ΠτΔ: Αυτό που θέλει ο λαός δεν είναι ψευδείς προσδοκίες

Χαιρετισμό απηύθυνε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, στα Εγκαίνια του Πάρκου Αγωνιστών ΕΟΚΑ 1955-‘59 στην Ξυλοτύμπου.

Αυτούσιος ο χαιρετισμός

Είναι με αισθήματα υπερηφάνειας που παρευρίσκομαι σήμερα εδώ, για να τιμήσω, τελώντας τα εγκαίνια του πάρκου Ξυλοτυμπιωτών αγωνιστών της ΕΟΚΑ 1955-‘59, την πίστη στην ελευθερία

και τη γενναιότητα που επέδειξαν οι κάτοικοι της Ξυλοτύμπου αγωνιζόμενοι κατά τη διάρκεια του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ το 1955-‘59.

Οι κάτοικοι της κοινότητας, πιστοί στα ανώτερα διαχρονικά πατριωτικά και ηθικά ιδανικά και διαπνεόμενοι από τις πανανθρώπινες οικουμενικές αξίες της δικαιοσύνης και της ελευθερίας, βρέθηκαν παρόντες σε κάθε μεγάλη εθνική περίσταση συμμετέχοντας σε όλους τους Αγώνες για την κατάκτηση τόσο της Εθνικής όσο και Παγκόσμιας ελευθερίας.

Αναλόγως ένθερμη, αλλά και μαζική ήταν η συμμετοχή τους στο κάλεσμα του πολιτικού και του στρατιωτικού αρχηγού της ΕΟΚΑ, Εθνάρχη Μακαρίου και αρχηγού Διγενή θεωρώντας επιτακτικό καθήκον και ιερό χρέος, συνδράμοντας ενεργά στην προετοιμασία και διεξαγωγή του αγώνα για την αποτίναξη του αγγλικού ζυγού.

Πρωτοστατώντας στον απελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ, τόσο με την ένοπλη τους δράση όσο και μέσα από την Πολιτική Επιτροπή Κυπριακού Αγώνος, αλλά και την Άλκιμο Νεολαία της ΕΟΚΑ, κατάφεραν να στηρίξουν τον Αγώνα σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, ενισχύοντας το φρόνημα και το ηθικό του λαού.

Η γενναία δράση το 1955-‘59 των αντρών, των γυναικών αλλά και της νεολαίας της Ξυλοτύμπου, αντιπροσωπεύει την προσπάθεια όλων των απλών ανώνυμων ανθρώπων της εποχής να εμψυχώσουν και να στηρίξουν με κάθε τρόπο και μέσο τον απελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ ως το αποκορύφωμα των αγώνων του κυπριακού λαού για την κατάκτηση της ελευθερίας του.

Στο πέρασμα των χρόνων ο Απελευθερωτικός Αγώνας της ΕΟΚΑ, αυτή η ένθερμος μαζική συμμετοχή σε έναν ανιδιοτελή αγώνα, αναδεικνύεται σε ένα φωτεινό ορόσημο.

Ορόσημο που ενέπνευσε και την επόμενη γενιά να αγωνιστεί το 1974 απέναντι στον Τούρκο εισβολέα, μένοντας απαρασάλευτα προσηλωμένη στην προάσπιση της ακεραιότητας της πατρίδος, αλλά και απέναντι στα ιδανικά της αξιοπρέπειας και της ελευθερίας.

Οι αγώνες και η θυσία όλων των παλληκαριών για την υπεράσπιση του πατρώου εδάφους, γίνονται για εμάς παράδειγμα που υπογραμμίζει το χρέος που έχουμε να συνεχίσουμε να διεκδικούμε τη δίκαιη λύση του κυπριακού ζητήματος.

Και πράγματι μέσα από τέτοιου είδους πρωτοβουλίες, όπως αυτή που ανέλαβαν και εκπληρώνουν σήμερα τα Εθνικόφρονα Σωματεία σε συνεργασία με το Κοινοτικό Συμβούλιο είναι που αντλούμε δύναμη για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε τον δικό μας αγώνα για απελευθέρωση και επανένωση της πατρίδας μας.

Μπορεί ο αγώνας της ΕΟΚΑ να μην οδήγησε όχι αιτία των αγωνιστών, στον πολυπόθητο στόχο ο οποίος ετέθη στην αυτοδιάθεση και στην ένωση οδήγησε όμως στην απελευθέρωση και την απαλλαγή από τον αγγλικό ζυγό, στη δημιουργία ενός ανεξάρτητου κυρίαρχου κράτους. Δυστυχώς οι πρόνοιες των συμφωνιών εκείνων εμπεριείχαν το στοιχείο του διχασμού ή της διαίρεσης. Οι παρεμβάσεις εξάλλου των λεγόμενων εγγυητριών δυνάμεων απέβησαν η αφορμή να καταρρεύσουν ελάχιστα χρόνια μετά την υπογραφή και την εφαρμογή τους.

Είναι καλά γνωστά τα γεγονότα που οδήγησαν στο 1974, ο διχασμός, η στρατιωτική Χούντα των Αθηνών, η αξιοποίηση από την Τουρκία της προδοσίας που επιχείρησε η Χούντα, με πρόσχημα την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης.

Εκ τότε οι εκάστοτε Πρόεδροι της Κυπριακής Δημοκρατίας σε συνεννόηση πάντα με την Ελληνική Κυβέρνηση αποφάσισαν πως η επιλογή ήταν μέσα από τον ειρηνικό διάλογο η επίλυση του Κυπριακού. Επίλυση που προϋπέθετε την απαλλαγή από την κατοχή, την επανένωση της πατρίδας μας, τη μετεξέλιξη του κράτους και τη δημιουργία συνθηκών που θα επέτρεπαν ειρηνικά να συμβιώσουμε και με αλληλοσεβασμό να μπορέσουμε να κτίσουμε στέρεα τα θεμέλια έτσι ώστε να διαφυλάξουμε την ταυτότητα και την τύχη του Ελληνισμού χωρίς να παραγνωρίζουμε τα αντίστοιχα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων.

Δυστυχώς παρά τις προσπάθειες όλων των προηγουμένων από εμέ Προέδρων, παρά την καλή θέληση που η ελληνοκυπριακή πλευρά επέδειξε καθόλα τα 43 και τόσα χρόνια της κατοχής, η τουρκική αδιαλλαξία έχει αποβεί η μόνη αιτία αποτροπής επίτευξης μιας λύσης που θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή και από τους Ελληνοκυπρίους.

Είναι καλά γνωστό πως μετά την εκλογή μου στην Προεδρία της Δημοκρατίας και ευθύς ως ξεπεράστηκαν τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η χώρα, η προτεραιότητα μας επικεντρώθηκε σε μια νέα προσπάθεια που πήρε εντατικότερη μορφή μετά την επιλογή του κ. Ακκιντζί ως ηγέτη της τουρκοκυπριακής κοινότητας.

Από τις 15 Μαΐου μέχρι και πρόσφατα τον περασμένο Ιούλιο, με κάθε τρόπο μέσα από εποικοδομητικές προτάσεις, με σεβασμό στις ανησυχίες των συμπατριωτών μας αλλά και μη παραγνωρίζοντας τις έγνοιες και αξιώσεις των Ελληνοκυπρίων, προσπαθήσαμε να πετύχουμε επιτέλους, λαμβάνοντας υπόψη και την ιδιότητα μας ως πλήρους κράτους μέλος της ΕΕ, να δημιουργήσουμε εκείνες τις προϋποθέσεις που θα επέτρεπαν στον κάθε Ελληνοκύπριο να αποφασίσει θετικά για τη μελλοντική τύχη της πατρίδας μας. Δυστυχώς και πάλι, παρά την πρόοδο που επετεύχθη οι τουρκικές παρεμβάσεις και η βούληση της Τουρκίας να ελέγχει δια της τουρκοκυπριακής κοινότητας όλο το κράτος, την Κυπριακή Δημοκρατία όπως θα μετεξελισσόταν, η επιθυμία να μετατραπεί η Κύπρος σε τουρκικό προτεκτοράτο ή ένα κράτος που θα εκτελούσε ή θα επιτελούσε τις εντολές της Άγκυρας προκειμένου να εξυπηρετηθούν όχι τα συμφέροντα των Κυπρίων αλλά τα συμφέροντα της Τουρκίας, οδήγησαν τη νέα προσπάθεια, που παρά τις σημαντικές συγκλίσεις που είχαν επιτευχθεί δεν ήταν δυνατόν να επιτρέψει να υπερβούμε τα όρια της εθνικής αξιοπρέπειας αλλά και την παραγνώριση ότι δεν ήταν δυνατόν ελλείψει αλληλοσεβασμού να γίνουν αποδεκτές οι τουρκικές αξιώσεις.

Ο ίδιος ο ΓΓ μέσα από τις πολλαπλές προσπάθειες που καταβάλαμε είτε μέσω της ΕΕ είτε φίλων χωρών είτε των Μονίμων Μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας είτε και άλλων, καθόρισε πως χωρίς τη λύση του προβλήματος της ασφάλειας, δεν μπορεί να υπάρξει λύση στο Κυπριακό.

Από την αρχή της ανάληψης της εξουσίας, από τις πρώτες επαφές με τον τότε Πρωθυπουργό της Βρετανίας Ντέιβιντ Κάμερον έθεσα το θέμα των εγγυήσεων του τερματισμού ενός αναχρονιστικού θεσμού, πείθοντας τη Βρετανία πως εάν και οι δύο κοινότητες δεν το επιθυμούσαν η Βρετανία θα έμενα μακράν, η Ελλάδα δήλωσε ότι δεν ενδιαφερόταν να συνεχίσει τον εγγυητικό της ρόλο και αυτό που απέμενε ήταν επιτέλους και η Τουρκία να επιδείξει αυτή την καλή θέληση. Αφού μάλιστα στις προτάσεις που υποβάλαμε προβλεπόταν πλήρως και πλήρες σύστημα ασφαλείας για όλους τους Κυπρίους, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, σύστημα ασφαλείας πιστής υλοποίησης των όσων θα συμφωνούνταν, προέβλεπε συστήματα ασφαλείας που προέρχονταν είτε από τον Χάρτη των ΗΕ είτε από τη Συνθήκη της ΕΕ είτε του Συμβουλίου της Ευρώπης. Προέβλεπε μηχανισμούς επίλυσης των όποιων διαφορών θα αναφύονταν.

Παρά τις προσπάθειες, τις έντονες προσδοκίες που ο Ελληνισμός της Κύπρου απέδωσε στις προσπάθειες με την ελπίδα ότι κάποια στιγμή θα τερματιζόταν το απαράδεκτο επικρατούν καθεστώς από το ’74, η Τουρκία επέμεινε ότι θα ήθελε τα εγγυητικά δικαιώματα όπως προέκυψαν από τις Συνθήκες του ‘60 και τα επεμβατικά δικαιώματα να συνεχίσουν να ισχύουν για άλλα 15 χρόνια, ή αν ομαλώς εξελισσόταν η κατάσταση για τουλάχιστον 10 χρόνια, όχι με ημερομηνία τερματισμού, αλλά με ημερομηνία αναθεώρησης, με τη ρήτρα αναθεώρησης.

Και είναι καλά γνωστό ότι εκεί και όπου δύο συμφωνούν, εάν ο ένας διαφωνήσει και δεν υπάρχει συναίνεση και από τους δύο δεν τερματίζεται το καθεστώς. Αυτό το οποίο επεδίωκαν είναι αυτό που και όσον αφορά την παρουσία στρατού προέβαλαν ως θέση, δηλαδή την εσαεί συνέχιση των εγγυητικών και επεμβατικών δικαιωμάτων.

Η άλλη των παραλόγων αξιώσεων ήταν η εσαεί παρουσία σε τουρκική βάση τουλάχιστον 1800 Τούρκων στρατιωτών με το πρόσχημα ότι τάχα θα μας προστάτευαν από έξωθεν απειλές.

Και το ερώτημα που έθεσα κατά τη διάρκεια του διαλόγου των κρίσιμων εκείνων στιγμών ήταν: από ποιους να μας προστατεύσετε; Από την Αίγυπτο, από τον Ισραήλ, από τον Λίβανο, από την Ιορδανία, από την Παλαιστίνη, με τους οποίους έχουμε τις πλέον των αρίστων σχέσεων από της εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας; Από πού απειλείται η Κύπρος εκτός από την παρουσία των τουρκικών στρατευμάτων;

Απευθύνθηκα και προς τον Τουρκοκύπριο ηγέτη και του είπα: είχαμε συμφωνήσει μια αρχή, ότι η εγγύηση του ενός δεν μπορεί να αποτελεί απειλή για τον άλλον. Και αυτό που επιδιώκετε και ζητείτε θα είναι να διασφαλίσετε όχι τη δική σας ασφάλεια αλλά τα συμφέροντα της Τουρκίας απειλώντας την ίδια ώρα την ύπαρξη του Κυπριακού Ελληνισμού.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, μου ήταν αδιανόητο να αποδεχθώ μια ανάλογη απαράδεκτη εθνικά λύση. Για αυτό και δεν δέχομαι όσους ευκόλως αποδίδουν ευθύνες.

Είχα υποσχεθεί στον κυπριακό λαό ότι δεν θα έφερνα ενώπιον του την όποια λύση δεν θεωρούσα, κατά τη δική μου άποψη, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες μου, εφόσον δεν ένοιωθα ότι θα εξυπηρετούσε τα καλώς νοούμενα συμφέροντα του συνόλου των Κυπρίων, αλλά πρωτίστως βεβαίως και εκ καθήκοντως, εφ’ όσον θα προστατεύονταν επαρκώς και τα δικαιώματα των Ελληνοκυπρίων.

Θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι η προσπάθεια θα συνεχιστεί, η αποφασιστικότητα υπάρχει, ήδη έχω διαβιβάσει στον ΓΓ ότι είμαι έτοιμος ανά πάσα στιγμή, είτε υπάρχουν είτε δεν υπάρχουν εκλογές, να παρακαθήσω σε ένα νέο διάλογο για τα θέματα που αφορούν τις εσωτερικές πτυχές. Και τότε και μόνο θα είμαι έτοιμος να συμμετάσχω σε μια Διάσκεψη για την Κύπρο αν και εφόσον προετοιμαστεί καταλλήλως, έτσι ώστε να μην αντιμετωπίσουμε τα φαινόμενα του Μοντ Πελεράν, της Γενεύης του Κραν Μοντανά.

Αυτό που θέλει ο λαός δεν είναι ψευδείς προσδοκίες, αυξημένες προσδοκίες, ανεδαφικές και στο τέλος την απογοήτευση από μια αποτυχία εφόσον η Διάσκεψη για την Κύπρο δεν είναι καλά προετοιμασμένη.

Αυτό που κάνω έκκληση προς όλους είναι πως αν θέλουμε πραγματικά με αποτελεσματικότητα να αντιμετωπίσουμε την τουρκική αδιαλλαξία, πρόσθετα με όσα η κυβέρνηση πράττει, θα πρέπει να ενώσουμε δυνάμεις, θα πρέπει όλοι καθολικά να εργαστούμε προς την κατεύθυνση που έχουμε σαν στόχο, να διασώσουμε τον Κυπριακό Ελληνισμό, να επανενώσουμε αυτό τον τόπο, να δημιουργήσουμε συνθήκες, ή ένα κράτος απόλυτα εναρμονισμένο με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, απόλυτα σύγχρονο, ένα κράτος που να εγγυάται την ασφάλεια, που να εγγυάται την ειρήνη, που να εγγυάται την προκοπή, που να εγγυάται τη συνδημιουργία. Και όχι απλά ένα κράτος το οποίο θα είναι το κινούμενο μιας τρίτης χώρας.

Αυτό είναι το ελάχιστο χρέος που έχουμε όλοι ανεξαίρετα είτε βρίσκονται στην ηγεσία της χώρας είτε των πολιτικών δυνάμεων και είναι το ελάχιστο καθήκον και φόρος τιμής προς όλους όσοι αγωνίστηκαν, έδωσαν τη ζωή τους, βασανίστηκαν, υπέφεραν, θυσιάστηκαν για να ζούμε ακόμα ελεύθεροι. Και αυτή την ελευθερία δεν θα επιτρέψουμε κανένας να μας την αποστερήσει.

Αιωνία τους η μνήμη, σας ευχαριστώ.

Keywords
Τυχαία Θέματα