Διώκεται ποινικώς ο Υπαρχηγός

Τριγμούς στο Αστυνομικό Σώμα προκαλεί το πόρισμα των τριών ανακριτών
Μόνο μια ποινική δίωξη, κι αυτή για το ζήτημα των διαρροών, στοιχειοθετεί το πόρισμα. Εισηγείται και πειθαρχικές διώξεις αστυνομικών για παραλείψεις και εσφαλμένους χειρισμούς, που οδήγησαν στο φονικό της Αγίας Νάπας. Απορρίπτει τις κατηγορίες και καταλογίζει αλλότρια κίνητρα στους ανακριτές ο Ανδρέας Κυριάκου

Παρά τον μακρύ κατάλογο υπόπτων αστυνομικών και τις μαρτυρίες περί σχέσεών τους με μέλη του υποκόσμου, μια μόνο ποινική δίωξη -για διαρροή απορρήτων εγγράφων- στοιχειοθετεί επαρκώς το μαρτυρικό υλικό που

συγκέντρωσαν οι τρεις ανεξάρτητοι ποινικοί ανακριτές και αξιολόγησε ο Γενικός Εισαγγελέας, κατόπιν ολοκλήρωσης έρευνας για ενδεχόμενη εμπλοκή μελών της Αστυνομίας σε πράξεις διαφθοράς.

Εντούτοις, η μία αυτή ποινική δίωξη προκαλεί από χθες μεγάλη αναστάτωση στην Αστυνομία, καθώς αφορά τον δεύτερο τη τάξει του Σώματος, τον Υπαρχηγό Ανδρέα Κυριάκου.

Οι εξελίξεις που έπονται αναμένεται να επιφέρουν μεγάλο πλήγμα στο κύρος της Αστυνομίας, ανεξαρτήτως της έκβασης της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου.

Οι τρεις ποινικοί ανακριτές, Ανδρέας Πασχαλίδης, πρώην Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου και νυν Πρόεδρος της Ανεξάρτητης Αρχής Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων Εναντίον της Αστυνομίας, Παναγιώτης Πελαγίας, πρώην ανώτερος αξιωματικός της Αστυνομίας και Αγαμέμνων Δημητρίου, πρώην αξιωματικός της Αστυνομίας, είχαν διοριστεί από τον Γενικό Εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη στις 9 Αυγούστου πέρσι.

Η έρευνά τους, που ολοκληρώθηκε ύστερα από εννέα μήνες, είχε ως επίκεντρο ενδεχόμενες πράξεις διαπλοκής και διαφθοράς από μέλη της Αστυνομίας στην υπόθεση του τετραπλού φονικού στην Αγία Νάπα, στις 23 Ιουνίου 2016.

Ωστόσο, βάσει των συμπερασμάτων και διαπιστώσεων των ανακριτών, σύμφωνα με χθεσινή ανακοίνωση της Νομικής Υπηρεσίας, δεν στοιχειοθετούνται επαρκώς άλλα αδικήματα ποινικής φύσεως, πέραν εκείνου της διαρροής απορρήτου από τον Υπαρχηγό.

Εισηγήσεις για πειθαρχικές διώξεις
Στο πόρισμα, «φωτογραφίζονται», όμως, πειθαρχικής φύσεως αδικήματα όπως παραλείψεις, εσφαλμένοι χειρισμοί, μη έγκαιρη και ελλιπής διερεύνηση, που είχε ως αποτέλεσμα να μη γίνει εφικτή η αποτροπή του στυγερού εγκλήματος.

Συνεπώς, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, η Νομική Υπηρεσία προβαίνει σε συστάσεις στον Αρχηγό Αστυνομίας και τον Υπουργό Δικαιοσύνης, για εξέταση του ενδεχομένου άσκησης πειθαρχικών διώξεων εναντίον συγκεκριμένων αστυνομικών και ενός δεσμοφύλακα.

Σημειώνεται ότι η ελαφρότερη προβλεπόμενη πειθαρχική ποινή είναι η επίπληξη και η μέγιστη η παύση από τα καθήκοντα του μέλους.

«Ο μόνος που μπορούσε να διαρρεύσει»
Σε ό,τι αφορά τον Υπαρχηγό, η δίωξή του αφορά το ζήτημα των διαρροών προς τα ΜΜΕ και συγκεκριμένα του φακέλου της Ιντερπόλ και της αστυνομικής έκθεσης για τη διαφθορά, που η βουλευτής του ΑΚΕΛ Ειρήνη Χαραλαμπίδου απεκάλυψε στη Βουλή.

Συμπεραίνεται, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ανακοίνωση, πως «το μόνο πρόσωπο που θα μπορούσε να διενεργήσει τη διαρροή εμπιστευτικών και ευαίσθητων πληροφοριών από φάκελο της Iντερπόλ προς τα ΜΜΕ ήταν ο Υπαρχηγός της Αστυνομίας Α. Κυριάκου.

»Η μελέτη και εκτίμηση του μαρτυρικού υλικού ως συνόλου, προστίθεται, οδηγεί σε συμπέρασμα στοιχειοθέτησης ποινικής υπόθεσης και δικαιολογεί την έναρξη ποινικής δίωξης για Παραβίαση Υπηρεσιακού Απορρήτου, στη βάση του άρθρου 135 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, καθώς επίσης και για το συναφές αδίκημα του άρθρου 16 του περί Κανονισμών Ασφαλείας Διαβαθμισμένων Πληροφοριών, Εγγράφων και Υλικού και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2002 - Νόμος αρ. 216(Ι)/2002».

Σημειώνεται πως οι συγκεκριμένες διαρροές, τις οποίες το πόρισμα καταλογίζει στον Υπαρχηγό, ήταν αυτές που έφεραν στο φως της δημοσιότητας την όλη υπόθεση και στάθηκαν αφορμή για την έναρξη της έρευνας των τριών ανακριτών, έπειτα από αιτήματα των Υπουργού Δικαιοσύνης και Αρχηγού Αστυνομίας στον Γενικό Εισαγγελέα.

Αξίζει, επίσης, να αναφερθεί πως ο Υπαρχηγός και ο Αρχηγός της Αστυνομίας διορίζονται από τον εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ο Ανδρέας Κυριάκου διορίστηκε Υπαρχηγός τον Οκτώβριο του 2012, επί Προεδρίας Δημήτρη Χριστόφια.

Εμπλοκή δεσμοφύλακα
Σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο εμπλοκής δεσμοφύλακα των Κεντρικών Φυλακών στην υπόθεση, αναφέρεται πως, σύμφωνα με ληφθείσα μαρτυρία, στις 21.3.2016 είχε αποσταλεί από την Κύπρο, μέσω της εταιρείας Western Union, σε τραπεζικό λογαριασμό που ανήκε στον Σέρβο φερόμενο ως οργανωτή δολοφονιών το ποσό των €1.000 με εντολή του Μ. Χριστοδούλου, άλλως Μπένυ, ο οποίος καταδικάστηκε πρόσφατα σε ποινές ισόβιας κάθειρξης για τον τετραπλό φόνο.

Το ποσό εστάλη με την προσωπική συμμετοχή του δεσμοφύλακα των Κεντρικών Φυλακών. Μαρτυρία καταδεικνύει ότι τα χρήματα εστάλησαν για αντιμετώπιση εξόδων του Σέρβου οργανωτή, ο οποίος θα ερχόταν στην Κύπρο για τη δολοφονία κάποιων προσώπων, όχι σχετιζόμενων με τον τετραπλό φόνο στην Αγία Νάπα.

Στην ανακοίνωση αναφέρεται ότι, «ελλείψει μαρτυρίας που να καταδεικνύει ότι ο δεσμοφύλακας γνώριζε πως η αποστολή χρημάτων την οποία διενήργησε σχετιζόταν με σκοπούμενη διάπραξη δολοφονίας και επίσης ελλείψει μαρτυρίας ότι ο ίδιος είχε προσπορισθεί ή θα προσπορίζετο οποιοδήποτε χρηματικό ή άλλο όφελος για την πράξη του, δεν μπορούν να στοιχειοθετηθούν ποινικά αδικήματα εναντίον του».

Συστήνεται προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως η διερεύνηση του ενδεχομένου διάπραξης πειθαρχικών αδικημάτων.

Επαγγελματικές σχέσεις με Καλοψιδιώτη
Σε ό,τι αφορά το θέμα ύποπτων σχέσεων μελών της Αστυνομίας με θεωρούμενα ως εγκληματικά στοιχεία, αναφέρεται πως, από διάφορα στοιχεία, προέκυψε ότι τέσσερα μέλη της Αστυνομικής Δύναμης, ήτοι τρεις αστυφύλακες και ένας αναπληρωτής λοχίας, εδώ και αρκετά χρόνια, διατηρούσαν στενές φιλικές σχέσεις με τον δολοφονηθέντα στον τετραπλό φόνο της Αγίας Νάπας, επιχειρηματία Φ. Καλοψιδιώτη.

«Από αριθμό καταθέσεων, από ενημερωτικά δελτία και άλλα έγγραφα της Αστυνομίας, αλλά και από συλλεγείσες πληροφορίες, προκύπτει ότι κάποια από τα μέλη αυτά της Δύναμης φαίνεται να διατηρούσαν και επαγγελματικής φύσεως σχέσεις με τον ίδιο επιχειρηματία, όπως είναι η παροχή προς αυτόν υπηρεσιών προσωπικής ασφάλειας και η διαχείριση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων σε υποστατικά που του ανήκαν. Οι πληροφορίες γι’ αυτές τις σχέσεις και οι διασυνδέσεις των μελών της Δύναμης ήταν σε γνώση της Αστυνομίας από το 2011», προστίθεται.

«Δυστυχώς, η μη έγκαιρη διερεύνηση από την Αστυνομία ή η ελλιπής διερεύνηση της απαράδεκτης αυτής κατάστασης, δυσχέραναν ιδιαίτερα τη στοιχειοθέτηση συγκεκριμένων ποινικών αδικημάτων.

Η διαχρονική απροθυμία, επίσης, άλλων μελών της Δύναμης να δώσουν πληρέστερη μαρτυρία γι’ αυτά τα θέματα δεν ήταν βοηθητική, με αποτέλεσμα τα διαθέσιμα στοιχεία εναντίον των ατόμων τούτων να παραμείνουν στο επίπεδο απλών πληροφοριών και/ή μαρτυρίας η οποία δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από ποινικό δικαστήριο ή θα είναι εξαιρετικά μειωμένης βαρύτητας», επισημαίνεται στην ανακοίνωση της Νομικής Υπηρεσίας.

«Με αυτά τα δεδομένα, και προς τον σκοπό της αντιμετώπισης της συμπεριφοράς αυτής μελών της Δύναμης όπως διαφαίνεται από τη μαρτυρία, υποβάλλεται έντονη εισήγηση προς την ηγεσία της Αστυνομίας όπως, έστω και καθυστερημένα, παρά τις εγγενείς δυσκολίες, εγκύψει σοβαρά επί του θέματος τούτου και προβεί σε διερεύνηση του ενδεχομένου διάπραξης πειθαρχικών αδικημάτων από τα μέλη αυτά της Δύναμης».

«Παραλείψεις και εσφαλμένοι χειρισμοί»
Για τη διαχείριση από την Αστυνομία των πληροφοριών που λήφθηκαν από την Ιντερπόλ Σερβίας, αναφέρεται πως εμπλεκόμενοι αξιωματικοί της Κυπριακής Αστυνομίας στον χειρισμό των πληροφοριών που λήφθηκαν από την Iντερπόλ Σερβίας περί «συμβολαίου θανάτου» ήσαν ο Υπαρχηγός της Αστυνομίας, ο Βοηθός Αρχηγός Επιχειρήσεων, ένας Ανώτερος Υπαστυνόμος και ένας Υπαστυνόμος.

«Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τη μελέτη του μαρτυρικού υλικού, προστίθεται, είναι ότι, αν και είχαν ληφθεί συγκεκριμένες και σημαντικές πληροφορίες από τις σερβικές Αρχές, εντούτοις, δεν προσεγγίστηκαν με τη δέουσα σοβαρότητα και δεν διερευνήθηκαν επαρκώς, επιμελώς ή και καθόλου. Παρατηρούνται συναφώς παραλείψεις και/ή εσφαλμένοι χειρισμοί.

Δεν διαπιστώνεται η ύπαρξη μαρτυρίας που να καταδεικνύει ότι οι πιο πάνω πράξεις και/ή παραλείψεις έγιναν εσκεμμένα, ούτως ώστε να στοιχειοθετούνται ποινικά αδικήματα, πλην όμως συγκεκριμένες πράξεις ή παραλείψεις των προαναφερθέντων αξιωματικών δυνατόν να συνιστούν πειθαρχικά αδικήματα και εναπόκειται στον Αρχηγό Αστυνομίας να επιληφθεί».

Λάθος το τηλεφώνημα στον εκτελεστή
Για την τηλεφωνική επικοινωνία μέλους της Ιντερπόλ Κύπρου με Σέρβο οργανωτή εγκλήματος αναφέρεται πως, «έπειτα από παράκληση της Κυπριακής Αστυνομίας προς την Ιντερπόλ Σερβίας να της παρασχεθούν συγκεκριμένα τηλεπικοινωνιακά στοιχεία, η δεύτερη έδωσε το όνομα Σέρβου πολίτη ο οποίος θεωρείτο ως οργανωτής φόνου και στον οποίο ανήκε συγκεκριμένος αριθμός τηλεφώνου.

»Αστυφύλακας της Ιντερπόλ Κύπρου, χειριστής της επικοινωνίας με την Ιντερπόλ Σερβίας, τονίζεται στην ανακοίνωση, πήρε στο τηλέφωνο τον Σέρβο οργανωτή στον αριθμό που είχε καταγράψει σε χαρτί άλλη συνάδελφός του και στο οποίο καταγράφονταν, επίσης, οι λέξεις «Ιντερπόλ Βελιγραδίου», πιστεύοντας, όπως ανέφερε, ότι επικοινωνούσε με την Ιντερπόλ Σερβίας.

Αυτή η πράξη προκάλεσε ασφαλώς διάφορες επιπλοκές και τις δικαιολογημένες αντιδράσεις των σερβικών Αρχών. Από την όλη συμπεριφορά του Κύπριου μέλους της Αστυνομικής Δύναμης και από το σύνολο της μαρτυρίας, δεν διαπιστώνεται η διάπραξη ποινικού αδικήματος, πλην όμως γίνεται εισήγηση προς την ηγεσία της Αστυνομίας να εξετάσει το ενδεχόμενο διάπραξης πειθαρχικών αδικημάτων εναντίον του».

Θα μελετήσει το πόρισμα η Αστυνομία
Ενδελεχώς θα μελετηθεί και θα αποφασιστούν οι περαιτέρω ενδεικνυόμενες ενέργειες για το πόρισμα για τη διαφθορά στην Αστυνομία, αναφέρει χθεσινή αστυνομική ανακοίνωση. Προσθέτει ότι «το πόρισμα των Ανεξάρτητων Ποινικών Ανακριτών έχει διαβιβασθεί, με συνοδευτική επιστολή από τον Γενικό Εισαγγελέα, από χθες το μεσημέρι στον Αρχηγό Αστυνομίας Ζαχαρία Χρυσοστόμου και στον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως Ιωνά Νικολάου».

Υπαρχηγός: «Αλλότρια κίνητρα οι ανακριτές»
Οι διαπιστώσεις των τριών ανακριτών βασίζονται σε αλλότρια κίνητρα, υποστήριξε, σε δήλωσή του χθες στη «Σημερινή», ο Υπαρχηγός της Αστυνομίας Ανδρέας Κυριάκου. Ερωτηθείς για την άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον του για τη διαρροή του φακέλου της Ιντερπόλ Σερβίας σε ΜΜΕ και της αστυνομικής έκθεσης σε βουλευτή, ο Ανδρέας Κυριάκου απέρριψε ως ανυπόστατες και αναληθείς τις κατηγορίες, λέγοντας:

«Ο καθένας μπορεί να καταλήξει σε συμπερασματικές διαπιστώσεις, που δεν βασίζονται σε ουσιώδη μαρτυρία. Εύλογα μπορεί κάποιος να διερωτηθεί, γιατί οι υποψίες στρέφονται εναντίον του Υπαρχηγού;».

Στις δηλώσεις του, ο Υπαρχηγός διερωτήθηκε «αν απασχολεί κάποιον κατά πόσο υπάρχουν εγκληματικές αμέλειες που έχουν οδηγήσει σε φόνο». Τις δικές του παραλείψεις που «φωτογραφίζονται» στο πόρισμα ο κ. Κυριάκου τις απορρίπτει, αναφέροντας πως δεν είχε ουσιώδη ανάμειξη στους χειρισμούς της υπόθεσης. «Η όποια ανάμειξή μου καταγράφεται από τους ανακριτές και είναι προς μεγάλη μου έκπληξη που δεν γίνεται καμία αναφορά σε άλλους αξιωματικούς που είχαν άμεση εμπλοκή στον χειρισμό της υπόθεσης», κατέληξε ο Υπαρχηγός.

Keywords
Τυχαία Θέματα