Ζεφύρι: Το Αθηναϊκό Μπρόνξ

Του Νίκου Νικητέα

Ρεπορτάζ που δημοσιεύθηκε το Δεκέμβριο του 2001 στο περιοδικό ΚΛΙΚ, με αφορμή τη δολοφονία του αθίγγανου Μαρίνου Χριστόπουλου στο Ζεφύρι από τον αστυνομικό Γιώργο Τυλιανάκη.

Το αθηναϊκό Μπρονξ, απέχει μόλις οκτώ χιλιόμετρα από το κέντρο της πόλης. Και οι ομοιότητες με το αμερικανικό προάστιο, εξαντλούνται στη φήμη τους… Άλλωστε το τελευταίο είναι παράδεισος στη θέα του γκέτο του Ζεφυρίου, στα δυτικά όρια του λεκανοπεδίου της Αττικής. Στα 1500 μέτρα έκτασης που καταλαμβάνει το Ζεφύρι, στεγάζεται μόνο ο Ζωολογικός κήπος

του Μπρονξ ή πιο σωστά το Διεθνές Πάρκο Προστασίας Άγριας Ζωής! Ενώ σύμφωνα με τους ταξιδιωτικούς οδηγούς, είναι το ιδανικότερο μέρος για να δει κανείς 4000 άγρια ζώα στο φυσικό τους περιβάλλον. Αντίθετα στο βόρειο τμήμα του Ζεφυρίου, που δεν υπάρχει σε κανέναν ταξιδιωτικό οδηγό, ζουν σε ημιάγριες συνθήκες περίπου 2500 με 3000 ψυχές τσιγγάνων. Επίσης ο ποταμός Ίστ που βρέχει το Μπρονξ, δεν έχει καμία σχέση με το ρέμα των Ευποιρίδων, που χωρίζει το νότιο από το βόρειο Ζεφύρι. Στο ρέμα που χωρίζει τον πολιτισμό από το τραγικό, θα δεις μπάζα, σκουπίδια, πεταμένα αντικείμενα, ποντίκια και στη βόρεια πλευρά του, παραγκόσπιτα, τάβλες αυτοσχέδιες με νάιλον και τσιμεντόλιθους για σπίτια, λασπόνερα και κουρέλια.

Νωρίς το απόγευμα η λεωφόρος Δημοκρατίας που συνδέει τους Αγ. Αναργύρους με το Μενίδι έχει πολύ κίνηση. Τα αυτοκίνητα πηγαίνουν σημειωτόν. Πεντακόσια μέτρα από τον κόμβο που οδηγεί στη Πάρνηθα, μια ταμπέλα με κατεύθυνση αριστερά, ενημερώνει τους οδηγούς ότι το Ζεφύρι απέχει μόλις ένα χιλιόμετρο. Οι οδηγίες για το πώς μπορεί κανείς να κινηθεί στην περιοχή, αποθαρρυντικές, «Μην πεις ότι είσαι δημοσιογράφος», «Μην πας μόνος σου», «Θα σου ζητήσουν χρήματα για οτιδήποτε ρωτήσεις», «Πήγαινε με ταξί ή λεωφορείο»… Μέσα στο περίπτερο επί της λεωφόρου Δημοκρατίας, δίπλα στην ταμπέλα που ενημερώνει τους οδηγούς για το Ζεφύρι, ένας χοντρός τύπος αξύριστος, φαίνεται να βαριέται. Αν πάρω τσιγάρα και κάτι άλλο, ίσως καταφέρω να πιάσω κουβέντα μαζί του, σκέφτομαι. Τον ρωτάω για τον Χριστόπουλο, τον τσιγγάνο που σκότωσε ο αστυνομικός με μια σφαίρα στο κεφάλι.

«Μη με ρωτάς τίποτα» απαντάει απότομα ο περιπτεράς. Επιχειρώ για δεύτερη φορά να ανοίξω κουβέντα μαζί του, «Μην ανακατεύεσαι ρε φίλε», ενώ φαίνεται να δείχνει περισσότερη προσοχή από πριν «Από ποια εφημερίδα είπαμε ότι είσαι» ρωτάει με ενδιαφέρον και συνεχίζει, «Άκου αγόρι μου, εδώ είναι γκέτο… δεν ξέρω ποιος τον σκότωσε και γιατί… αυτό που ξέρω είναι ότι η πολιτεία έχει εγκαταλείψει την περιοχή… φοβάσαι να περπατήσεις, κινδυνεύουν τα παιδιά μας. Εδώ έρχονται όσοι θέλουν να ψωνίσουν ναρκωτικά… βλέπω μικρά παιδιά που τους αφήνει το λεωφορείο στη στάση… Έχει τύχει να με ρωτήσουν και μένα πώς θα πάνε στους τσιγγάνους».

Μπαίνω στο αυτοκίνητο, ελέγχω το δρόμο και βγάζω αριστερό φλας. Περνάω απέναντι μέσα σε ένα στενό δρομάκι. Μια τεράστια λακκούβα γεμάτη νερά μου θυμίζει τον Κ. που έλεγε «Να έχεις τα μάτια σου τετρακόσια». Άραγε αυτό εννοούσε, όταν μέχρι την τελευταία στιγμή προσπαθούσε να με αποτρέψει να πάρω το αυτοκίνητο; «Θα το σπάσεις» μου έλεγε διαρκώς, όσο επέμενα ότι δεν με εξυπηρετεί το λεωφορείο ή το ταξί. Αργότερα κάποιοι αστυνομικοί του τμήματος Μενιδίου, μου εξήγησαν ότι «Οι τσιγγάνοι σπάνε τους δρόμους, για να μην μπαίνουμε με τα αυτοκίνητα και κάνουμε περιπολίες» και αμέσως μου λύθηκε η απορία!

Πιο κάτω σε ένα ξέφωτο δύο, τρεις οδηγοί λεωφορείων, δίπλα στα παρκαρισμένα αυτοκίνητα, πίνουν καφέ και συζητάνε για τις βάρδιες.
Εδώ θα φτάσεις με το 735 που έχει αφετηρία στη Στρατηγού Καλάρη, στα Πατήσια. Εξυπηρετούν όμως και οι γραμμές Α10 και Β10 από πλατεία Βάθης για Μενίδι. Κάθε μέρα σε αυτές τις γραμμές, έχουν δει πολλά τα μάτια τους… Ένας οδηγός σβήνει το τσιγάρο και θυμάται «Μια φορά που αστυνομικοί τού έκαναν νόημα να σταματήσει για να κάνουν έλεγχο μεταξύ των επιβατών»! «Είναι συνηθισμένο φαινόμενο» λέει κάποιος άλλος, «Ξέρουν ότι πολλοί και μάλιστα νεαροί επιβάτες, έρχονται μέχρι εδώ για να πάρουν ναρκωτικά… και ‘μεις τους ξέρουμε». «Τότε» συνεχίζει ο πρώτος οδηγός, «Μου έκαναν νόημα, σταμάτησα, ανέβηκαν επάνω, και κατέβασαν τρία ή τέσσερα παιδιά για να τους κάνουν σωματικό έλεγχο». «Ναι μόνο αυτό ξέρουν να κάνουν» διακόπτει ένας άλλος οδηγός, «Να πιάσουν αυτούς που τα πουλάνε, όχι τα παιδάκια». Μια γυναίκα που είναι έτοιμη να επιβιβαστεί στο λεωφορείο, ακούει την κουβέντα μας και κοντοστέκεται «Τις προάλλες έκλεψαν 300.000 της κουνιάδας μου, μέρα μεσημέρι, δύο τσιγγάνοι με μηχανή τής άρπαξαν την τσάντα. Κινδυνεύουμε το καταλαβαίνετε» φωνάζει αγανακτισμένη «Φοβόμαστε να κυκλοφορήσουμε, φοβόμαστε το καλοκαίρι να κάτσουμε στη βεράντα του σπιτιού μας… κυκλοφοράνε με πιστόλια στους δρόμους… τα εγγόνια μου ξέρεις πόσες φορές έχουν παραπονεθεί στον πατέρα τους, ότι τους πλησιάζουν τσιγγάνοι να αγοράσουν χασίς… και άμα δεν πάρεις σε απειλούν… Γιατί δεν κάνει κάτι το κράτος, να τους διώξει από ΄δω»;

Όσο περνάει η ώρα και πέφτει το σκοτάδι, δεν βλέπεις να κυκλοφορούν πεζοί. Μόνο κάποια αυτοκίνητα και ορισμένα ταξί κινούνται στους σπασμένους δρόμους. Στο κεντρικό δρόμο του Ζεφυρίου, Παναγίας Γρηγορούσης πρέπει να είσαι πολύ προσεκτικός, κάποια τρακαρισμένα αγροτικά πετάγονται με ιλιγγιώδη ταχύτητα από τα στενά. Είναι τρομακτικά και παντού γύρω σου νιώθεις το φόβο. Δεν ήταν πάντα έτσι. Και πιθανόν κανείς δεν μπόρεσε να προβλέψει αυτήν την εξέλιξη… Το Ζεφύρι να μετατραπεί στο μεγαλύτερο κέντρο διακίνησης ναρκωτικών στη χώρα και ο Δήμος να είναι όμηρος των συμμοριών που δρουν στην περιοχή. Οι καθημερινοί πυροβολισμοί, οι κλοπές, η αγοραπωλησία ναρκωτικών, οι βιασμοί και οι ξυλοδαρμοί είναι συνηθισμένο φαινόμενο. «Αυτό έγινε επειδή οι αλλοδαποί έφεραν φθηνά ναρκωτικά και όπλα στην περιοχή» λένε οι κάτοικοι. «Μόλις νυχτώσει καμία γυναίκα δεν μπορεί να κυκλοφορήσει, ούτε και τα παιδιά» λέει μια νεαρή κοπέλα που δουλεύει σε ψιλικατζίδικο, «Θυμάμαι» συνεχίζει «πέρυσι το καλοκαίρι μια φίλη μου την ξυλοκόπησαν και παραλίγο να τη βιάσουν… οι οποίοι ήταν μάλλον αλβανοί τσιγγάνοι, επειδή σταμάτησε να τους εξυπηρετήσει όταν τη ρώτησαν για κάποιο δρόμο… τότε της επιτέθηκαν να της πάρουν την τσάντα και αυτή αντιστάθηκε».

Πώς έφθασαν όμως τα πράγματα ως εδώ; «Όλη αυτή η περιοχή ήταν χωράφια» μας λέει ένας ηλικιωμένος, «Μενιδιάτες ήταν όλοι και από τα Λιόσια, τότε (εννοεί δεκαετία ’50), ερχόταν κόσμος και ζητούσε δουλειά, μεροκάματο, σε οικοδομές ή οπουδήποτε αλλού. Και τότε υπήρχαν τσιγγάνοι, όχι όμως το κακό που είναι σήμερα». Και πράγματι έτσι ήταν, στο βόρειο τμήμα του Ζεφυρίου από τη δεκαετία του ’50 ακόμη, υπήρχαν τσιγγάνοι. Ήταν περαστικοί όμως, έμεναν κάποιους μήνες και μετά έφευγαν. «Δεν ενοχλούσαν κανέναν» λέει χαμογελώντας ο ηλικιωμένος συνομιλητής μας. Η περιοχή άρχισε να αλλάζει και μετατράπηκε σε κοινότητα στα τέλη της δεκαετίας του ’60, όταν απέκτησε ρεύμα. Έτσι σιγά – σιγά, δίπλα στους κατοίκους του Ζεφυρίου όλα εκείνα τα χρόνια, αναπτυσσόταν και η κοινότητα των τσιγγάνων που συγκατοικούσε αρμονικά με τους υπόλοιπους. Είχαν τις δουλειές τους, τα σπίτια τους, ήταν ήσυχοι άνθρωποι ακολουθούσαν τα έθιμά τους και φυσικά δεν είχαν καμία σχέση με ναρκωτικά ή όπλα. Όλα ξεκίνησαν πολύ αργότερα. Καθώς όμως, ο πληθυσμός αυξανόταν το Ζεφύρι από κοινότητα έγινε δήμος, και από 5000 κατοίκους που είχε στις αρχές της δεκαετίας του ’80 σήμερα πλησιάζει τις 10.000.

Ο κυρ’ Παναγιώτης μένει στην περιοχή πάνω από 60 χρόνια, «Παιδάκι ήμουν και γέρασα» λέει δείχνοντας τα άσπρα μαλλιά του. «Όσα χρόνια θυμάμαι, δεν είχαμε ποτέ πρόβλημα με τους τσιγγάνους, τώρα τελευταία γίνανε όλα… τι να σου κάνει και η αστυνομία. Έχουμε κλειστεί στα σπίτια μας, φοβόμαστε με τόσα που γίνονται… ναρκωτικά πουλάνε, βλέπεις νέα παιδιά σωριασμένα στο δρόμο… μέχρι και όπλα, όλη τη μέρα εχθές πυροβολούσαν… θα ήρθε καινούργιο πράμα».

Το Ζεφύρι άρχισε να αλλάζει όπως λένε όλοι μετά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις που έκανε η αστυνομία στο τσιγγάνικο καταυλισμό στον Ασπρόπυργο. Τότε ανάγκασε πολλούς τσιγγάνους να βρουν καταφύγιο εδώ «Αυτοί έφεραν τα ναρκωτικά αγόρι μου, τούτοι εδώ ήταν πιο ήσυχοι, είχαν τις δουλειές τους, δεν πείραζαν κανέναν» συνεχίζει ο κυρ’ Παναγιώτης.

Οι τσιγγάνοι του Ασπρόπυργου έναν τρόπο ήξεραν για να βγάζουν χρήματα, τα ναρκωτικά και αυτό τον τρόπο τον μετέφεραν μαζί τους και τον έμαθαν και στους υπόλοιπους. Στη συνέχεια ακολούθησαν τα γεγονότα στην Αλβανία και το άνοιγμα των συνόρων, όπου κύματα αλβανών τσιγγάνων – εκ των οποίων πολλοί βαρύνονταν με ποινικά αδικήματα στη χώρα τους, βρήκαν καταφύγιο στο Ζεφύρι. Έτσι πλέον ανοίχτηκε ένας μόνιμος δίαυλος τροφοδοσίας της περιοχής με ναρκωτικά όλων των ειδών, ενώ ταυτόχρονα καθιέρωσαν και το εμπόριο όπλων. «Τα καλάσνικοφ πωλούνται με το κιλό στο Ζεφύρι» σύμφωνα με τη μαρτυρία αστυνομικού οργάνου.

Οι κάτοικοι πλέον εγκαταλείπουν τα σπίτια τους, τα πουλάνε για να φύγουν. Ο Σπύρος που παρακολουθεί την κουβέντα μας λέει εξοργισμένος «Έχω δύο παιδιά, πάνε στο σχολείο και κάθε μέρα μου λένε ότι έρχονται νεαρά άτομα να τους πουλήσουν ναρκωτικά… τι να κάνω, έχω ξεκινήσει να ψάχνω για σπίτι στην Πετρούπολη ή στο Περιστέρι, θα φύγω δεν πάει άλλο».

Σε μια έκταση 1500 τετραγωνικών μέτρων στο βόρειο τμήμα του Ζεφυρίου, όσο ακριβώς καταλαμβάνει ο ζωολογικός κήπος του Μπρονξ, ζουν κάτω από άθλιες συνθήκες περίπου 3000 τσιγγάνοι. Αντί για σπίτια έχουν παράγκες, από νάιλον και ξύλα. Αντί για δρόμους με άσφαλτο, έχουν χωματόδρομους με λασπόνερα. Στα λίγα τετραγωνικά της παράγκας ζουν πολυμελείς οικογένειες. Δεν βλέπεις όμως, ούτε ρούχα απλωμένα, ούτε ανθρώπους… μόνο νιώθεις ότι κάτι δεν πάει καλά. Στο ελάχιστο φως που υπάρχει, παρατηρώ έξω από ορισμένες παράγκες, κόκκινες κορδέλες (αργότερα έμαθα ότι πρόκειται για σημάδι ότι εδώ πωλούνται ναρκωτικά). Ο οίκτος υποχωρεί όσο δεν βλέπω και δεν ακούω τίποτα. Όλα γύρω είναι τρομακτικά.

Το μικρό στενάκι που διασχίζω, κακοτράχαλο και θεοσκότεινο. Οι λακκούβες και οι λάσπες έχουν μετατρέψει το 106 σε 4Χ4, ενώ οι αναταράξεις προκαλούν σεισμικές δονήσεις μεγέθους εφτά ρίχτερ! Ο δρόμος με οδηγεί σε μια αλάνα, γύρω – γύρω, μικρά δωματιάκια από τσιμεντόλιθους, αλλά και αυτοσχέδιες παράγκες. Όλα σκοτεινά. Αποκλείεται να μένει άνθρωπος σε αυτά, σκέφτομαι! Μια στραβιά ξύλινη κολώνα της ΔΕΗ στο πάνω μέρος της αλάνας, φωτίζει έναν χωμάτινο όγκο… Νιώθω μια πίεση στο στήθος και η καρδιά μου χτυπάει δυνατά. Η ασφάλεια που μου παρέχει το αυτοκίνητο δεν μου είναι αρκετή. Παρόλα αυτά ανοίγω ένα δάκτυλο το παράθυρο, να μπει καθαρός αέρας. Η σιωπή που επικρατεί, σε συνδυασμό με το τοπίο, βαρύνει περισσότερο την ατμόσφαιρα. Ούτε ένας άνθρωπος δεν φαίνεται ούτε ένα σκυλί δεν γαβγίζει.

Πριν καταλάβω πού βρίσκομαι, έχουν μαζευτεί γύρω από το αυτοκίνητο 6 ή 7 τσιγγάνοι. Τα περισσότερα είναι παιδιά, όχι όμως σαν αυτά που συναντάμε στην πόλη. Ακουμπούν το αυτοκίνητο, δύο από αυτά έχουν σταθεί μπροστά στο καπό, «Θέλεις να ψωνίσεις» ρωτάει το ένα, «Φίλε θέλεις να φτιάξεις κεφάλι» φωνάζει ο άλλος, «Έχω καλές μπάμιες» ακούω έναν άλλον («μπάμιες» λένε την ελληνική φούντα)! Κουνάω αρνητικά το κεφάλι… ενώ μου κάνουν νόημα να ανοίξω το παράθυρο. «Φοβάσαι» ρωτάει ένας τσιγγάνος ακριβώς δίπλα μου. Κάνω το λάθος και ανοίγω όλο το παράθυρο. Είμαι δημοσιογράφος λέω και κάνω μια έρευνα… δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω τη φράση μου, και νιώθω τον κλοιό να στενεύει επικίνδυνα. Τους ακούω να μιλάνε στη γλώσσα τους. Έχω αρχίσει να ζαλίζομαι, μου μιλούν όλοι μαζί και μου κάνουν ερωτήσεις. «Από ποιο κανάλι είσαι», «Πού είναι η κάμερα, το συνεργείο»… Ανοίγω την πόρτα να βγω έξω, κάποιοι με «βοηθούν» να την ανοίξω και την τραβάνε βίαια… Είμαι έξω από το αυτοκίνητο και με έχουν περικυκλώσει τρεις τέσσερις, κάποιοι πιο θερμόαιμοι αρχίζουν να με σπρώχνουν, να βρίζουν, «Σήκω φύγε…», «Είναι δημοσιογράφος άστον», «Σιγά μην είναι δημοσιογράφος», «Δείξε την ταυτότητά σου». Ένας από αυτούς βγάζει όπλο! Φοβάμαι πολύ. Δεν έχω καταλάβει πώς ξέφυγε η κατάσταση! Δεν ξέρω, ούτε τι να κάνω ούτε πώς θα ξεμπερδέψω. Οι άλλοι όταν βλέπουν το όπλο, αρχίζουν να τον γιουχάρουν. Προφανώς βλέπουν το φόβο ζωγραφισμένο στο πρόσωπό μου, έχουν αρχίσει να τρέμουν και τα χέρια μου… Ξαφνικά τους νιώθω πιο φιλικούς, «Φίλε σήκω φύγε και μην ξαναπατήσεις εδώ». Η καρδιά μου πάει να σπάσει και από τα διπλανά παραπήγματα έχουν βγει έξω να δουν τι συμβαίνει, φωνάζουν, δεν καταλαβαίνω όμως τι λένε… απλά, νιώθω ότι κάποιοι ήθελαν να τελειώσει εκεί η φάση, ενώ ορισμένοι άλλοι είχαν διάθεση να συνεχίσουν. Για καλή μου τύχη επικρατούν οι ψυχραιμότεροι και η κατάσταση αρχίζει να εκτονώνεται. Από τα λεγόμενα των τελευταίων, καταλαβαίνω ότι με πέρασαν για ασφαλίτη! Όλη η ιστορία τελικά μου κόστισε ένα κινητό τηλέφωνο και δύο cd των Sonic Youth που είχα στο κάθισμα του συνοδηγού!

Σε όσους διηγήθηκα το περιστατικό, γέλασαν και όλοι μου είπαν μικρό το κακό. Η εγκληματικότητα στο Ζεφύρι δεν εξαντλείται σε μικροκλοπές τέτοιου είδους… Οι κάτοικοι της περιοχής και αυτοί που γειτνιάζουν με τον καταυλισμό των τσιγγάνων στο βόρειο τμήμα, αλλά και οι κάτοικοι του Μενιδίου, είναι οργισμένοι και έχουν να διηγηθούν πολύ πιο άγρια περιστατικά. Κυρίως, τα βάζουν με όλους και με όλα για το εμπόριο ναρκωτικών ουσιών που γίνεται από το πρωί έως το βράδυ, δίπλα στα σπίτια τους. Για τους πυροβολισμούς που είναι μόνιμο φαινόμενο. Για τα παιδιά που βρίσκουν νεκρά από υπερβολική δόση. Η αγοραπωλησία ναρκωτικών είναι μια διαδικασία αέναη στους τσιγγάνικους καταυλισμούς. Το εμπόριο χασίς, κοκαΐνης και ηρωίνης λειτουργεί όλη τη διάρκεια του 24ώρου. «Μέρα μεσημέρι» διηγείται κάποιος κάτοικος της περιοχής «Έρχονται εδώ από όλες τις περιοχές της Αθήνας, να ψωνίσουν ναρκωτικά. Δεν τους ενδιαφέρει αν τους βλέπουμε… που μαζί με μας τους βλέπουν και τα παιδιά μας».

Στο αθηναϊκό Μπρόνξ μπορείς να βρεις τα πάντα και σε καλή τιμή! «Οι τσιγγάνοι είναι φιλότιμοι» μας λέει ο Γιάννης που ψωνίζει από το Ζεφύρι όταν ξεμένει η «άκρη» του. «Με ένα δεκαρικάκι παίρνεις δέκα τζι… αλβανική φούντα αλλά καλή… Δεν υπάρχει φορά που να έχω έρθει να ψωνίσω και να μην με κεράσουν»! Ο Γιάννης μένει Γκύζη, τα τελευταία τρία χρόνια είναι χρήστης και έρχεται στο Ζεφύρι, όταν δεν βρίσκει αλλού χασίς. Συνήθως ανεβαίνει με το λεωφορείο ή με έναν φίλο του που έχει μηχανάκι. Η κόκκινη κορδέλα έξω από τις παράγκες είναι το σήμα ότι πωλούνται ναρκωτικά. Ενώ όταν ακούγονται πυροβολισμοί, σημαίνει ότι ήρθε καινούργιο «πράμα» στον καταυλισμό. «Οι τιμές είναι πολύ χαμηλές σε σχέση με αυτές που βρίσκεις στο κέντρο» μας λέει ο Κώστας που γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα στην περιοχή, «Στο Ζεφύρι μπορείς να βρεις φούντα με 1000, το πολύ μέχρι 1500 το γραμμάριο, κόκα μπορώ να σου βρω και με 20.000, “ζου” (εννοεί ηρωίνη) με 4 και 5 χιλιάδες… βρίσκεις και χάπια… αλλά δεν έχουν μεγάλη ζήτηση».

Το Ζεφύρι δεν μοιάζει με καμία περιοχή της Αθήνας. Η αυξημένη εγκληματικότητα έχει μεταμορφώσει τον οικισμό σε γκρίζα ζώνη, σε πόλη των παρανόμων. Ακόμα και οι ίδιοι οι τσιγγάνοι, πολλοί από τους οποίους έχουν μια κανονική ζωή όπως όλος ο κόσμος, φοβούνται τους ομόφυλούς τους, γιατί επικρατεί ο νόμος των όπλων και το δίκιο του ισχυρού. Δύο με τρεις συμμορίες ελέγχουν όλη την περιοχή. Χαρακτηριστική είναι η αποστροφή του Θόδωρου Πάγκαλου από σχετικό άρθρο του στην εφημερίδα, Τα Νέα: αφού παραδέχεται ότι οι τσιγγάνοι οπλοφορούν νόμιμα… συνεχίζει λέγοντας, «ολόκληρες γειτονιές είναι κάτω από τον έλεγχο των συμμοριών που εμπορεύονται ναρκωτικά και όπλα»!

Ο Κώστας που τους ξέρει καλά συμφωνεί, «Όλοι κυκλοφορούν με καλάσνικοφ… τα έφεραν αλβανοί και ρώσοι… στο Μενίδι τα τελευταία χρόνια έχουν σκάσει μύτη εκατοντάδες από την πρώην Σοβιετική Ένωση… Στην αστυνομία είναι γνωστό ότι στην περιοχή δρα ρώσικη μαφία». Ο Κώστας όμως είναι αποκαλυπτικός και ως προς τον τρόπο διακίνησης των ναρκωτικών, «Πιτσιρικάδες χρεώνονται μια ποσότητα φούντας που πρέπει να την πουλήσουν» διακόπτει όμως απότομα και μας ζητάει να δείξουμε κατανόηση – πράγμα που γίνεται – «Δεν μπορώ να μιλήσω περισσότερο γι αυτό το θέμα… Το μόνο που μπορώ να σου πω ακόμη, επειδή με ρώτησες πριν, για βαποράκια και τέτοια… δεν υπάρχουν ηλικίες, ξεκινάνε από 7 χρονών μέχρι 77»!

Την Μαρία τη συναντήσαμε στο βενζινάδικο της Εθνικής Αντιστάσεως, «Έχω δει με τα μάτια μου να ξεφορτώνουν φορτηγό με δέματα στον καταυλισμό μέρα μεσημέρι, δεν φοβούνται τίποτα και κανέναν, είναι ξέφραγο αμπέλι… μην την ψάχνεις» λέει με μια κίνηση του χεριού που υπονοεί ότι τα έχει δει όλα στη ζωή της! «Δεν υπάρχει περίπτωση να κυκλοφορήσεις μόνη σου στο δρόμο, κινδυνεύεις».

Ο Γιάννης από Γκύζη, θυμάται την πρώτη φορά που πήγε στο Ζεφύρι με έναν φίλο του με αυτοκίνητο, «Δεν ήξερα πού πάμε, δεν είχα ιδέα… είχα όμως, εμπιστοσύνη στον Α. ήξερα ότι θα βρει καλή φούντα και δεν θα ξεμείνουμε. Είχα ακούσει για Ζεφύρι, αλλά δεν το είχα πιάσει καλά… Αυτός τότε έμενε στην Ανάκασα, μέχρι εκεί γνώριζα το δρόμο, άντε και λίγο από Αγίους (εννοεί τους Αγ. Αναργύρους), μετά μπήκαμε σε κάτι στενά – ήταν βράδυ, περάσαμε κάτι γεφυράκια, λάσπες, χώματα… το κεφάλι μου χτύπαγε συνέχεια στον ουρανό του αυτοκινήτου… είναι αλήθεια ότι φοβόμουν λίγο, αλλά είχα εμπιστοσύνη στον Α. αυτός τα ήξερε καλά… δεν πήγαμε σε παράγκα, αλλά σε σπίτι, σταματήσαμε απέξω το αυτοκίνητο και μου είπε να κατέβω και ‘γω μαζί του. Η πρώτη εμπειρία ήταν συγκλονιστική, γιατί μπαίνοντας στο σπίτι μέσα ήταν δύο μπάτσοι με στολή! Χέστηκα… ο Α. μου είπε ότι δεν υπάρχει πρόβλημα, αναγκάστηκα να το δεχθώ… πάντως εμείς θυμάμαι ψωνίσαμε μια πενηντάρα και αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι ο γύφτος μας το έδωσε σε σακουλάκια των 5 χιλιάδων… καταλαβαίνεις πόσα ήταν, δεν ήξερα πού να τα βάλω… έτρεμα και με τους μπάτσους δίπλα μου… θυμάμαι δεν σήκωσα το κεφάλι να τους κοιτάξω ούτε μια στιγμή»!

Μπορεί να ντρέπονται και να νιώθουν άσχημα όταν ακούν τέτοια περιστατικά, αλλά σε προσωπικές συζητήσεις που κάναμε με αστυνομικούς του Πολυδύναμου Μενιδίου, παραδέχονται ότι συμβαίνουν κι αυτά τα φαινόμενα, «Έχουν περιοριστεί πολύ όμως, γιατί ο Χρυσοχοίδης δεν αστειεύεται τους καθάρισε όλους» υποστηρίζουν οι περισσότεροι. Είναι γεγονός ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει, μετά το ξήλωμα της πλειοψηφίας του προσωπικού του αστυνομικού τμήματος Μενιδίου. Επίσης η δημιουργία – λίγους μήνες πριν, του νέου αστυνομικού τμήματος Ζεφυρίου, «Έχει βάλει τα πράγματα σε μια σειρά» παραδέχονται. Οι κάτοικοι γνωρίζουν την κατάσταση, γι αυτό είναι επιεικείς με την αστυνομία, «Τι να κάνει και η αστυνομία, το πρόβλημα δεν είναι μόνο της αστυνομίας» λέει ένας κάτοικος της περιοχής. Οι περισσότερες παρατηρήσεις των κατοίκων για την αστυνομία είναι αυτονόητες, «Τα μπλόκα της αστυνομίας είναι γνωστά σε όλους… είναι κοινό μυστικό… όλοι όσοι έρχονται να ψωνίσουν, κάνουν πρώτα μια διερευνητική βόλτα και μετά μπαίνουν στον καταυλισμό… άσε που όλο τους χρήστες πιάνουν, γιατί δεν συλλαμβάνουν ποτέ αυτούς που τα πουλάνε;» αναρωτιέται κάποιος άλλος κάτοικος της περιοχής.

Ωστόσο η εγκληματικότητα υφίσταται, ο φόβος εξακολουθεί να βασιλεύει στην περιοχή και οι κάτοικοι να παραμένουν κλεισμένοι στα σπίτια τους. «Δεν είμαστε ρατσιστές αλλά εκεί είναι γκέτο» θα μας πει ο φρουρός του αστυνομικού τμήματος Μενιδίου. «Οι τσιγγάνοι κακοποιούν ανήλικους χρήστες» λέει ένας άλλος συνάδελφός του. Καθόμαστε έξω από το Πολυδύναμο Μενιδίου, ένα καθημερινό χειμωνιάτικο βράδυ και ο αριθμός των προσαγωγών είναι απίστευτος, όλοι τους είναι τσιγγάνοι. «Είναι πολύ επικίνδυνα από τότε που μπήκαν αλβανοί στον καταυλισμό, πουλάνε ναρκωτικά, όπλα ό,τι θέλεις» λέει ο νεαρός αστυνομικός των ειδικών δυνάμεων. «Δεν πιστεύω να έχεις κασετοφωνάκι και να με γράφεις» διακόπτει την κουβέντα μας καχύποπτα και συνεχίζει «Εμείς αποφεύγουμε να πηγαίνουμε για να μην οξύνονται τα πνεύματα… καλύτερη δουλειά κάνουν οι συνάδελφοι της ασφάλειας». Πετάγεται ένας άλλος μέσα από την κλούβα που είναι παρκαρισμένη έξω από το Πολυδύναμο Μενιδίου «Να τα γράψεις όπως τα δεις… και μην κατηγορείτε συνέχεια την αστυνομία. Σαν τον Ευαγγελάτο που μας έβριζε και την προηγούμενη μέρα, τσιγγάνοι είχαν σαπίσει στο ξύλο τον ξαδελφό του»!

Στρίβω αριστερά σε ένα στενό που βγάζει στην κεντρική λεωφόρο. Είμαι αρκετά σοκαρισμένος ακόμη (άλλωστε μόλις έχω διαπιστώσει την απώλεια του κινητού και των δύο cd). Τα φώτα της λεωφόρου απέναντί μου είναι ο πολιτισμός, είναι η σωτηρία μου, είναι αυτό που χρειάζομαι εκείνη τη στιγμή. Σταματάω στο Stop, κοιτάω αριστερά μετά δεξιά και περιμένω να περάσω απέναντι. Αναβοσβήνω τα φώτα του αυτοκινήτου, για να με αφήσουν να περάσω, κανείς όμως δεν σταματάει. Δοκιμάζω να βγω λίγο και αμέσως δέχομαι τα κορναρίσματα και τις σηκωμένες ανοιχτές παλάμες των οδηγών. Στέκομαι τυχερός (!) και κάποια στιγμή καταφέρνω να περάσω απέναντι. Η λεωφόρος Δημοκρατίας έχει πολύ κίνηση ακόμη. Πηγαίνουμε όλοι σημειωτόν, πρώτη-δευτέρα, συμπλέκτης – γκάζι… κουράστηκα, ξενέρωσα… αυτό ήταν, αναρωτιέμαι; Βγάζω αριστερό φλας και ξαναμπαίνω στον οικισμό! Κάτι με έσπρωχνε να κάνω μια τελευταία βόλτα στο αθηναϊκό Μπρονξ!

Ακολουθώ άλλη διαδρομή αυτή τη φορά, πάλι όμως χωματόδρομος, πάλι τεράστιες λακκούβες, περισσότερη όμως βλάστηση και κάποια παραπήγματα που μοιάζουν περισσότερο με σπίτια. Έχουν αυλή, λίγες γλάστρες, με απλωμένα ρούχα που δίνουν την αίσθηση κανονικής ζωής. Πιο κάτω ένα αμυδρό κίτρινο φως βγαίνει από ένα παράθυρο, κοιτάω διακριτικά μέσα και βλέπω μια ηλικιωμένη γυναίκα να κάθεται στο πάτωμα και δίπλα της δύο μικρά παιδιά. Δεν φαινόντουσαν αντικείμενα ούτε έπιπλα. Απέξω είναι παρκαρισμένο ένα λευκό βαν. Ένας ψηλός μελαχρινός αξύριστος άντρας που ανοίγει την πόρτα εκείνη τη στιγμή, με ρωτάει αν θέλω κάτι. Αρχίζουμε να συζητάμε για το Χριστόπουλο, το παιδί που σκότωσε ο αστυνομικός πριν ένα μήνα. «Η γυναίκα του είναι ξαδέλφη μου» λέει, «Τσάμπα το έφαγε το παλικάρι ο πούστης… εμείς εδώ ρε φίλε δεν ζητάμε τίποτα, τα στοιχειώδη όπως τα λέτε και ‘σεις! Πάμε σχολείο μας διώχνουν, πάμε στο στρατό μας λένε γύφτους… τα παιδιά μας δεν μαθαίνουν γράμματα, πώς να βγάλουν δίπλωμα αυτοκινήτου μετά… Ο Ζέρβας (Απ. Ζέρβας, Δήμαρχος Ζεφυρίου) δεν μας παίρνει στις δουλειές… δεν έχουμε βοήθεια από πουθενά, τα παιδιά μας πολλές φορές δεν έχουν να φάνε… πρέπει όλοι να πουλάμε ναρκωτικά; Ούτε νερό να πλυθούμε δεν έχουμε, ζούμε μαζί με τα ποντίκια… μόνο προεκλογικά μας θυμούνται… είναι γκέτο λέει, αλλά δεν κάνουν κάτι να το αλλάξουν, γιατί εμείς δεν φοβόμαστε νομίζεις… η αστυνομία δεν πάει να τους πιάσει, λες και δεν ξέρει ποιοι πουλάνε τα ναρκωτικά, μόνο εμάς ξέρει να ξεφτιλίζει και να μας κάνει έλεγχο μπροστά στα παιδιά μας. Δεν έχουμε πρόβλημα με την αστυνομία, αλλά να μας φέρονται ισότιμα… αυτή είναι η δημοκρατία τους, να ζούμε στις λάσπες στα σκουπίδια μαζί με τα ποντίκια, σαν τα ζώα;».

Έχω μπει στο αυτοκίνητο και σκέφτομαι τα λόγια του ψηλού αξύριστου τσιγγάνου όση ώρα περιπλανιέμαι στους χωματόδρομους. Μου άρεσαν αυτά που άκουσα, ανακουφίστηκα μετά από όσα είχα περάσει από ομόφυλούς του… πάντα όμως θα υπάρχουν οι καλοί και οι κακοί σκέφτομαι.

The post Ζεφύρι: Το Αθηναϊκό Μπρόνξ appeared first on Enimerosi24.

Keywords
ζεφυρι, ταξι, αξύριστος, καλοκαιρι, νέα, περιστερι, φως, δεη, sonic, youth, αθηνα, σημαίνει, υφίσταται, βαν, enimerosi24, κινηση στους δρομους, γιωργος φουντας, εφημεριδα δημοκρατια, καθαρα δευτερα, παγκόσμια ημέρα της γυναίκας 2012, Πρώτη ημέρα του Καλοκαιριού, δεη διακοπες ρευματος, διακοπες δεη, στρατος, Καλή Χρονιά, φθηνα ρουχα, μπλοκα αγροτων, αμα, αστυνομικο τμημα, γωγω τσαμπα, ητανε μια φορα, enimerosi24, δυνατα, ψιλικατζιδικο, αλβανια, αστυνομια, αυτοκινητα, αυτοκινητο, γυναικα, δημοκρατια, δουλεια, εγκληματικοτητα, επιπλα, ζωα, κηπος, ναρκωτικα, ξυλο, ομηρος, πιεση, ρουχα, σφαιρα, σωτηρια, τα νεα, τηλεφωνο, τυχη, φως, ωρα, αρθρο, αλβανοι, ανθρωπος, αξύριστος, απλα, απωλεια, ατμοσφαιρα, αφορμη, βγαινει, βοηθεια, βορεια, βραδυ, βρισκεις, γεγονοτα, γεγονος, γινεται, γυφτος, γκετο, γκυζη, γλαστρες, γλωσσα, δευτερα, δημος, δειχνει, δρομος, διπλωμα, εγινε, εθιμα, ειπαν, ειπε, υπαρχει, ερχεται, ερχονται, εφημεριδα, ζερβας, ζωη, ζωης, ζωνη, ζωολογικος κηπος, υπηρχαν, υφίσταται, θεα, θυμιζει, κυματα, κινητο, κινηση, λαθος, λεωφορειο, λεωφορος, λιοσια, λογια, μαλλια, ματια, μενιδι, μηνες, μικρο, μπορεις, μαρια, μυτη, νερο, νοημα, ξεφωτο, ξυλα, παντα, οδηγος, οκτω, ορια, παιδι, παιδια, παμε, περιβαλλον, πετρουπολη, πιστολια, πολιτεια, πορτα, πρωι, ρευμα, σηκω, συνεχεια, σιωπη, σπιτι, σπιτια, σχολειο, ταυτοτητα, τυπος, τμημα, τρια, τσιγαρο, τσιγαρα, φθηνα, φυγε, φιλε, φυσικα, φυσικο, φοβος, φοβασαι, φουντα, φημη, φορα, χρυσοχοιδης, ψηλος, αγορι, ασφαλεια, αυλη, βαν, δικιο, δουλειες, ειπαμε, ερωτησεις, ετοιμη, χωρα, οικτος, κοπελα, καρδια, κωστας, λευκο, μοιαζει, μπροστα, νιωθεις, οδηγοι, ποντικια, sonic, σημαίνει, σημα, σπυρος, τυχερος, χερια, χοντρος, youth, ψυχες
Τυχαία Θέματα