός όμως είναι, όσο ποτέ άλλοτε, ο ρόλος του Δικαστή, πρωτίστως του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως θεματοφύλακα των θεμελιωδών αρχών του Συντάγματος: Της Δημοκρατίας και του Κοινωνικού Κράτους Δικαίου. Δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηριχθεί ότι η κοινωνία μας θα έχανε κάθε ελπίδα εάν ο Δικαστής παρασύρονταν στη δίνη του φαύλου κύκλου οικονομικής κρίσης – λαϊκισμού…

* Ο Κ. Απόστολος Παπακωνσταντίνου είναι Διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου και Δικηγόρος στο ΣτΕ και στον Άρειο Πάγο.

Keywords
Τυχαία Θέματα