Οι ατομικές συμβάσεις εργασίας διχάζουν την ελληνική ναυτιλία

Του Μηνά Τσαμόπουλου

Έντονο παρασκήνιο βρίσκεται σε εξέλιξη, με θέμα τα εργασιακά στον κλάδο της ναυτιλίας. Η θαλάσσια βιομηχανία συνεχίζει να αποτελεί πυλώνα στήριξης της ελληνικής οικονομίας, παρά το γεγονός ότι το ναυτιλιακό συνάλλαγμα έχει μειωθεί έως και 24% λόγω της κρίσης.

Τα πλοία ελληνικών συμφερόντων έχουν ξεπεράσει κατά πολύ τις τέσσερις χιλιάδες οπότε οι θέσεις εργασίας είναι δεκάδες χιλιάδες. Το ζητούμενο είναι να προσληφθούν Έλληνες ναυτικοί αντί των αλλοδαπών. Η φράση κλειδί είναι « ατομικές συμβάσεις εργασίας». Οι Έλληνες πλοιοκτήτες θέλουν να τεθούν σε ισχύ

οι ατομικές συμβάσεις εργασίας. Τα ναυτεργατικά σωματεία δεν το δέχονται ενώ η κυβέρνηση τείνει «ευήκοον ους», αφού η φορολογική νομοθεσία και το νέο ασφαλιστικό απειλεί να συρρικνώσει κι άλλο τον εργασιακό ιστό της Ελλάδας.

«Η δυναμική του τομέα συνυπάρχει με την εμπιστοσύνη στη ναυτοσύνη των Ελλήνων. Ωστόσο απαιτείται η δημιουργία εκείνων των θετικών προϋποθέσεων που θα λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους ανταγωνιστικούς οικονομικούς όρους εργασίας, σύμφωνους με τα κρατούντα στην παγκόσμια ναυτιλία και τη διεθνή ναυτεργατική νομοθεσία» επισημαίνουν κύκλοι της Ακτής Μιαούλη.

Πριν από λίγες ημέρες, ο υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας Θοδωρής Δρίτσας, ο οποίος παραβρέθηκε και μίλησε στη γιορτή της θάλασσας, τον ναυτικών και των αλιέων της Τσακωνιάς τόνισε: «Στόχος της νέας ελληνικής ανάγκης, της νέας ελληνικής πραγματικότητας, του υπουργείου και της κυβέρνησής μας είναι να ξαναγεμίσουν με Έλληνες, τώρα και με Ελληνίδες, ναυτικούς τα εμπορικά πλοία» και υπογράμμισε σε κάποια αποστροφή της ομιλίας του: «Η πατρίδα μας δεν έχει πολλές πρωτιές και μάλιστα σε τομείς οικονομικού παραγωγικού δυναμισμού. Έχουμε, πρωτιές στην ιστορία μας, αλλά σε επίπεδο παραγωγικής δυναμικής ανάπτυξης η Ελλάδα είναι η 1η παγκόσμια ναυτιλιακή δύναμη. Οι επιχειρηματίες της θάλασσας έχουν πολύ μεγάλο μερίδιο αυτής της πρωτιάς και της επιτυχίας, αλλά η ελληνική ναυτιλία είναι οι άνθρωποι, οι επιχειρηματίες, κυρίως όμως οι ναυτικοί.

Χωρίς τους Έλληνες και τώρα και τις Ελληνίδες ναυτικούς δεν μπορεί να υπάρχει ελληνική ναυτιλία.».

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Η πρώτη αναφορά για την υπογραφή ατομικών συμβάσεων εργασίας καταγράφεται επί πρωθυπουργίας Αντώνη Σαμαρά. Η αρχή έγινε με πρόταση της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών προς την Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία βάσει των διεθνών προτύπων και της ελάχιστης αμοιβής σύμφωνα με τη διεθνή σύμβαση εργασίας της ομοσπονδίας εργαζομένων στις μεταφορές, της ITF. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ ο ίδιος ο πρόεδρος της ΕΕΕ, Θεόδωρος Βενιάμης, πήγε στα γραφεία της Ομοσπονδίας και το συζήτησε.

Ο τότε υπουργός Ναυτιλίας, Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης είχε θίξει, αμέσως μετά, το ζήτημα, όμως έπεσε σε τοίχο και δεν προχώρησε ούτε βήμα. Βέβαια φυτεύτηκε ο σπόρος.

Η πλευρά των συνδικαλιστών δεν φαίνεται να συζητάει τις ατομικές συμβάσεις.

«Αν δεν υπάρξει ΣΣΕ όπως τη θέλουμε δεν συζητάμε τίποτα άλλο. Σε συζήτηση που καταδικάζει τον κλάδο δεν μπαίνουμε» είναι η άποψη συνδικαλιστικών κύκλων:

«Δεν μπορούν να ισχύσουν για τους Έλληνες ναυτικούς οι κατώτεροι μισθοί που ορίζει η ITF γιατί σύμφωνα με την MLC, τη διεθνή σύμβαση εργασίας, όσες ΣΣΕ είναι πάνω από όσα ορίζει η ITF δεν πειράζονται. Όπου υπάρχουν καλύτερες συνθήκες δεν αλλάζουν προς το χειρότερο. Αυτή είναι η λογική».

Σύμφωνα με ναυτιλιακούς κύκλους υπάρχουν περιπτώσεις που ναυτιλιακές εταιρείες προσλαμβάνουν Έλληνες ναυτικούς με χαμηλότερες αποδοχές από εκείνες που ορίζει η ΣΣΕ στη λογική «αυτά είναι τα χρήματα αν θέλεις έλα.»

Υπήρξε Έλληνας πλοιοκτήτης ο οποίος σε διεθνές συνέδριο για τα εργασιακά είχε σηκωθεί και είχε πει: «Όταν πρωτομπάρκαρα σε πλοίο η αμοιβή μου ήταν ένα πιάτο φαΐ. Γιατί όχι ατομικές συμβάσεις εργασίας;»

Όπως ξεκαθαρίζουν στο ναυτιλιακοί κύκλοι «η συζήτηση γίνεται για τα κατώτερα πληρώματα αφού οι έλληνες αξιωματικοί παίρνουν πολλά περισσότερα από όσα ορίζει η ΣΣΕ» και συμπληρώνουν: «Για να έχετε μία εικόνα, ο Φιλιππινέζος στοιχίζει 1.500 δολάρια τον μήνα και ο Έλληνας 3.000 μικτά, ενώ ο μισθός ενός μάγειρας μπορεί αν φθάσει και τα 4.500 δολάρια. Το ζήτημα είναι ότι ο Φιλιππινέζος ζει με 1.500 δολάρια. Ο Έλληνας μπορεί να ζήσει με αυτό το κόστος ζωής που υπάρχει στην Ελλάδα;».

Όμως η συζήτηση δεν περιορίζεται πλέον στα κατώτερα πληρώματα αλλά έχει ανοίξει για όλες τις θέσεις εργασίας σε ένα πλοίο, όχι μόνο στα υπό ελληνική και σε όσα υπό ξένη σημαία είναι συμβεβλημένα με το ΝΑΤ αλλά και στα υπό ξένη σημαία ελληνικών συμφερόντων.

Η στάση της Πανελλήνιας Ναυτικής Ομοσπονδίας προκαλεί κατά, καιρούς, τις εκρήξεις του προέδρου της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, Θοδωρή Βενιάμη: «Η πρότασή μας για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας επί των πλοίων μας με όρους σύμφωνους με τα διεθνώς κρατούντα προκειμένου να μην θιγεί η ανταγωνιστικότητα του στόλου, συνεχίζει να είναι θύμα συνδικαλιστικών εμμονών και πολιτικών στείρων αντιπαραθέσεων, εις βάρος των άνεργων συμπολιτών μας».

Η κυβέρνηση και πιο συγκεκριμένα, ο υπουργός Ναυτιλίας, Θοδωρής Δρίτσας, δεν είναι αρνητικός στην πρόταση της Ένωσης. Έχε θέσει όμως προϋποθέσεις που αφορούν κυρίως τη δέσμευση των πλοιοκτητών για ελάχιστο αριθμό προσλήψεων σε βάθος ενός χρονικού ορίου.

«Η Συλλογική Σύμβαση Εργασίας αλλά και οι ατομικές συμβάσεις δεν είναι ζήτημα νομοθετικής αρμοδιότητας του υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Είναι θέμα των δύο πλευρών. Το ΥΝΑ ενθαρρύνει μία συμφωνία μεταξύ πλοιοκτητών και ναυτεργατικών σωματείων που θα περιλαμβάνει όχι μόνο αμοιβές και συνθήκες εργασίας αλλά και δεσμευτικό σχέδιο χρονικής διάρκειας που θα καθορίσουν οι συμμετέχοντες στη διαπραγμάτευση, γα παράδειγμα, διετούς, τριετούς, πενταετούς και θα προβλέπει την αύξηση των θέσεων εργασίας στα πλοία τόσο για τους Έλληνες αξιωματικούς και όσο και για τους ναύτες. Να συμφωνήσουν σε ένα αυστηρό πλαίσιο. Και όλα τα συμφωνηθέντα θα πρέπει να αποτυπωθούν σε μία Συλλογική Σύμβαση Εργασίας» είναι η θέση του ΥΝΑ:

«Να καταλήξουν οι δύο πλευρές σε συμφωνία που θα ανοίξει νέους δρόμους για τη ναυτιλία. Προσφέρουμε τις καλές υπηρεσίες προς κάθε κατεύθυνση για να επιτευχθεί η συμφωνία αυτή».

Σύμφωνα με οικονομικές μελέτες υπάρχουν τα αναμενόμενα οφέλη από τη δημιουργία θέσεων εργασίας Ελλήνων ναυτικών, εφόσον Έλληνες ναυτικοί, τόσο αξιωματικοί όσο και κατώτερα πληρώματα απασχοληθούν στην επάνδρωση του ελληνόκτητου στόλου, σε αντικατάσταση των αλλοδαπών.
Στην περίπτωση αυτή θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας άμεσα επί των πλοίων αλλά και έμμεσα λαμβάνοντας υπόψη τις πολλαπλασιαστικές επιδράσεις στην οικονομία και θα υπάρξει παράλληλα ενίσχυση του ετήσιου εθνικού εισοδήματος της τάξης των 2,8 δισεκατομμυρίων ευρώ , έως, υπό το βέλτιστο θεωρητικό σενάριο, των πέντε δισεκατομμυρίων.

«Τα ανωτέρω είναι εφικτά εφόσον επικρατήσουν στην ελληνική αγορά εργασίας οικονομικοί όροι σύμφωνοι με τα νομίμωςισχύοντα στην διεθνή ναυτιλιακή αγορά εργασίας και τις σχετικές Διεθνείς Συμβάσεις» επισημαίνει κατά καιρούς ο Θεόδωρος Βενιάμης: «Γιατί δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι το ελληνόκτητο πλοίο πρέπει να είναι ανταγωνιστικό προκειμένου να επιβιώσει στο διεθνή ναυτιλιακό στίβο. Επιπροσθέτως, η περιορισμένη αριθμητική δυνατότητα εισακτέων σπουδαστών στις υπάρχουσες ναυτικές ακαδημίες, καθιστά αναγκαία την άμεση λειτουργία συστήματος ιδιωτικής ναυτικής εκπαίδευσης» για να προσθέσει:
«Η ανεργία αποτελεί το ουσιαστικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία και η αντιμετώπισή του είναι καθοριστικής σημασίας για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, μετά από τα τελευταία χρόνια συνεχούς οικονομικής ύφεσης. Η ναυτιλία μπορεί να συμβάλλει στην αντιμετώπιση της ανεργίας, δίνοντας επαγγελματικό διέξοδο και ελπίδα στους άνεργους νέους μας να εργασθούν για το δυναμικό αυτό κλάδο».

Keywords
Τυχαία Θέματα