12χρονη εργαζόμενη στην Κομοτηνή του ’55

07:16 22/9/2017 - Πηγή: ΕΡΤ

Ήταν 12 χρονών κοριτσάκι όταν έφερε στο σπίτι της το πρώτο της μεροκάματο. Τότε, το 1955, μαζί με τις δύο αδερφές της, έπιασαν δουλειά σε εργοστάσιο που λειτουργούσε εντός της πόλης. Η κυρία Πάτρα γυρίζει το χρόνο πίσω και θυμάται εκείνα τα δέκα χρόνια που τη «σημάδεψαν» για όλη της την ζωή.

«Δουλειά από της έξι το πρωί έως τις εννέα το βράδυ» λέει και σημειώνει ότι σταματούσαν μόνο για το μεσημβρινό φαγητό, που τους έφερνε η μάνα τους από το σπίτι κάθε μέρα, επί δέκα ολόκληρα χρόνια. «Μόλις είχα βγάλει το δημοτικό κι έπιασα

δουλειά στο εργοστάσιο. Ήμουν υπηρέτρια, δούλα, καθαρίστρια, αποθηκάριος, για όλες τις δουλειές» λέει μην κρύβοντας την ταραχή που νιώθει κάθε φορά που ο νους της γυρίζει εκεί. «Πήγαινα κι ερχόμουν κάνοντας όλες τις δουλειές κι αντί για 20 δραχμές που έγραφε το αφεντικό στην κατάσταση ότι παίρνω, πληρωνόμουν 5 δραχμές κι όταν ερχόταν ο επόπτης, υποτίθεται για έλεγχο, εκείνος με έβαζε να λέω ότι παίρνω είκοσι. Όταν το είπα στη μαμά μου μου λέει «Σώπα, μην τυχόν και μιλήσεις. Πού θα βρούμε αλλού δουλειά μέσα στην πόλη;» Έτσι κι εγώ σώπαινα και δεν μιλούσα.»

Οι δωδεκάχρονες αδερφές κουβαλούσαν ψωμί στην οικογένεια. Πλήρωναν με τον πενιχρό μισθό τους τους λογαριασμούς στο μπακάλη, το νερό, το ρεύμα. «Επτά άτομα στην οικογένεια αγοράζαμε μισό κιλό λάδι, μισό κιλό ρύζι, ένα κιλό πατάτες.» λέει. Και χαμογελά με πίκρα όταν σκέφτεται τους δήθεν ελέγχους του επόπτη, που πάντοτε τελείωνε την επιθεώρηση «με ούζα και τραπεζώματα, κέρασμα του αφεντικού.»
140 κορίτσια δούλευαν το 1955 στο ίδιο εργοστάσιο. Κάποιες συνομήλικες της. Κάποιες άλλες λίγο μεγαλύτερες. Όλες με την ίδια ανάγκη να εργαστούν για να στηρίξουν τις οικογένειές τους. «Ο κόσμος είχε ανάγκη. Πολύ αδικία. Πολύ εκμετάλλευση. Δούλευα δέκα χρόνια και τις Κυριακές. Δεύτερη ημέρα του Πάσχα θα παντρευόμουν και δούλευα μέχρι και το βράδυ της Κυριακής. Δεν παίρναμε ανάσα ούτε στις γιορτές.» λέει επαναλαμβάνοντας τη λέξη «εκμετάλλευση».

Η απουσία των εργατικών σωματείων μεγάλωνε ακόμη περισσότερο την αυθαιρεσία της εργοδοσίας. «Από τις έξι το πρωί μέχρι τις εννέα το βράδυ για δέκα ολόκληρα χρόνια.» λέει ξανά και σημειώνει πως δεν είχε κι εκείνη και οι αδερφές της καμία απαίτηση. «Δεν δίναμε ούτε μια δραχμή για να αγοράσουμε σπόρια για τη βόλτα μας.» σημειώνει και χαμογελά όταν θυμάται τον τρόπο της διασκέδασης τότε, «χορό και τραγούδι στο σπίτι. Τότε δεν είχαμε ούτε τηλεόραση, ούτε τηλέφωνα, ούτε ραδιόφωνο. Λέγαμε και γελούσαμε μόνες μας, χωρίς το άγχος και την κατήφεια που υπάρχει σήμερα. Το τραγούδι ποτέ δεν έλειπε…» λέει και μιλώντας για το σήμερα σπεύδει να προσθέσει «Δεν μας λείπει τίποτα. Εμείς βέβαια μάθαμε με τα λίγα.»

Keywords
Τυχαία Θέματα