Μια μαρξιστική σκοπιά της Επανάστασης του 1821

Tweet

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

"Ας εξετάση διακεκριμένως οποιοσδήποτε έλαβεν μέρος εις την Επανάστασιν, και θέλει ίδει ότι η τάξις των ξενιτευμένων λογιοτάτων και εμπόρων είναι ήτις πρώτη ετόλμησεν και εκίνησεν τον μοχλόν τούτον και έμβασεν και τους Προεστούς και τους Αρματωλούς εις τα αίματα"1. Ετσι περιγράφει την κινητήρια δύναμη της Επανάστασης του 1821 ένας εκ των πρωταγωνιστών της, ο Σερραίος επαναστάτης Ν. Κασομούλης, καταδεικνύοντας το κοινωνικό της περιεχόμενο. Εκτοτε αυτό εκτοπίστηκε από την κρατούσα ιστοριογραφία,

για να κυριαρχήσουν το θρησκευτικό και μια «υπερταξική» έννοια του εθνικού ως αποκλειστικά κίνητρα της Επανάστασης.

Σε κάθε ιστορική εποχή μια κοινωνική τάξη προβάλλει ως πρωτοπόρα, αποτελώντας την ηγέτιδα δύναμη-μοχλό της κοινωνικής προόδου. Την περίοδο που εξετάζουμε ο ρόλος αυτός ανήκε στην αστική τάξη, η οποία διαμορφώθηκε και αναπτύχθηκε στα πλαίσια του φεουδαρχικού συστήματος. Σε μια μακρόχρονη πορεία οι φεουδαρχικές σχέσεις παραγωγής έγιναν εμπόδιο για την περαιτέρω ανάπτυξη των νέων παραγωγικών δυνάμεων, των καπιταλιστικών. Επρεπε λοιπόν να σπάσουν. Και έσπασαν, με τη νίκη των αστικών επαναστάσεων, οι οποίες συνέτριψαν τη φεουδαρχική εξουσία και συγκρότησαν τα αστικά έθνη-κράτη. Η ελληνική επανάσταση του 1821 δεν διέφερε ως προς αυτό από τις αντίστοιχες επαναστάσεις και κινήματα που σημειώθηκαν σε μια σειρά χώρες το ίδιο διάστημα. Βεβαίως, πραγματοποιήθηκε σε συνθήκες οθωμανικής κατάκτησης, με ηγετική δύναμη την ελληνόφωνη χριστιανική αστική τάξη. Ηταν επομένως εθνικοαπελευθερωτική στη μορφή και αστικοδημοκρατική στο περιεχόμενο.

Οπως σε όλες τις αστικές επαναστάσεις, έτσι και στην ελληνική του 1821, πήραν μέρος ως κινητήριες δυνάμεις οι πλατιές μάζες της αγροτιάς, καθώς και η μικρή ακόμα αριθμητικά εργατική τάξη (ναύτες, τεχνίτες κ.ά.). Ο μαζικός λαϊκός ηρωισμός, ακόμα και μεταξύ των αμάχων, η συλλογική δράση που έλαβε όλες τις μορφές πάλης -και κυρίως την ένοπλη- η αυτοθυσία, σφράγισαν τον πολυετή αγώνα, αφήνοντας πίσω διαχρονικά διδάγματα.

Βεβαίως, στη διαμόρφωση του ελληνικού κράτους υπεισέρχονται μια σειρά παράγοντες, όπως η διαπάλη μεταξύ των ισχυρών δυνάμεων της Ευρώπης και της Ρωσίας γύρω από το λεγόμενο Ανατολικό Ζήτημα -την αποσύνθεση της οθωμανικής αυτοκρατορίας- και η άμεση παρέμβασή τους στη συγκρότηση του ελληνικού κράτους, η μη ενσωμάτωση βασικών αστικών κέντρων του ελληνόφωνου στοιχείου κλπ. Ετσι στην πορεία γίνεται πιο σύνθετη η διαδικασία κατάργησης των φεουδαρχικών κατάλοιπων (ιδιαίτερα με την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας) και της διαπλοκής της μοναρχίας (από ξένη δυναστεία στα όργανα του ελληνικού κράτους).Στο παρόν άρθρο θα εξετάσουμε πτυχές της επανάστασης του 1821, δίχως βέβαια να εξαντλούμε το θέμα, συνεισφέροντας όμως -ελπίζουμε- σε μια περαιτέρω εμβάθυνση του ζητήματος από μαρξιστική σκοπιά.Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗ ΤΑΞΗΣ:ΕΘΝΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ Ο 18ος αιώνας υπήρξε αναμφισβήτητα μια περίοδος κατά την οποία η ελληνική αστική τάξη σημείωσε πρωτόγνωρη ανάπτυξη. Σε αυτό συνέβαλαν μια σειρά παράγοντες. Οι αλλαγές στο οθωμανικό καθεστώς γαιοχρησίας και η εξάπλωση του διεθνούς εμπορίου επέφεραν σημαντικές μεταβολές στο επίπεδο της αγροτικής οικονομίας, που από κλειστή, άρχισε σιγά-σιγά να γίνεται εμπορευματική (βλ. και συνέχεια κοτζαμπάσηδες). Το χρήμα έπαψε πια αποκλειστικά να αποθησαυρίζεται και άρχισε σταδιακά να κυκλοφορεί και να επενδύεται, στο εμπόριο, τις τράπεζες, τη βιοτεχνία κ.α.«Το εξωτερικό εμπόριο του ελλαδικού χώρου», σημειώνει ο Β. Πατρώνης, «αυξήθηκε εντυπωσιακά την περίοδο 1750-1815». Η αύξηση αυτή «συνέβαλε αποφασιστικά στους οικονομικούς και κοινωνικούς μετασχηματισμούς του ελλαδικού χώρου, με κύρια κατεύθυνση την εμπορευματοποίηση της παραγωγής, τη γενίκευση των χρηματικών ανταλλαγών και τη συγκέντρωση των οικονομικών δραστηριοτήτων στις πόλεις»2.Η Συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774) και οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι (1793-1813) δημιούργησαν τις συνθήκες για ραγδαία ανάπτυξη και κερδοφορία του ελληνικού εμπορικού και ναυτιλιακού κεφαλαίου. Το 1810-1815 η συμμετοχή των ελληνικών πλοίων στην κίνηση των λιμανιών της Οδησσού και της Αλεξάνδρειας ήταν 60% και 65-69% αντίστοιχα3. Εκατοντάδες σκάφη ναυπηγήθηκαν στον ελλαδικό χώρο, εμπορικά δίκτυα εξαπλώθηκαν σε ολόκληρη την Ευρώπη, ενώ οι δραστηριότητες των Ελλήνων κεφαλαιούχων επεκτάθηκαν γρήγορα στους τομείς των τραπεζών και των ασφαλειών.Σημαντική υπήρξε ακόμη η ανάπτυξη της βιοτεχνίας: «Στα 1800 η βιοτεχνία απασχολεί ένα σύνολο 40.000-50.000 ατόμων και κινητοποιεί κεφάλαια το λιγότερο 50.000.000 χρυσών φράγκων, με ένα ετήσιο κέρδος κυμαινόμενο από 12% ως 30%»4. Κλάδοι όπως η μεταξουργία, η νηματουργία, η υφαντουργία κ.ά. άκμασαν σε περιοχές όπως το Πήλιο, η Χίος, τα Αμπελάκια, ο Τύρναβος, η Ραψάνη, τα Ζαγοροχώρια, η Μοσχόπολις ή το Συράκο. Δραστηριότητα ανέπτυξαν επίσης τα σιδηρουργεία και τα μπαρουτάδικα σε Δημητσάνα και Στεμνίτσα, τα μεταλλεία στα Μαντεμοχώρια, κ.α. Σε πολλά από τα μέρη αυτά εμφανίστηκαν νέες μορφές αυτοδιοίκησης («ομοσπονδιακή», όπως π.χ. στα Μαντεμοχώρια, το Ζαγόρι, το Πήλιο, τα Αμπελάκια ή το Συράκο), καθώς και βιοτεχνικές «συντροφιές» συνεταιριστικού-μετοχικού χαρακτήρα. Ταυτόχρονα σημειώθηκε μια διεύρυνση της ταξικής διαφοροποίησης, που οδήγησε σε όξυνση της ταξικής πάλης και -ουκ ολίγες φορές- σε συγκρούσεις.5Οσο όμως αναπτυσσόταν η ελληνόφωνη αστική τάξη, τόσο πιο ασφυκτικοί γίνονταν οι περιορισμοί που της επέβαλε το οθωμανικό κοινωνικοοικονομικό σύστημα (ενώ μεγάλο τμήμα της ήταν ήδη φορέας των εξωτερικών οικονομικών σχέσεων της αυτοκρατορίας). Η αντίθεσή της λοιπόν με τις συνθήκες της οθωμανικής κατάκτησης έφτανε πλέον σε ένα τέτοιο σημείο, όπου μόνο με επαναστατική ρήξη θα μπορούσε να επιλυθεί.Κατά τα τέλη του 18ου αιώνα η ελληνική αστική τάξη, πέραν της οικονομικής δύναμης, οπλίστηκε ακόμη με ιδεολογία και πολιτικό πρόγραμμα, που άντλησε από το Διαφωτισμό και τη Γαλλική Επανάσταση (1789). Τα εμπορικά-βιοτεχνικά κέντρα των Ελλήνων αποτέλεσαν πνευματικά φυτώρια, όπου συντελέστηκε η εθνική αφύπνιση, μετατρέποντας το «χριστιανικό γένος των Ρωμαίων» σε «ελληνικό έθνος». Στην εθνική συνειδητοποίηση προστέθηκε σε μια πορεία και η επαναστατική ψυχολογία.Αναφέρει χαρακτηριστικά ο Α. Κοραής: «Μεσούσης της πρόσθεν 100τηρίδος οι Ελληνες επένοντο […] νυν ευρίσκει τις πλουσίους […] ποιουμένους του ιδίου πλούτου χρήσιν έντιμον […] προικίζουσι γυμνάσια, εμβάλλουσι θάρρος εις τους ευφυείς […] Εκτοποι καιροί και περιστάσεις ένθεν μεν ανοίγουσι νέας διεξόδους εις το εμπόριον της Ανατολής ένθεν δε εξάπτουσι πόλεμον […] Επ’ αμφότεροις τοις γεγονόσι τούτοις οι τότε καταβεβλημένοι Ελληνες επαίρονται και υψούνται […] Ενταύθα αληθώς άρχεται η Ελλήνων αφύπνησις […] Τελευταίον επέρχεται η Γαλλική Επανάστασις ήτις […] έδωκεν εις την αρξαμένην εν Ελλάδι μεταβολήν νέαν ώθησιν τοσούτω σφοδροτέραν, όσω συνεδυάζετο με την ελπίδα βελτιώσεως των τυχών της Ελλάδος…»6.Η βιβλιοπαραγωγή αυξήθηκε κατακόρυφα, ενώ μειώθηκε αισθητά το μερίδιο των θρησκευτικών βιβλίων σε αυτή. Επαναστατικά κείμενα, ελληνικά και ξένα, εκδίδονταν και διαδίδονταν στους κόλπους της αστικής τάξης. Το 1790 το γαλλικό θέατρο έκανε την εμφάνισή του στα Αμπελάκια. Ολη αυτή η κίνηση -απειλή για την παλαιά τάξη πραγμάτων- προκάλεσε την αντίδραση της επίσημης Εκκλησίας, η οποία καταδίκασε τα «αθεΐας λίμπερα» των Γάλλων, ζήτησε να καούν τα «ανίερα» βιβλία (όπως του Βολτέρου) και να αφοριστούν όσοι τα διάβαζαν. Λίγο πριν την Επανάσταση δεν ήταν λίγοι εκείνοι που υποστήριζαν: «Ας αφήσουμε τα παιδιά του Μωάμεθ να αποτελειώσουν τα παιδιά του Ροβεσπιέρου»7.Ωστόσο η δυναμική που απελευθέρωσε η αστική τάξη της Γαλλίας δεν κατέστη εφικτό να καταπνιγεί. Στις 18 Δεκεμβρίου 1797 η εφημερίδα Gazette de France έγραφε: «Το μεγαλύτερον μέρος των Ρωμιών τόσο πολύ αποδέχτηκε τις νέες ιδέες, ώστε, όταν συγκρίνουνε τη δουλική τους κατάσταση με κείνη της λευτεριάς και της ισότητας, γίνουνται σαν αφηρημένοι και από την έκσταση περνούν στη φρενίτιδα. Παντού στην Ανατολή αντιλαλεί το Ζήτω η Γαλλία, Ζήτω η Ελλάδα!»8. Οπως υπογράμμισε ο ίδιος ο Θ. Κολοκοτρώνης «η γαλλική επανάσταση και ο Ναπολέοντας, έκαμε, κατά την γνώμη μου, ν’ ανοίξουν τα μάτια του κόσμου»9.Τέλος, στις αρχές του 19ου αιώνα ανέπτυξαν δράση μια σειρά δημοκρατικά κόμματα και κινήματα, στη Σάμο (Καρμανιόλοι), τα Επτάνησα (η Πολιτική Εταιρία στην Κέρκυρα, ο «ιακωβίνικος» Συνταγματικός Σύλλογος στο Αργοστόλι), την Κέα, την Κοζάνη, την Υδρα κ.α.Η ανερχόμενη αστική τάξη όμως δεν υπήρξε μόνο ο κοινωνικός φορέας της εθνικής αφύπνισης-συνειδητοποίησης, αλλά και ο οργανωτής της επανάστασης, στην οποία προσέδωσε σαφές ιδεολογικοπολιτικό περιεχόμενο. «Ο Θούριος», διευκρινίζει ο Λ. Βρανούσης, «δεν είναι το πολεμικό εμβατήριο της μάχης […] Αναπτύσσει ένα απελευθερωτικό σχέδιο και παρουσιάζει ένα πολιτικό πρόγραμμα […] ένα έργο πολιτικού διαφωτισμού κ’ επαναστατικής κατήχησης»10. Σε αυτό, καθώς και στο έργο του «Νέα Πολιτική Διοίκησις» που ακολούθησε, ο Ρήγας καλούσε σε εξέγερση όλους τους λαούς της Βαλκανικής («Χριστιανούς και Τούρκους»), με σκοπό το γκρέμισμα της οθωμανικής κυριαρχίας και τη δημιουργία μιας Βαλκανικής ομοσπονδίας, με κυρίαρχο το ελληνικό στοιχείο.Ο Ρήγας Φεραίος ήρθε σε επαφή με το Διευθυντήριο της Γαλλικής Επανάστασης, ίδρυσε μυστική Εταιρία και ανέπτυξε δράση στα εμποροβιοτεχνικά κέντρα των Ελλήνων, στον ελλαδικό χώρο και τα Βαλκάνια. Σύντομα όμως συνελήφθη από την αυστριακή αστυνομία, παραδόθηκε στις οθωμανικές αρχές και εκτελέστηκε το 1798. Λίγους μόλις μήνες πριν, το Πατριαρχείο με εγκύκλιό του καλούσε τους ιεράρχες σε «επαγρύπνηση» ώστε «να μην παραπέση τοιούτον σύνταγμα εις ανάγνωσιν τω χριστιανικώ εμπιστευθέντα σοι λαώ», διότι «πλήρες υπάρχει σαθρότητος εκ των θολερών αυτού εννοιών τοις δόγμασι της ορθοδόξου ημών πίστεως εναντιούμενον»11.Η σύσταση συνωμοτικών οργανώσεων με ταξικούς – εθνικοαπελευθερωτικούς σκοπούς υπήρξε συνήθης πρακτική για τα αντίστοιχα κινήματα της εποχής. Οσον αφορά την ελληνική περίπτωση, εκτός από την Εταιρία του Ρήγα, συγκροτήθηκαν τα επόμενα χρόνια μια σειρά οργανώσεις, όπως η Εταιρία των Πέντε, το Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον (Παρίσι 1809), η Φιλόμουσος Εταιρία (Αθήνα 1813) και βεβαίως η Φιλική Εταιρία (Οδησσός 1814). Η τελευταία υπήρξε σαφώς και η πιο σημαντική, τόσο από την άποψη της μαζικότητας, όσο και της μαχητικότητας, αλλά και του ρόλου τον οποίο έπαιξε.Στον πυρήνα της οργάνωσης, της επάνδρωσης και της υλικής υποστήριξης της Φιλικής Εταιρίας (Φ.Ε.) βρισκόταν η αστική τάξη: «Η γενναία σύλληψις και η γεναιοτέρα έναρξις της εφαρμογής της ελληνικής ενότητος απέκειτο στη μέση τάξη, την εμπορική, ιδίως, Νικόλ. Σκουφάς, Αθανάσιος Τζακάλωφ, Αθανάσιος Σέκερης, Εμμανουήλ Ξάνθος, Παναγ. Α. Αναγνωστόπουλος, Παναγιώτης Σέκερης, Αντώνιος Κομιζόπουλος και οι τοιούτοι, έμποροι ήσαν και γραμματείς εμπόρων»12. Στις γραμμές της Φ.Ε. εντάχθηκαν σύντομα και πολλοί άλλοι εκπρόσωποι της αστικής τάξης, έμποροι και τραπεζίτες (όπως οι Α. Κροκίδας ή ο Εμμ. Παππάς αντίστοιχα), εφοπλιστές (όπως οι Κουντουριώτης και Μεξής) κ.ο.κ.13 Η οργάνωση, η δομή και οι αρχές λειτουργίες της Φ.Ε. αντλούσαν από την αντίστοιχη ευρωπαϊκή εμπειρία, ιδιαίτερα της καρμποναρίας14.Αρχικά οι Φιλικοί «απέκλειον της κατηχήσεως τους προεστώτας καθώς επίσης και τους αρχιερείς, επί τω ιδανικώ φόβω ότι και οι δύο αυταί τάξεις των χριστιανών, ως έχουσαι υλικάς τινάς ωφελείας υπό των Τούρκων, δεν ήθελον προτιμήσει την δια θυσιών και μαρτυρίων προσκτωμένην πάντοτε ελευθερίαν». Στη συνέχεια όμως «εκρίθη ότι η Επανάστασις των Ελλήνων τότε ήθελε γείνει και ευδοκιμήσει όταν εις αυτήν εισαχθώσιν οι κατά τόπους προεστώτες και άρχοντες, διότι ο λαός χωρίς την παρακίνησιν αυτών και τας χρηματικάς θυσίας δεν ήθελε κινηθή, ούτε οι οπλαρχηγοί μόνοι των ηδύναντο να εκτελέσωσι τι»15. Ακολούθως, μυήθηκαν στη Φ.Ε. κοτζαμπάσηδες (όπως οι Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και Λόντος, οι Ρούφοι και οι Ζαΐμηδες), Φαναριώτες (όπως οι Μαυροκορδάτος, Νέγρης Νούτσος και Φιράρης) και ανώτεροι κληρικοί (όπως οι Ανθιμος Γαζής, Παλαιών Πατρών Γερμανός και Ιγνάτιος Ουγγροβλαχίας).Οι δυνάμεις αυτές δεν υπήρξαν ομοιογενείς, δημιουργώντας συχνά αντιθέσεις και τριβές στους κόλπους της Φιλικής, ενώ η στάση τους κατά την έκρηξη και εξέλιξη της Επανάστασης ποίκιλε. Τέλος, ενόψει της ταυτόχρονης κήρυξης της Επανάστασης στα Βαλκάνια, εντάχθηκαν στη Φ.Ε. πολλοί Σέρβοι, Βούλγαροι, Μολδαβοί και Βλάχοι. Το 1819-1820 άρχισαν να στρατολογούνται στο Μωριά και μέλη από τις «λαϊκές τάξεις»16.Παραμονές του 1821 ο μηχανισμός της Φιλικής ενεργοποιήθηκε για την έκρηξη της Επανάστασης. Οι «απόστολοι» της Εταιρίας κινητοποιήθηκαν, εντείνοντας τις ζυμώσεις, «μετρώντας» ανθρώπους και καταστάσεις. Στην Πελοπόννησο, όπου θα δινόταν βάρος λόγω της ύπαρξης συμπαγούς ελληνικού πληθυσμού και της έλλειψης σημαντικών οθωμανικών δυνάμεων (οι οποίες είχαν δεσμευτεί για την αντιμετώπιση του Αλή πασά των Ιωαννίνων), στάλθηκαν οι Παπαφλέσσας και Αναγνωσταράς. Στις 22 Φλεβάρη 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης (αρχηγός της Φ.Ε.) πέρασε τα σύνορα της Ρωσίας με την οθωμανική αυτοκρατορία, κηρύσσοντας στη Μολδαβία την Επανάσταση.17Ο αρχηγός της Φιλικής Εταιρίας Α. ΥψηλάντηςΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΠΛΑΙΣΙΟ Η Επανάσταση του 1821 εκδηλώθηκε όταν στη Γαλλία είχε ήδη ηττηθεί ο Ναπολέων (1815) και στην Ευρώπη είχε συγκροτηθεί η Ιερά Συμμαχία, η οποία αντιμετώπιζε εν πολλοίς με καχυποψία έως και ανοιχτή καταστολή όλα τα ανάλογα πολιτικά – επαναστατικά κινήματα που ξέσπασαν τη δοσμένη περίοδο.18Το πώς αντιμετωπίστηκε η ελληνική επανάσταση σε αυτό το πλαίσιο πληροφορούμαστε από σχετικό υπόμνημα του ίδιου του Μέττερνιχ (υπουργού εξωτερικών της Αυστρίας – εκ των πρωταγωνιστών της Ιεράς Συμμαχίας): «Εν συμβάν, το οποίον καθ’ εαυτό θεωρούμενον, είναι το ήκιστα σοβαρόν εξ όσων ηδύνατο να συμβώσιν εν Ευρώπη, κατέστη εκ της γενικής των πραγμάτων καταστάσεως, αντικείμενον πρώτης τάξεως, προς ο δύναται να συνδεθή η σωτηρία ή η απώλεια του πολιτισμένου κόσμου. Η επανάστασις των Ελλήνων δεν θα απετέλει εν άλλοις χρόνοις, ή ένα εκ των εσωτερικών εκείνων κινημάτων, ων η ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας παρουσιάζει τοσαύτα παραδείγματα […] Η βαρύτης συμβάντος τινός δεν μετράται πλέον εκ της θετικής αυτού σοβαρότητος, αλλ’ εκ των […] αμέσων σχέσεων αυτού προς τας ιδέας ή κάλλιον ειπείν, προς τα πάθη τα διαιρούντα την ενεστώταν γενεάν. Δεν υπάρχουν, δεν δύνανται να υπάρχουν σήμερον ή δύο αρχαί ενεργείας εν τω κόσμω: η της συντηρήσεως παντός ό,τι υπάρχει, κείνου όπερ εκληροδοτήθη ημίν υπό των αιώνων, κείνου όπερ θα ζήση δια των αιώνων εάν γνωρίζωμεν να το υπερασπίσωμεν, και η αρχή του νεωτερισμού, της οποίας, αναπόδραστος αυτής τάσης είναι ν’ανατρέψει την ενεστώσαν τάξιν των πραγμάτων […] Το αντάρτικον κίνημα των Ελλήνων […] είναι το αποτέλεσμα του εκ Παρισίων ανά τον κόσμον διασπαρέντος πνεύματος»19.Αλλες παρόμοιες εκδηλώσεις κατά της «νομιμότητας» είχαν άλλωστε ήδη λάβει χώρα στη Νεάπολη, τη Σικελία, το Πεδεμόντιο, τη Μαδρίτη, τη Λισσαβόνα κ.α. Πολλοί από τους πρωταγωνιστές των εθνικών – αστικοδημοκρατικών αυτών κινημάτων κατέφυγαν διωκόμενοι στην επαναστατημένη Ελλάδα, λαμβάνοντας ενεργό μέρος στον Αγώνα.20 Το σύνολο των πολιτικών προσφύγων, των οπαδών διάφορων εθνικών αστικών κινημάτων, των απόμαχων των Ναπολεόντειων πολέμων κ.ά., που μετείχαν στην ελληνική επανάσταση έφτασε τους 1.000. Περίπου το ένα τρίτο εξ αυτών έπεσαν μαχόμενοι.21 Τα φιλελληνικά «κομιτάτα» που εμφανίστηκαν σε μια σειρά χώρες έδρασαν όχι μόνο ως πόλοι συγκέντρωσης χρημάτων και εθελοντών για την επαναστατημένη Ελλάδα, αλλά και ως «βιτρίνες» για τη διεξαγωγή της αστικοδημοκρατικής προπαγάνδας στις ίδιες, σε μια περίοδο έντονων πολιτικών διώξεων.Κλείνοντας, να σημειώσουμε πως η στάση των Μεγάλων Δυνάμεων, τόσο γύρω από την ελληνική υπόθεση ειδικά, όσο και γύρω από το μέλλον της οθωμανικής αυτοκρατορίας γενικότερα (με το οποίο ήταν άμεσα συνυφασμένη), δεν υπήρξε ενιαία. Οι αντιθέσεις και η διαπάλη που αναπτύχθηκε μεταξύ Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας και που εκφράστηκε με τη διαφορετική στρατηγική22 της καθεμιάς στο λεγόμενο Ανατολικό Ζήτημα, επέδρασαν σημαντικά -κάποια στιγμή αποφασιστικά- στην τελική έκβαση του ελληνικού ζητήματος (αρχικά αναγνώριση αυτονομίας και εν συνεχεία ανεξαρτησίας του υπό διαμόρφωση κράτους).Η Γαλλική Επανάσταση συντάραξε την απολυταρχική ΕυρώπηΕπέδρασαν όμως άμεσα και στα διάφορα τμήματα της ελληνικής αστικής τάξης αναφορικά με τη στάση τους απέναντι στην Επανάσταση.ΤΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΚΑΙ Η ΣΤΑΣΗ ΑΛΛΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝΔΥΝΑΜΕΩΝ ΚΑΙ ΘΕΣΜΩΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑΟμολογουμένως η στάση της Εκκλησίας, τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια της Επανάστασης, δε δύναται να εξαντληθεί στα όρια του παρόντος άρθρου και χρήζει βαθύτερης μελέτης. Το βέβαιο ωστόσο είναι ότι στις γραμμές της καταγράφηκαν έντονες διαφοροποιήσεις. Ενα τμήμα του κλήρου εντάχθηκε εξαρχής και με συνέπεια στον επαναστατικό αγώνα. Ενα άλλο εκδήλωσε ταλαντεύσεις ή και υποχρεώθηκε να λάβει μέρος. Ενα τρίτο τέλος, για μια σειρά λόγους, έπαιξε ρόλο καθαρά αντεπαναστατικό.Αμέσως μετά την Αλωση της Κωνσταντινούπολης ο Σουλτάνος, όχι μόνο διατήρησε λίγο-πολύ, αλλά και αναβάθμισε εν μέρει τα οικονομικά – διοικητικά προνόμια του Πατριαρχείου. Ως επικεφαλής του μιλιέτ (θρησκευτική κοινότητα) των Ρουμ (των Ρωμαίων, χριστιανών υπηκόων της αυτοκρατορίας), η Εκκλησία κατέστη αναπόσπαστο τμήμα των οθωμανικών φεουδαρχικών δομών εξουσίας, επιφορτισμένη με συγκεκριμένα διοικητικά καθήκοντα, εξουσίες και αρμοδιότητες. «Εν τη οθωμανική αυτοκρατορία», τονίζει ο ιστορικός W. Miller, «οι επίσκοποι είναι συνήθως πρώτον μεν πολιτευταί, έπειτα δε πνευματικοί αρχηγοί»,23 ενώ ο περιηγητής S. Bartholdy υπήρξε ακόμη πιο λάβρος χαρακτηρίζοντας την Εκκλησία «βδέλας εκμυζώσας το αίμα του λαού»: «παρετήρησα δε ότι όπου οι Τούρκοι παρέχουσι τοις κληρικοίς μείζονα εξουσίαν, εκεί οι υπήκοοι πιέζονται και καταδυναστεύονται κατά λόγον διπλάσιον»24.Η Εκκλησία ανέπτυξε ιστορικά και σε μια πορεία σημαντικούς δεσμούς με το εμπορικό κεφάλαιο, ενώ εξελίχθηκε η ίδια σε οικονομική δύναμη, με επιρροή και πέραν του Πατριαρχείου: «Για το αναπτυσσόμενο ελληνικό εμπορικό κεφάλαιο», αναφέρει ο Γ. Ζεύγος, «το Πατριαρχείο αποτελεί πηγή δύναμης. Οι Ελληνες έμποροι στην οικονομική κυριαρχία του κλήρου βρίσκουν μια οικονομική βάση να στηριχθούν. Τα πλούσια έσοδα του κλήρου απ’ τους χριστιανούς ή από τα εκκλησιαστικά και μοναστηριακά κτήματα, μέσω των Ελλήνων εμπόρων, πάνε στην αγορά. Οι εμπορικές παροικίες στις διάφορες πόλεις της αυτοκρατορίας αναπτύσσονται με την ενίσχυση του ελληνικού κλήρου […] Το Πατριαρχείο αποτελεί ακόμη τον πολιτικό και διπλωματικό προστάτη του εμπορικού κεφαλαίου. Στο εσωτερικό οι έμποροι χρησιμοποιούν το κύρος και τους δεσμούς του Πατριαρχείου για να συνδεθούν με το σουλτανικό παλάτι, με τις τουρκικές αρχές, να παίρνουν προμήθειες και δασμούς, δημοπρασίες, να δανείζουν […] Ακόμη και στο εξωτερικό, ιδίως στη Ρωσία, οι δεσμοί του Πατριαρχείου βοήθησαν το ελληνικό εμπορικό κεφάλαιο. Το Πατριαρχείο αποτέλεσε την πιο γερή βάση για την ανάπτυξη του ελληνικού εμπορικού κεφαλαίου και το βοήθησε εξαιρετικά στον ανταγωνισμό του με τους εβραίους εμπόρους»25.Μεταξύ των καθηκόντων της Εκκλησίας όμως ήταν και η διατήρηση της ευταξίας στους υπ’ ευθύνη της πληθυσμούς. Ετσι, το Πατριαρχείο αρχικά, όχι μόνο δεν ευνόησε, αλλά καταδίκασε και κατέστειλε κάθε απελευθερωτική ιδέα ή κίνηση. Οπως έγραψε ο Α. Κοραής, η Εκκλησία «μάλλον ηθέλησε να κοιμήση την δικαίαν Γραικών αγανάκτησιν και να τους ημποδίση από το να μιμηθώσι τα σημερινά υπέρ της ελευθερίας κινήματα πολλών εθνών της Ευρώπης»26.Προς το σκοπό αυτό επιστράτευσε επανειλημμένα το όπλο του αφορισμού: για τους συμμετέχοντες στα Ορλωφικά (και την παρεπόμενη εξόντωση των κλεφτών του Μωριά), για τις εξεγέρσεις του 1807, του 1808, για την εξέγερση των Σουλιωτών κατά του Αλή Πασά των Ιωαννίνων και -βεβαίως- για την Επανάσταση του 1821. Στον αφορισμό του ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄ χαρακτήριζε την Επανάσταση ως «αχαριστία […] συνοδευμένη και με πνεύμα κακοποιόν και αποστατικόν εναντίον της κοινής ημών ευεργέτιδος και τροφού, κραταιάς και αηττήτου βασιλείας», που «εμφαίνει και τρόπον αντίθεον»! Τους δε «ασεβείς πρωταίτιους», Μ. Σούτσο και Α. Υψηλάντη, τους καταδίκαζε ως «συμπράκτορες φιλελεύθερους», οι οποίοι, «επιχείρησαν έργον μιαρόν, θεοστεγές και ασύνετον» και καλούσε τους πιστούς «να τους μισήτε και να τους αποστρέφεσθε».27 Το κείμενο διαβάστηκε από άμβωνος σε όλους τους χριστιανικούς πληθυσμούς, κάνοντας μεγάλη ζημιά στην υπόθεση του Αγώνα (ιδιαίτερα μεταξύ των αγροτικών πληθυσμών). Την ίδια στιγμή προκάλεσε την κατακραυγή σημαντικού μέρους των καταπιεζόμενων λαών, που μέσα τους έκαιγε η φλόγα της Επανάστασης.28Ο απαγχονισμός κατόπιν του Πατριάρχη πραγματοποιήθηκε -καθώς αναφέρει το ίδιο το Σουλτανικό διάταγμα- γιατί απέτυχε να διατηρήσει, ως όφειλε στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων του, την τάξη στο χώρο ευθύνης του, καθώς και «προς παραδειγματισμόν των άλλων». Σύμφωνα με τον Γ. Κορδάτο, σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξαν οι κατηγορίες που διατυπώθηκαν εναντίον του από το Μητροπολίτη Πισιδίας Ευγένιο (που εποφθαλμιούσε τη θέση του)29.Η αντεπαναστατική δραστηριότητα της Εκκλησίας (του ανώτερου κυρίως κλήρου) συνεχίστηκε και κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. Ενδεικτικά αναφέρουμε το Δεσπότη Λαρίσης (που, σύμφωνα με τον Ανθιμο Γαζή, όργωσε το 1821 την επαρχία της Θεσσαλίας, προκειμένου να μη φύγουν οι αγρότες για το βουνό), τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης (που το 1823 καλούσε τους επαναστατημένους να παρατήσουν τα όπλα, να ζητήσουν συγχώρεση και να δηλώσουν υποταγή), τη στάση των αγιορειτών μοναχών (στην οποία οφείλεται εν μέρει και η ήττα της Επανάστασης στη Μακεδονία) και βεβαίως την αποστολή -εκ μέρους του Πατριάρχη- των Αρχιεπισκόπων Ιωαννίνων, Λαρίσης, Νικαίας και Χαλκιδικής στη Μεσσηνία το Μάη του 1828 με σκοπό να συνετίσουν τους επαναστατηθέντες όπως «επανέλθη ο τόπος υπό την ευεργετικήν χείρα του κραταιοτάτου Σουλτάνου»30.Βεβαίως, όπως προαναφέραμε, η στάση αυτή δεν υπήρξε ενιαία. Σημαντικό μέρος, κυρίως του κατώτερου κλήρου, δε συντάχθηκε με τη γραμμή του Πατριαρχείου, μετέχοντας ενεργά στην Επανάσταση. Μαζί τους και μια σειρά μεσαίοι ή ανώτεροι κληρικοί, όπως οι Φιλικοί Ανθιμος Γαζής και Γρηγόριος (Δικαίος) Παπαφλέσσας, ο Θεόκλητος Φαρμακίδης κ.ά.ΟΙ ΦΑΝΑΡΙΩΤΕΣΟι ιδιαιτερότητες του οθωμανικού κοινωνικοοικονομικού φεουδαρχικού συστήματος (η μη ενασχόληση μουσουλμάνων με εμπορικές-βιοτεχνικές δραστηριότητες) επέτρεψε σε μια μερίδα Ελλήνων, πρώην ευγενών του Βυζαντίου, να αναπτύξουν ιδιαίτερη οικονομική δύναμη. Εγκατεστημένοι γύρω από την έδρα του Πατριαρχείου στο Φανάρι, απέκτησαν το προσωνύμιο Φαναριώτες. Η επαφή τους με την Ευρώπη μέσω του εμπορίου, η μόρφωση και η γνώση ξένων γλωσσών, αναδείχθηκε σε ανεκτίμητο προσόν για την αναρρίχησή τους σε υψηλά πόστα της οθωμανικής διοίκησης (Μεγάλου Δραγουμάνου της Πύλης, Δραγουμάνου του Στόλου και Ηγεμόνα της Βλαχίας και Μολδαβίας). Είχαν δε λόγο και στην εκλογή του ίδιου του Πατριάρχη.Οι Φαναριώτες συνέδραμαν ποικιλοτρόπως στην προώθηση του ελληνικού κεφαλαίου, πολλοί ενστερνίστηκαν τις ιδέες του Διαφωτισμού, ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι οι οποίοι στήριξαν οικονομικά ή έγιναν μέλη της Φιλικής Εταιρίας. Ωστόσο η στάση τους απέναντι στην επανάσταση δεν ήταν ενιαία. Ορισμένοι υιοθετούσαν την προοπτική της ένοπλης εξέγερσης και συγκρότησης ενός ανεξάρτητου αστικού κράτους. Οι περισσότεροι όμως υποστήριζαν μια πολιτική «εκ των έσω διάβρωσης» της οθωμανικής αυτοκρατορίας, όπου η ελληνική αστική τάξη θα κυριαρχούσε σταδιακά οικονομικά και πολιτικά.Οι Φαναριώτες-μέλη της Φιλικής Εταιρίας, όπως οι Α. Μαυροκορδάτος και Θ. Νέγρης, που έλαβαν ενεργό μέρος στην Επανάσταση, κλήθηκαν στη συγκρότηση των πρώτων πολιτειακών θεσμών και μηχανισμών διοίκησης, συνδράμοντας αποφασιστικά στον αστικοφιλελεύθερο χαρακτήρα τους.ΚΛΕΦΤΕΣ ΚΑΙ ΑΡΜΑΤΟΛΟΙΟι κλέφτες ήταν κυρίως πρώην αγρότες ή κτηνοτρόφοι, οι οποίοι, είτε λόγω της φτώχειας είτε από αντίθεση στις οθωμανικές αρχές και τους κοτζαμπάσηδες (χριστιανούς και μουσουλμάνους), κατέφευγαν στη παρανομία, στο βουνό, μακριά από την κατασταλτική δυνατότητα των οργάνων της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Παρότι τα κίνητρά τους δεν υπήρξαν πάντοτε τόσο εξευγενισμένα, όπως αποτυπώθηκαν στη λαϊκή παράδοση, ωστόσο η δράση τους κατά των «εχόντων και κατεχόντων» ασκούσε μια επιρροή στις καταπιεζόμενες μάζες.31 Παρόλα αυτά δεν αποτέλεσαν ποτέ κάποιο οργανωμένο αγροτικό κίνημα.32Μετά την ήττα του Ορλωφικού κινήματος (1770) δρομολογήθηκε κατ’ εντολή του Σουλτάνου η συστηματική εξόντωση των κλεφτών της Πελοποννήσου – διαδικασία, που ολοκληρώθηκε το 1806 με την αμέριστη συνδρομή των κοτζαμπάσηδων και της Εκκλησίας.33 Οσοι γλύτωσαν, ανάμεσά τους και ο Θ. Κολοκοτρώνης, εγκατέλειψαν την περιοχή, ενώ πολλοί κατέφυγαν στα γαλλοκρατούμενα Επτάνησα, όπου ήρθαν σε επαφή με τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης.34 Αργότερα, ορισμένοι κλέφτες έγιναν «κάποι»: ένοπλοι στην υπηρεσία των κοτζαμπάσηδων.Οι αρματολοί ήταν κλέφτες που αμνηστεύονταν και επανεντάσσονταν στην οθωμανική νομιμότητα, επιφορτιζόμενοι με την τήρηση της τάξης στις ορεινές περιοχές και την φύλαξη κομβικών σημείων-περασμάτων (από τους μέχρι πρότινος ομοίους τους). Η ανάληψη των καθηκόντων τους γινόταν με επίσημο διορισμό και περιελάμβανε τακτικές υλικές απολαβές. Την οικονομία του αρματολικιού συμπλήρωναν μια σειρά κτηνοτροφικές, γεωργικές, αλλά και εμπορικές-τοκογλυφικές δραστηριότητες. Συν τω χρόνω, οι αρματολοί αναδείχτηκαν σε σημαντικούς στρατιωτικούς παράγοντες, που διαπραγματεύονταν τις συμμαχίες ανάλογα με το συγκυριακό τους συμφέρον.35Η διατάραξη των υφιστάμενων κοινωνικών ισορροπιών-συσχετισμών και οι δυναμικές που αναπτύχθηκαν με την Επανάσταση άνοιξαν νέες προοπτικές για τους ενόπλους, οι οποίοι διεκδίκησαν την απεξάρτησή τους από πρότερες δεσμεύσεις εξουσίας (π.χ. τους προκρίτους), διεκδικώντας αυτόνομη πολιτική παρουσία και ρόλο. Στον απεγκλωβισμό τους αυτό συνέβαλε τα μέγιστα η αρχική τους στοίχιση με τα πιο ριζοσπαστικά τμήματα της αστικής τάξης, τη Φιλική Εταιρία και τον Υψηλάντη. Εν συνεχεία η συγκρότηση συγκεντρωτικών αστικών οργάνων που προωθούσαν οι τελευταίοι ήρθε σε αντίθεση με τα νεοαποκτηθέντα τοπικά προνόμια που πολλοί (κλέφτες και κάποι) απέκτησαν στην πορεία, με αποτέλεσμα να διαταραχθούν οι προηγούμενες συμμαχίες και να διαμορφωθούν νέες.Τέλος, κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του Ιμπραήμ στο Μωριά, ορισμένοι οπλαρχηγοί (και προύχοντες) άλλαξαν στρατόπεδο («προσκύνησαν») με αντάλλαγμα μια σειρά παραχωρήσεις και προνόμια.36Κλέφτες και αρματωλοίΟΙ ΠΡΟΚΡΙΤΟΙ-ΕΦΟΠΛΙΣΤΕΣ ΤΩΝ ΝΗΣΙΩΝΕίναι αναγκαία η διάκρισή τους από τους προκρίτους της ηπειρωτικής Ελλάδας, αφού, αν και εκπλήρωναν παρόμοιες λειτουργίες στα πλαίσια του οθωμανικού αυτοδιοικητικού συστήματος, η οικονομική τους βάση ήταν πολύ διαφορετική. Η συσσώρευση κεφαλαίου από την εμπορική-τραπεζική δραστηριότητα των νησιών υπήρξε αξιοσημείωτη. Ο Θ. Κριεζής αναφέρει πως μόνο στην Υδρα «ο αριθμός των κεφαλαιούχων ανήρχετο εις 60 εξ ων περί τους 20 είχον άνω των 100 χιλιάδων διστήλων και 30 περίπου 50 χιλ. διστήλων»37. Σύμφωνα με τον Α. Ανδρεάδη, η συσσώρευση του ναυτιλιακού κεφαλαίου για το σύνολο του ελλαδικού χώρου έφτανε το 1819 τα 100 εκ. χρυσά φράγκα (εκ των οποίων τα μισά αναλογούσαν σε πλοία και τα άλλα μισά σε εμπόρευμα και χρήμα).Ακόμη όμως πιο σημαντικό (για τις ανάγκες του Αγώνα τουλάχιστον) ήταν η δύναμη του ελληνικού εμπορικού στόλου, που το 1813 αριθμούσε 613 πλοία, με 37.526 ναύτες και 5.878 κανόνια.38 Τα πληρώματά τους ήταν εμπειροπόλεμα, λόγω των αναμετρήσεών τους με τους πειρατές και λόγω της θητείας τους στον οθωμανικό πολεμικό στόλο.Αν και το εφοπλιστικό κεφάλαιο έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην προώθηση ενός αστικού τύπου κράτους, παραμονές της Επανάστασης υπήρξε εν μέρει επιφυλακτικό. Οι επιφυλάξεις αυτές οφείλονταν μεταξύ άλλων και στους δεσμούς που διατηρούσε με το αγγλικό κεφάλαιο (με δεδομένη την εξωτερική πολιτική της Μ. Βρετανίας, που την περίοδο εκείνη ήταν κατά οποιασδήποτε προσβολής της ακεραιότητας της οθωμανικής αυτοκρατορίας).Οι όποιες επιφυλάξεις-αντιδράσεις κάμφθηκαν ή καταργήθηκαν σύντομα με επαναστατική βία από ένα γενικότερο αστικοδημοκρατικό κίνημα, που αναπτύχθηκε στα νησιά αυτά – και πριν την Επανάσταση ακόμα. Σε αυτό πρωτοστάτησαν κυρίως τα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα, τα οποία, έχοντας πληγεί περισσότερο από την κρίση στην εμπορική ναυτιλία (από το 1815)39, είχαν γίνει ζωηροί αποδέκτες των μηνυμάτων της Φ.Ε., αλλά και ορισμένοι εφοπλιστές, όπως ο Γ. Πάνου, επίσης μυημένος στη Φιλική. Ετσι, παρακάμπτοντας με εξέγερση τους προύχοντες της Υδρας, ο Α. Οικονόμου40 (πλοίαρχος, μέλος της Φ.Ε.), επικεφαλής ενός ευρύτερου κοινωνικοπολιτικού δημοκρατικού κινήματος, σήκωσε στις 28 Μάρτη τη σημαία της Επανάστασης. Το ίδιο έκανε ο Γ. Πάνου με τον Π. Μπόταση (επικεφαλής του δημοκρατικού κόμματος) στις Σπέτσες στις 3 Απρίλη. Ακολούθησαν τα Ψαρά στις 10 Απρίλη.41ΟΙ ΚΟΤΖΑΜΠΑΣΗΔΕΣΟι κοτζαμπάσηδες ήταν ελληνόφωνοι χριστιανοί, οι οποίοι στελέχωναν το κατώτερο τμήμα της οθωμανικής διοικητικής ιεραρχίας, με ιστορικά διαμορφωμένες ιδιαιτερότητες από περιοχή σε περιοχή. Για λόγους οικονομίας χώρου θα επικεντρωθούμε επί του παρόντος βασικά στους κοτζαμπάσηδες της Πελοποννήσου.Την επαύριο της κατάκτησης της ενετοκρατούμενης Πελοποννήσου από τους Οθωμανούς (αρχές 18ου αιώνα) οι Ελληνες κοτζαμπάσηδες έλαβαν αυξημένα προνόμια ως επιβράβευση για τη μη-προβολή αντίστασης. Μεταξύ άλλων ήταν υπεύθυνοι για τη διαχείριση της κοινοτικής περιουσίας, για την απονομή δικαιοσύνης σε μια σειρά θέματα, για την είσπραξη των φόρων και βεβαίως για την καταστολή των χωρικών στις υπ’ ευθύνη τους περιοχές. Μετείχαν με άλλα λόγια στην εκμετάλλευση και καταπίεση των ομοεθνών τους, γεγονός που σε μεγάλο βαθμό τους εξίσωνε στη συνείδηση των μαζών με την οθωμανική εξουσία: «Οι κοτζαμπάσηδες ήσαν περισσότερο μισητοί κι απ’ αυτούς ακόμα τους Τούρκους»42.Προσοχής χρήζει η ταξική θέση και ο ρόλος των κοτζαμπάσηδων. Οπως επισημαίνει ο Β. Φίλιας «αποτελεί σοβαρό σφάλμα» να «θεωρούμε τους κοτζαμπάσηδες […] ως απλούς μεγαλογαιοκτήμονες. Βεβαίως το στοιχείο της μεγάλης ιδιοκτησίας είναι αποφασιστικό, αλλά ο ρόλος των κοτζαμπάσηδων δεν εξαντλείται στο πεδίο αυτό […] ήταν ταυτόχρονα και οι τοπικοί μεγαλέμποροι του εξεμπορικευόμενου τμήματος της αγροτικής παραγωγής και ταυτόχρονα δανειστές, τοκογλύφοι και μεσίτες της επαρχίας τους»43. Οπως διαπιστώσαμε ήδη αναφερόμενοι στην εξέλιξη της εμπορευματικής παραγωγής στην αγροτική οικονομία, έως την περίοδο της Επανάστασης «οι Ελληνες κοτζαμπάσηδες περισσότερο από άλλο είχαν συνδεθεί με την αγορά και τις χρηματικές σχέσεις»44. Αν και οι κοτζαμπάσηδες προέρχονταν από τη φεουδαρχία, στα πλαίσια της ιστορικής της αποσύνθεσης σταδιακά αστικοποιούνταν. Η είσπραξη των φόρων, μία από τις κύριες λειτουργίες τους και στοιχείο εμπορευματοχρηματικών σχέσεων, υπήρξε βασικός παράγοντας στην τελική μετάλλαξη-αστικοποίησή τους.Αυτή την εξέλιξή τους αντανακλά η διφορούμενη στάση τους απέναντι στην Επανάσταση. Από τη μια διέθεταν προνόμια και καθήκοντα συνυφασμένα με το υπάρχον οθωμανικό καθεστώς, από την άλλη είχαν υλικό συμφέρον για την ανατροπή του. Ετσι, άλλοι εντάχθηκαν στις γραμμές της Φιλικής, άλλοι κράτησαν στάση επιφυλακτική (αναμονής) και άλλοι τάχθηκαν εναντίον. Από τη στιγμή της έκρηξης της Επανάστασης μερίδα των κοτζαμπάσηδων συμπαρατάχτηκε με τις πιο «προωθημένες» μερίδες της αστικής τάξης (εμπόρους, εφοπλιστές κλπ), ενώ άλλοι (οι περισσότεροι) βρέθηκαν σε αντιπαράθεση με αυτές σε μια προσπάθεια να επικρατήσουν ως η ηγεμονική μερίδα της αστικής τάξης. Η σύγκρουση για τον έλεγχο των επαναστατικών διεργασιών και οργάνων υπήρξε σφοδρότατη. Οπως υπογράμμισαν στον Παπαφλέσσα κατά τη Συνέλευση της Βοστίτσας (Αίγιο, 26 Γενάρη 1821), λίγο πριν το ξέσπασμα της Επανάστασης στο Μωριά: «αν αποφασίσωμεν να κάνωμεν την επανάστασιν, θα σκεφθώμεν σοβαρώς και θα την κάνωμεν εμείς»45. Ακολούθως δόθηκαν σκληρές μάχες γύρω από το ποιος θα ήταν επικεφαλής, ποιος θα ηγεμόνευε και εν τέλει ποιος θα αποκτούσε τον έλεγχο του υπό διαμόρφωση κράτους.Οι κοτζαμπάσηδες καταδυναστεύαν τον λαό και πολλοί είχαν υλικό συμφέρον για τη διατήρηση της παλαιάς τάξης πραγμάτωνΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣΣύμφωνα λοιπόν με τους σχεδιασμούς της Φ.Ε., τη σχετική οργάνωση και προετοιμασία, κηρύχθηκε η Επανάσταση σχεδόν ταυτόχρονα σε όλο τον ελλαδικό χώρο. Είδαμε ήδη πως στη Συνέλευση της Βοστίτσας ο εντολοδόχος της Φ.Ε. Παπαφλέσσας βρέθηκε αντιμέτωπος με τις επιφυλάξεις ή ακόμα και την άρνηση πολλών κοτζαμπάσηδων να συμμετέχουν. Ομως η δυναμική που είχε αναπτύξει η Φιλική όλο το προηγούμενο διάστημα δεν κατέστη εφικτό να ανακοπεί. Ο μηχανισμός της κινητοποιήθηκε άμεσα και οι ζυμώσεις εντάθηκαν (εξασφαλίζοντας τη στήριξη και πολλών οπλαρχηγών, όπως του Κολοκοτρώνη, του Νικηταρά κ.ά.), όχι μόνο κατά των Τούρκων, αλλά και των κοτζαμπάσηδων που κωλυσιεργούσαν.46 Ο Χρ. Περραιβός αναφέρει χαρακτηριστικά: «Το πράγμα τέλος πάντων κατήντησεν εις τόσον βαθμόν ενθουσιασμού και συγχύσεως, ώστε και μύριας γλώσσας Δημοσθενικάς αν είχε μεταχειρισθή δια να καθησυχάσει την ορμήν των Ελλήνων, ου μόνον εκόπιαζε ματαίως, αλλ’ εκινδύνευεν ακόμη και η ζωή του επειδή τον ενόμιζον ως Τουρκολάτρην, και μάλιστα πολύ περισσότερον υπέκειντο εις τον κίνδυνον οι αρχιερείς και δημογέροντες ως συνεχίν σχέσιν έχοντες μετά των Τούρκων, αντιπρόσωποι όντες των επαρχιών»47.Ολη αυτή η κινητικότητα δεν ήταν δυνατό να ξεφύγει της προσοχής των οθωμανικών αρχών, οι οποίες, έχοντας και σχετικές πληροφορίες από τον πρόκριτο της Τριπολιτσάς Σ. Κουγιά, κάλεσαν κοτζαμπάσηδες και αρχιερείς να παρουσιαστούν στην πρωτεύουσα. Οι Φιλικοί αποφάσισαν να «σπρώξουν» τις εξελίξεις, ξεκινώντας τις εχθροπραξίες (15 Μάρτη), θέτοντας και τους μεν και τους δε προ τετελεσμένων γεγονότων: «Οι προύχοντες ήταν τώρα υποχρεωμένοι να πολεμήσουν για να σώσουν το κεφάλι τους»48.Η Επανάσταση εξαπλώθηκε αστραπιαία: πρώτος, σήκωσε τη σημαία της Επανάστασης ο Φιλικός Π. Καρατζάς στην Πάτρα στις 21 Μάρτη.49 Οι πρόκριτοι της Αχαΐας (Ζαΐμης, Λόντος κ.ά.) μαζί με τον Π. Π. Γερμανό εισήλθαν στην πόλη 3 ημέρες αργότερα και συγκροτώντας το Αχαϊκόν Διευθυντήριον επιχείρησαν να συγκεντρώσουν στα χέρια τους όλες τις εξουσίες.50 Εως τις 31 Μάρτη οι Τούρκοι είχαν περιοριστεί στην Τριπολιτσά και λίγα φρούρια. Στις 24 Μάρτη ξεκίνησε και η Επανάσταση στη Ρούμελη. Στις περιοχές όπου δε στερεώθηκε η Επανάσταση, καταλυτικό ρόλο έπαιξε η παθητική (άρνηση υποστήριξης) ή ενεργή (άμεση συνδρομή των οθωμανικών αρχών) αντεπαναστατική στάση προκρίτων και Εκκλησίας.51Δε θα αναφερθούμε με λεπτομέρειες σε γεγονότα και στρατιωτικές επιχειρήσεις, μιας και κάτι τέτοιο ξεφεύγει των σκοπών του παρόντος άρθρου. Θα σταθούμε μόνο στα σημεία που αναδεικνύουν την πορεία των ταξικών αντιθέσεων και συγκρούσεων κατά την Επανάσταση.Αποφασισμένοι να εξασφαλίσουν τα προνόμιά τους στις νέες επαναστατικές δομές οι κοτζαμπάσηδες προχώρησαν άμεσα στη συγκρότηση μιας σειράς τοπικών Αρχών, όπως το Αχαϊκόν Διευθυντήριον (που προαναφέραμε), η Κοινότης Ηλιδος και η Καγκελαρία του Αργους. Σε παράλληλες κινήσεις προέβησαν ταυτόχρονα οι δυνάμεις της Φιλικής (όπως η Γενική Φροντιστηριακή Εφορία στην Τριφυλία ή το Κονσολάτο στην Αργολίδα). Ομως ο συντονισμός και η διεξαγωγή του Αγώνα απαιτούσε την ύπαρξη μιας κεντρικής εξουσίας. Ετσι, θέλοντας να προλάβουν και την άφιξη του Δ. Υψηλάντη (που ερχόταν να αναλάβει την ηγεσία του Αγώνα εκ μέρους της Φ.Ε.), πρόκριτοι και Εκκλησία προχώρησαν στη σύσταση της Γερουσίας των Καλτετζών.Οι Φιλικοί αντέδρασαν έντονα, προπαγανδίζοντας την υιοθέτηση ενός φιλελεύθερου πολιτεύματος. Οι διαμαρτυρίες τους βρήκαν απήχηση στις τάξεις του λαού και του στρατού. Ενισχύθηκαν δε ακόμη περισσότερο από την άφιξη του Δ. Υψηλάντη, ο οποίος αρνούμενος να αναγνωρίσει την εξουσία της Γερουσίας αντιπρότεινε τη συγκρότηση ενός νέου σώματος, της Βουλής. Οι διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν βρέθηκαν σε αδιέξοδο, με τους κοτζαμπάσηδες (μαζί τους και πολλοί οπλαρχηγοί) να συσπειρώνονται μπροστά στο κίνδυνο να χάσουν τα προνόμιά τους. Λαός και στρατός όμως, ξεσηκωμένοι από τις ζυμώσεις της Φιλικής, κινήθηκε εναντίον τους και μόνο έπειτα από παρέμβαση του Θ. Κολοκοτρώνη κατάφεραν να σωθούν.52 Αναγκαζόμενοι σε υποχώρηση, αναγνώρισαν τον Δ. Υψηλάντη ως πρόεδρο της Γερουσίας.53 Μόνο μέσα στο έτος υπήρξαν 3 περιπτώσεις όπου οι κοτζαμπάσηδες απειλήθηκαν με φυσική εξόντωση έπειτα από εξέγερση (Βέρβαινα και Ζαράκοβα το καλοκαίρι του 1821 και Αργος το Δεκέμβρη του ίδι
Keywords
σκοπια, tweet, προβάλλει, επρεπε, δραση, εθνικη, αφυπνιση, τραπεζες, συμμετοχή, θεατρο, γαλλια, france, κερκυρα, κοζανη, υδρα, θούριος, νέα, συλληψεις, συνταγμα, σοι, ημών, αθηνα, βομβα mall, πλαισιο, ελλαδα, αλωση, επιρροή, ρωσία, κρητη, οφείλεται, εξελιξη, πατρα, άφιξη, βουλη, στρατος, καλοκαιρι, αργος, εθνικη τραπεζα, κινηση στους δρομους, βιβλια, γερμανος, υπουργειο εσωτερικων, δημοκρατικη συμμαχια, Πρώτη ημέρα του Καλοκαιριού, τραπεζα της ανατολης, Καλή Χρονιά, τελος του κοσμου, σχεδιο αθηνα, εκρηξη βοστωνη, η ζωη, κομματα, υψηλαντης, υιοθετηση, χωρες, ρωσία, το θεμα, αστυνομια, βλαχοι, γνωμη, γνωση, εδρα, εθνικη, εμπορικη, εφορια, ζαγοροχωρια, ηγεσια, ηττα, θαρρος, θεμα, κεα, μωαμεθ, νησια, οθωμανικη αυτοκρατορια, οικονομια, περιοδος, πηλιο, πλαισιο, προγραμμα, ρηγας, σπετσες, σωτηρια, υδρα, φλογα, φυτωρια, φυσικη, χιος, ψαρα, ψυχολογια, αγορα, αγροτικη, αυξηση, αρθρο, αιμα, αιωνας, αλωση, αμπελακια, απηχηση, απωλεια, αργος, άφιξη, βαλκανια, γαλλικη επανασταση, γεγονοτα, γεγονος, γινει, γινεται, διαστημα, δυναμη, δυνατοτητα, δημητσανα, δομη, δικτυα, υπαρχει, εκβαση, εκκλησια, εκμεταλλευση, εκρηξη, εκσταση, ελπιδα, εμμανουηλ, ενεργα, εν μερει, εννοια, εμφάνιση, εξελιξη, επιρροή, εποχη, επρεπε, επτανησα, εσωτερικων, εταιρια, ετος, ευθυνη, ευρωπη, εφημεριδα, ζαγορι, ζευγος, ζημια, ζωη, ζηση, εμποροι, ιδεα, ιδεες, ιδια, ιδιο, ημιν, ιμπραημ, ημών, υπηρεσια, υποθεση, ιγνατιος, ιδεολογια, καχυποψια, κεφαλαιο, κειμενο, κινηση, κυρια, κολοκοτρωνης, λεπτομερειες, λογια, λογο, μαδριτη, μαη, μακρια, ματια, μεσσηνια, μηνες, μολδαβια, μορφη, ναπολεων, ναυτιλια, νικη, προβάλλει, οθωμανικο, ορια, οφείλεται, παιδια, πεδιο, πειρατες, πηγη, πλοια, πρωταγωνιστες, ρηγα, ρηξη, ρολο, συγκεκριμενα, συνεχεια, συντομα, σειρα, συγκεντρωση, συμμετοχή, σικελια, σκαφη, σοι, σχεδιο, τμημα, τοκογλυφοι, φαναρι, φεουδαρχια, χρημα, αφυπνιση, ελληνικα, france, γερμανο, χωρα, ιδιαιτερα, η εφημεριδα, κειμενα, κλεφτες, κτηματα, μπροστα, οργανα, tweet, πληροφοριες, σημαια, τυρναβος, θεματα, υλικο, βεβαιως, βουνο, ξεκινησε, χερια
Τυχαία Θέματα