Νέο σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ: Στη σωστή κατεύθυνση; Προτάσεις και παρατηρήσεις

Το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων πρόσφατα ανακοίνωσε (εδώ το δελτίο τύπου) τους βασικούς άξονες πάνω στους οποίους θα κινηθεί η μεταρρύθμιση του Λυκείου και του συστήματος εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, βάσει των προτάσεων του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.). Οι άξονες αυτοί, ιδιαίτερα ενδιαφέροντες και ορισμένοι εξ αυτών πρωτότυποι, αξίζουν να σχολιαστούν. Στο παρόν άρθρο θα περιοριστώ στις βασικές αρχές που θα διέπουν το νέο

σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

I. Κατάργηση ή αντικατάσταση; Το παιχνίδι των λέξεων.

Εισαγωγικά, θα πρέπει να γίνει μία αναφορά στο συγκεκριμένο ζεύγος εννοιών, αυτό της κατάργησης και της αντικατάστασης των Πανελλαδικών Εξετάσεων. Η αλήθεια είναι ότι προγραμματική θέση του κυβερνώντος κόμματος αλλά και πάγια διακήρυξη όλων των πολιτικών ηγεσιών του Υπουργείο Παιδείας ήταν η κατάργηση των Πανελλαδικών Εξετάσεων. Βεβαίως, η θέση/διακήρυξη αυτή, προφανώς σκόπιμα, δεν συνοδευόταν από κάποιον άλλον προσδιορισμό, δηλαδή αν ένα νέο σύστημα θα ερχόταν να αντικαταστήσει τις Πανελλαδικές ή αν θα προχωρούσαμε στην ελεύθερη πρόσβαση στα Πανεπιστήμια. Η εντύπωση που είχε προκληθεί εξαρχής στην κοινωνία ήταν αυτή της ελεύθερης πρόσβασης, ενώ υπήρχαν πολλοί οι οποίοι επεσήμαιναν την αδυναμία εφαρμογής ενός τέτοιου σχεδίου.

Το Υπουργείο Παιδείας, προς απογοήτευση ομολογουμένως πολλών, παρουσιάζει τελικά ένα νέο σύστημα, που θα αντικαταστήσει τον κατεστημένο θεσμό, και όχι την αναμενόμενη πλήρη κατάργηση. Και πράγματι, νομικά, η διαφορετική, εν μέρει έστω, νομοθετική ρύθμιση του ίδιου αντικειμένου (εν προκειμένω, του τρόπου εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση) συνιστά κατάργηση του πρότερου νομοθετικού καθεστώτος. Ωστόσο, και για λόγους πολιτικής εντιμότητας, θα έπρεπε να γινόταν από την αρχή σαφές –αν δεχτούμε ότι δεν υπήρξε αλλαγή σχεδίου στο ενδιάμεσο- ότι θα προωθούταν εν τέλει η αντικατάσταση του θεσμού των Πανελλαδικών και όχι η κατάργησή του.

ΙΙ. Η ουσία της προτεινόμενης ρύθμισης.

1) Ο βαθμός πρόσβασης συνάρτηση απολυτηρίου και εξετάσεων.

Η εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα γίνεται βάσει του «βαθμού πρόσβασης», προκύπτοντος από: i) τον βαθμό απολυτηρίου (κατά maximum ποσοστό 20% την πρώτη χρονιά εφαρμογής του νέου συστήματος, αυξανόμενο αναλόγως προς τον βαθμό εμπέδωσης της εμπιστοσύνης στην ενδοσχολική αξιολόγηση) και ii) τις «κεντρικά οργανωμένες εξετάσεις».

2) Ο βαθμός απολυτηρίου συνάρτηση διαγωνίσματος, εργασίας, συμμετοχής στην τάξη και εξετάσεων.

Ο βαθμός απολυτηρίου θα προκύπτει κατά ένα μέρος από τον βαθμό των τετραμήνων και συγκεκριμένα:

από ένα «διαγώνισμα» (στο τέλος του πρώτου τετραμήνου, τον Ιανουάριο), το οποίο θα διεξάγεται την ίδια ημέρα σε όλα τα σχολεία, με θέματα που καταθέτουν «επιτροπές έμπειρων εκπαιδευτικών» από όλες τις περιφέρειες και με απαντήσεις που ελέγχονται ηλεκτρονικά-αυτόματα (στοιχείο αντικειμενικότητας). Το πρώτο ζήτημα που ανακύπτει είναι το ποιος και κυρίως με ποια κριτήρια θα ορίζει τις «επιτροπές έμπειρων (αόριστη έννοια) εκπαιδευτικών» και το δεύτερο είναι η δυνατότητα αλλά και το κόστος δημιουργίας ενός τέτοιου συστήματος ηλεκτρονικού ελέγχου απαντήσεων (τεχνική λεπτομέρεια). Οι ερωτήσεις, λογικά, θα είναι κλειστού τύπου, ενώ οι μαθητές θα απαντούν μάλλον με μέσα πληροφορικής.

από μία «εκτεταμένη εργασία», αξιολογούμενη επίσης ανώνυμα (άρα αντικειμενικά) από καθηγητές ειδικού μητρώου. Εργασία θα συγγράφεται για κάθε μάθημα, υπό την επίβλεψη του διδάσκοντος αυτό και θα υποβάλλεται ηλεκτρονικά σε ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα, όπου θα ελέγχεται και για λογοκλοπή (!). Δέον να συμπληρωθεί στο σχέδιο: i) η «αρχή της ατομικότητας της εργασίας» (ο κάθε μαθητής τη δική του εργασία, χάριν της αντικειμενικότητας και της πρακτικής ευκολίας στην αξιολόγηση) καθώς και ii) η πρόβλεψη αντικειμενικών κριτηρίων βαθμολόγησης (αναλυτική μοριοδότηση για δομή, περιεχόμενο, έκταση χρησιμοποιούμενης βιβλιογραφίας, συνοχή κ.λπ.), ώστε να περιορίζεται ακόμη περισσότερο η διακριτική ευχέρεια του βαθμολογητή χάριν της αντικειμενικότητας.

από τη «συμμετοχή στη τάξη», γεγονός που εισάγει ένα υποκειμενικό κριτήριο στο πλέγμα αντικειμενικότητας που επιχειρείται να δημιουργηθεί. Ως εκ τούτου, το στοιχείο αυτό θα πρέπει να ιδωθεί με περίσκεψη και μάλλον θα πρέπει να μη λαμβάνεται υπόψη για τη διαμόρφωση της βαθμολογίας, ακόμη και αν ο ρόλος που θα διαδραματίζει θα είναι αμελητέος.

Τέλος, ο βαθμός του απολυτηρίου θα προκύπτει κατά ένα μέρος και από τις κεντρικά οργανωμένες εξετάσεις (βλ. υπό 3). Η ratio της συμμετοχής των εξωσχολικών εξετάσεων στη διαμόρφωση του βαθμού του απολυτηρίου (που αποτελεί παραδοσιακά απόσταγμα των ενδοσχολικών προσπαθειών του μαθητή) είναι ότι προσδίδει κύρος στο απολυτήριο. Λογικά, το ποσοστό της συμμετοχής αυτής δεν θα είναι -και δεν θα πρέπει να είναι- ιδιαίτερα σημαντικό.

3) Οι κεντρικά οργανωμένες εξεταστικές διαδικασίες- Οι εξετάσεις του Ιουνίου.

Στο δελτίο τύπου του Υπουργείου Παιδείας γίνεται λόγος για «κεντρικά οργανωμένες εξεταστικές διαδικασίες» (εξετάσεις υπό ευρεία έννοια) οι οποίες περιλαμβάνουν: i) το διαγώνισμα του πρώτου τετραμήνου (βλ. παραπάνω-εντός σχολείου) και ii) τις κεντρικά οργανωμένες εξετάσεις του Ιουνίου (εξετάσεις υπό στενή έννοια-εκτός σχολείου). Οι βαθμοί του μαθητή στα διαγωνίσματα του πρώτου τετραμήνου μόνο τότε προσμετρούνται στον βαθμό πρόσβασης, εάν βελτιώνουν τον βαθμό του Ιουνίου. Ειδάλλως, δεν λαμβάνονται υπόψη. Τούτο έχει τα εξής πλεονεκτήματα: i) δίνει κίνητρο στον μαθητή να προσπαθήσει από την αρχή της χρονιάς, ii) επιβραβεύει τον επιμελή μαθητή, iii) «συγχωρεί» μία ενδεχόμενη «κακή στιγμή» που μπορεί να έχει ο μαθητής στο διαγώνισμα του πρώτου τετραμήνου και τέλος iv) αποδραματοποιεί τις εξετάσεις του Ιουνίου.

4) Τα εξεταζόμενα μαθήματα και το κριτήριο του… «ενδιαφέροντος».

Τον Ιούνιο, οι μαθητές θα εξετάζονται και θα βαθμολογούνται ανώνυμα σε τέσσερα (4) μαθήματα. Κοινό και υποχρεωτικό μάθημα για όλους τους μαθητές θα είναι η «Νεοελληνική Γλώσσα και Γραμματεία» (δεν διευκρινίζεται εάν θα πρόκειται για έναν συνδυασμό «Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» και «Έκφρασης/Έκθεσης» –η λέξη «Γραμματεία» συνηγορεί υπέρ αυτού του ενδεχομένου- ή αποκλειστικά για την «Έκφραση/Έκθεση», όπως συμβαίνει σήμερα). Τα υπόλοιπα τρία (3) μαθήματα καλούνται «μαθήματα εμβάθυνσης» και η επιλογή τους θα γίνεται μόνον από τους μαθητές που θέλουν να εισαχθούν στην τριτοβάθμια (υποψηφίους) ως εξής:

τα δύο (2) θα επιλέγονται ανάλογα με το επιστημονικό πεδίο όπου ανήκει η σχολή στην οποία επιθυμεί να εισαχθεί ο μαθητής. Κρίσιμο είναι το ποια θα είναι τα μαθήματα αυτά (μάλλον δεν θα διαφέρουν, ως τίτλοι τουλάχιστον, από τα σημερινά), το πόσα θα είναι τα πεδία και το πώς θα κατανεμηθούν οι σχολές σε αυτά.

το ένα (1) θα επιλέγεται:

είτε κατά τρόπο, ώστε να ανοίγεται ένα επιπρόσθετο πεδίο,

είτε ως υποχρεωτικό/ειδικό για σχολές που απαιτούν «ειδικό μάθημα»,

είτε ως ενδιαφέρον τον μαθητή.

Παρατήρηση: δεν υπάρχει λογική στο να υποχρεωθεί ένας μαθητής να εξεταστεί σε ένα επιπλέον μάθημα (πέραν της -κοινής για όλους- Νεοελληνικής Γλώσσας και Γραμματείας και του υποχρεωτικού ζεύγους μαθημάτων), εάν δεν επιθυμεί να αποκτήσει πρόσβαση και σε άλλο επιστημονικό πεδίο ή να εισαχθεί σε σχολή που προαπαιτεί κάποιο ειδικό μάθημα (όπως π.χ. οι μουσικές σχολές). Θα πρέπει να επιτρέπεται στον μαθητή να αναλαμβάνει, κατά τη θέλησή του, το ρίσκο (με την έννοια ότι περιορίζεται το φάσμα των επιλογών του και έτσι έχει λιγότερες πιθανότητες να εισαχθεί γενικώς κάπου) να εξετάζεται μόνο σε τρία (3) μαθήματα, οπότε να έχει πρόσβαση σε ένα μόνο πεδίο.

III. Συνολική κριτική-αποτίμηση

Η συνολική σύλληψη του σχεδίου είναι ευφυής. Οι δικλείδες ασφάλειας είναι πολλές και δημιουργούν ένα «μπλοκ αντικειμενικότητας» που φαίνεται ικανό να αντικαταστήσει τον αδιάβλητο θεσμό των Πανελλαδικών Εξετάσεων. Ο αδιάβλητος χαρακτήρας των Πανελλαδικών αποτελούσε αναγκαία όχι όμως και ικανή συνθήκη. Ο χαρακτήρας ενός συστήματος εισαγωγής ως παιδαγωγικού, μαθησιο-κεντρικού και –εν τέλει- η αξιολόγησή του ως επιτυχημένου δεν μπορεί να κρίνεται, βέβαια, επί τη βάσει της «αδιαβλητότητας». Αντιθέτως, αποτελεί συνάρτηση πολλών παραγόντων, συνδεόμενων με τις εξεταστικές διαδικασίες αλλά και με τον τρόπο λειτουργίας του σχολείου συνολικά. Και για αυτόν τον λόγο, το Υπουργείο Παιδείας φαίνεται πως προτίθεται να προχωρήσει σε βαθιές αλλαγές και στη δομή του Λυκείου, όπως π.χ. στην αναδιάρθρωση των προγραμμάτων σπουδών, στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, στη μείωση της ύλης κ.λπ. Ταυτόχρονα, η καθιέρωση της «αρχής της ανωνυμίας» βάζει τέλος στις πελατειακές σχέσεις μέσα στο σχολείο. Η απάντηση στο ερώτημα του τίτλου; Οι προτεινόμενες αλλαγές αναφορικά με το σύστημα εισαγωγής, με τις ελάχιστες επιφυλάξεις που διατυπώθηκαν σε σημεία του κειμένου, βρίσκονται στη σωστή κατεύθυνση.

Παντελής Μαρκούλης
Keywords
Τυχαία Θέματα